Επίτιμη διδάκτωρ του Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών αναγορεύτηκε χθες το απόγευμα, στη Μεγάλη Αίθουσα του Πανεπιστημίου, η ποιήτρια Κική Δημουλά.
«Έχω περάσει μόνο έξω από το Πανεπιστήμιο και τώρα, μέσα σε μια μόνο στιγμή, πήρα και διδακτορικό», είπε η Κ. Δημουλά αμέσως μετά την αναγόρευσή της.
«Η τιμή την οποία μου έκανε το Πανεπιστήμιο μου φέρνει συγκίνηση: συγκίνηση ρωμαλέα, σφοδρή και άφθαρτη. Και μαζί αμηχανία, ταραχή, ακόμα και φόβο. Γιατί είμαι αυτοδίδακτη και αυτοδίδακτες είναι και οι επιδόσεις μου στην ποίηση. Αφελώς πίστεψα στην αρχή πως θα μπορούσα να ανιχνεύσω τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία της ποίησης. Όσο για την πανεπιστημιακή τιμή, τα 180 χρόνια που συμπληρώνονται φέτος από την ίδρυση του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών συμπίπτουν με τα 86α γενέθλιά μου – κάτι που επισπεύδει την προσωρινότητα της ύπαρξής μου. Είμαι παρόλα αυτά ακόμη μια τελειόφοιτη που πιστεύει στα ανεκπλήρωτα όνειρά της. Αυτός είναι κατά πάσα πιθανότητα και ο λόγος που γράφω ποίηση.
«Και πρέπει να πω ότι στην ουσία της ποίησης υπήρξε ανέκαθεν κάτι το απρεπές. Η ποίηση είναι σαν μια πελώρια τίγρη που τινάζει ξαφνικά μπροστά μας την ουρά της. Πρόκειται για ένα είδος ευθανασίας των πραγμάτων που βρίσκονται ήδη νεκρά μέσα μας. Η μνήμη και η λύπη είναι οι τροφοδότες της ποίησης, αλλά τα ποιήματα είναι σαν να έχουν διαλέξει τον τρόπο με τον οποίο θέλουν να γραφτούν. Ίσως και να έχουν προϋπάρξει της σύνθεσής τους και γι’ αυτό να αντιστέκονται στη γλώσσα όταν προσπαθεί να τα διαπλάσει. Διότι πρέπει να ξέρουμε πως για να γραφτεί ένα ποίημα χρειάζεται προηγουμένως να ομονοήσουν άπειροι παράγοντες».
Στην προσφώνησή του ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών Μελέτιος-Αθανάσιος Δημόπουλος μίλησε για την εντυπωσιακά εναργή και ακριβή ποιητική γλώσσα της Κ. Δημουλά, συμπληρώνοντας ότι στο έργο της συγκρούονται η ύπαρξη με την ανυπαρξία.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος του Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας Λιάνα Σακελλίου σημείωσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι κατά τη διάρκεια της δικτατορίας τα ποιήματα της Κ. Δημουλά «σωματοποίησαν το κοινωνικό τραύμα» ενώ αργότερα έγιναν αναγνωρίσιμα χάρη στην «παράξενη αίγλη» και την «απαστράπτουσα ευφυΐα» των στίχων τους. Η ομιλήτρια σύγκρινε την ποίηση της Κ. Δημουλά με την ποίηση της Έμιλι Ντίκινσον, αναφέρθηκε στα οξύμωρα, τα παράδοξα και τις λεπτές ειρωνείες του λόγου της και υπογράμμισε πως στους στίχους της προέχει ο πόνος της απώλειας, που συμβαδίζει με την ενατένιση του κόσμου των λέξεων.
Η Κική Δημουλά γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1952 με την ποιητική συλλογή «Ποιήματα», που αποσύρθηκε αργότερα από την κυκλοφορία. Παντρεύτηκε τον ποιητή Άθω Δημουλά, το 1954, και απέκτησε μαζί του δύο παιδιά. Έχει εκδώσει, μεταξύ άλλων, τις συλλογές «Ερήμην» (1958), «Επί τα ίχνη» (1963), «Το λίγο του κόσμου» (1971), «Χαίρε ποτέ» (1988), «Η εφηβεία της λήθης» (1994), «Ενός λεπτού μαζί» (1998), «Συνάντηση» (2007), «Τα εύρετρα» (2010), «Δημόσιος καιρός» (2014) και «Άνω τελεία» (2016).
Έχει τιμηθεί με κρατικά βραβεία και με βραβεία της Ακαδημίας Αθηνών, καθώς και με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας (2009).
Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά και σουηδικά.
Από το 2002 είναι τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην Έδρα της Ποίησης.