«Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων». Έτσι αποκαλούνταν η Θεσσαλονίκη μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω της πολυπληθούς εβραϊκής της κοινότητας. Η μακρά εβραϊκή ιστορία της πόλης κόπηκε βίαια τα χρόνια της γερμανικής κατοχής. Οι συστηματικές διώξεις των Εβραίων από τους ναζί, η γκετοποίηση, ο εκτοπισμός στα στρατόπεδα θανάτου, το Ολοκαύτωμα ήταν συνθήκες που ούτε ο πιο νοσηρός νους μπορούσε ποτέ να συλλάβει. Σε αυτή την τραγική και για δεκαετίες ξεχασμένη στις υποσημειώσεις της ελληνικής ιστορίας πλευρά της Θεσσαλονίκης εστιάζει ένα νέο γερμανικό ντοκιμαντέρ με τίτλο «Θεσσαλονίκη. Μια πόλη με αμνησία» (Salonika. A city with amnesia). Ένα απόσπασμα πρόβαλαν πριν από λίγες μέρες στο Filmforum του Μουσείου Λούντβιχ της Κολωνίας οι δύο νεαροί γερμανοί σκηνοθέτες Μαξ Γκάιλκε και Μάριο Φορτ. Αν και δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί το μοντάζ λόγω έλλειψης χρηματοδότησης, το κομμάτι του φιλμ που είναι έτοιμο δίνει ξεκάθαρα το στίγμα του, φωτίζοντας «τους σιωπηλούς μάρτυρες ενός ξεχασμένου παρελθόντος», όπως λένε χαρακτηριστικά οι δημιουργοί. «Κι εμείς οι ίδιοι δεν γνωρίζαμε τίποτα για τη Θεσσαλονίκη, πόσο μάλλον για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Όταν επισκεφτήκαμε την πόλη με μια άλλη αφορμή πριν από πέντε χρόνια πέσαμε αναπόφευκτα πάνω στο παρελθόν της… Αντίστοιχη ταινία στα γερμανικά δεν υπάρχει. Μόνο κάποια άρθρα και αφιερώματα σε γερμανικά ΜΜΕ», ανέφερε στη DW o Μαξ Γκάιλκε εκ των σκηνοθετών. Άγνωστες πτυχές της ελληνικής εβραϊκής ιστορίας Το ντοκιμαντέρ αξιοποιεί ένα σπάνιο ιστορικό υλικό, άγνωστο σε πολλούς στη Γερμανία αλλά και την Ελλάδα. Μέσα από πολύωρες συνεντεύξεις επιζώντων και συγγενών τους, φωτογραφίες και μαγνητοσκοπημένα ντοκουμέντα από την προπολεμική και κατοχική Θεσσαλονίκη αλλά και σύγχρονες περιηγήσεις στα απομεινάρια του εβραϊκού παρελθόντος της πόλης, οι σκηνοθέτες προσπαθούν να μεταφέρουν κινηματογραφικά τους θεατές από την οθωμανική Θεσσαλονίκη στην περίοδο του Μεσοπολέμου κι από εκεί στην ναζιστική κατοχή και την έσχατη φάση του Ολοκαυτώματος. Με πρωτότυπα σκηνοθετικά ευρήματα, ζωηρή αφήγηση και πλούσιες αναφορές σε πρωτότυπες πηγές ανασυνθέτουν κομμάτια της ιστορίας μιας πόλης που επί δεκαετίες έμοιαζε να πάσχει από αμνησία. Το νήμα της μακραίωνης εβραϊκής παρουσίας που κόπηκε απότομα το 1942-1943 ξετύλιξε και η ιστορικός Ρένα Μόλχο στο πλαίσιο της ίδιας εκδήλωσης. Ο διαχωρισμός Ελλήνων και Εβραίων είναι άτοπος, ανέφερε η ίδια, αυτό άλλωστε γίνεται εύκολα αντιληπτό αν ανατρέξει κανείς στην ίδια την ιστορία της Θεσσαλονίκης. Εξελληνισμένοι Εβραίοι ήρθαν από την Αλεξάνδρεια ήδη στα χρόνια του Κασσάνδρου, του ιδρυτή της Θεσσαλονίκης και επιγόνου του Μ. Αλεξάνδρου. Ένα άλλο μεγάλο κύμα Εβραίων έφτασε εδώ μεταγενέστερα από την Ισπανία, το 1492, ύστερα από το Διάταγμα της Γρανάδας, που τους εξανάγκασε σε εκτοπισμό. Γρήγορα εντάχθηκαν στην πόλη, λόγω της ήδη ακμάζουσας εβραϊκής κοινότητας. Ιδίως όμως τον 19ο αιώνα και μέχρι το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Εβραίοι ήταν η πολυπληθέστερη εθνοτική ομάδα της Θεσσαλονίκης, που περιελάμβανε όλες τις κοινωνικές και οικονομικές τάξεις: αγρότες και εργάτες, υπάλληλοι και έμποροι, τραπεζίτες, βιομήχανοι και διανοούμενοι. Όλοι ενταγμένοι στους ζωηρούς ρυθμούς της πόλης. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος «ουδείς στην εβραϊκή κοινότητα δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα συνέβαινε. Το Ολοκαύτωμα είναι το κατεξοχήν παράδειγμα ακραίου εγκλήματος. Άνθρωπος εναντίον ανθρώπου», ανέφερε χαρακτηριστικά στη DW η Ρένα Μόλχο υπογραμμίζοντας ότι «μέχρι σήμερα οι κοινωνίες έχουν χαρακτηρισθεί από αυτό. Το Ολοκαύτωμα άλλαξε την ιστορία εν γένει, αποτελεί πρόκληση για κάθε κοινωνία και ιδεολογία». Αυτά ισχύουν στο μέγιστο βαθμό και για την Ελλάδα, τόνισε η ιστορικός, επισημαίνοντας ότι το Ολοκαύτωμα για πολλά χρόνια βρισκόταν στο περιθώριο της ελληνικής ιστοριογραφίας. Γερμανική ευθύνη και ελληνική συνενοχή Η Ρένα Μόλχο επισημαίνει ότι ελληνική πολιτεία δεν αντιμετώπισε ποτέ κατάματα τις δικές της ευθύνες, δεν ασχολήθηκε ποτέ σοβαρά για παράδειγμα με το θέμα των δοσιλόγων. «Υπάρχει μέχρι και πρέσβειρα του Ολοκαυτώματος στο υπ. Εξωτερικών σήμερα» ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι εδώ και λίγα χρόνια γίνεται χρήση του Ολοκαυτώματος μόνο για μικροπολιτικούς σκοπούς. Εντούτοις μηδαμινές έως ελάχιστες είναι οι ανοφορές στη συνεργασία Ελλήνων με τους ναζί. «Έχει επικρατήσει το αφήγημα ότι όλοι οι Έλληνες ανεξαιρέτως βοήθησαν στην κατοχή τους Εβραίους… αλλά τότε πώς εξηγείται το οξύμωρο ότι το 87% εξ αυτών εξοντώθηκε;», διερωτάται η Ρ. Μόλχο. Για το ίδιο θέμα ο έτερος ιστορικός της βραδιάς που έχει ασχοληθεί επί χρόνια με την μελέτη του εθνικοσοσιαλισμού, ο Καρλ Χάιντς Ροτ, σημείωσε ότι χωρίς τη συνεργασία της προϋπάρχουσας ελληνικής διοίκησης θα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί μια τέτοιου πρωτοφανούς επιπέδου συστηματική εξόντωση των Εβραίων της πόλης. Το έργο της Βέρμαχτ και των SS στη Θεσσαλονίκη με στόχο τη λεγόμενη «Τελική Λύση του εβραϊκού ζητήματος», συνεπικουρούμενο και από Έλληνες δοσίλογους, προχώρησε «γρήγορα και αποτελεσματικά». Αρχικά κατασχέθηκαν αρχεία και μητρώα της εβραϊκής κοινότητας, εβραϊκές βιβλιοθήκες, θησαυροί των συναγωγών, έπειτα απαλλοτριώθηκαν τραπεζικές καταθέσεις, πολύτιμοι λίθοι, χρυσός, ασήμι. Η ληστρική μανία των ναζί κορυφώθηκε τον Φεβρουάριο με Μάρτιο του 1943, όταν πλέον δημεύθηκε συνολικά η περιουσία της εβραϊκής κοινότητας και κατασχέθηκαν τα εβραϊκά ακίνητα, λίγο πριν τον μαζικό εκτοπισμό των Εβραίων της πόλης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όπως επισήμανε μάλιστα ο Καρλ Χάιντς Ροτ, παρά το γεγονός ότι μεταπολεμικά είχαν επιδικαστεί κάποιες αποζημιώσεις σε επιζήσαντες ή απογόνους τους, άλλες τόσες υποθέσεις έχουν χαθεί δικαστικά π.χ. λόγω έλλειψης επαρκών αποδεικτικών μέσων. Ωστόσο το θέμα των εβραϊκών αποζημιώσεων παραμένει ακόμη ανοιχτό, όπως και συνολικά άλλωστε το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων –παρά τις σταθερά επαναλαμβανόμενες γερμανικές ενστάσεις. Σύμφωνα με τον Ροτ σε ό,τι αφορά ειδικότερα τις εβραϊκές αποζημιώσεις, τα ποσά στα οποία η έρευνά του καταλήγει είναι αστρονομικά: με σημερινά δεδομένα η χαμένη εβραϊκή περιουσία της Θεσσαλονίκης θα μπορούσε να εκτιμηθεί γύρω στα 290 εκατομύρια ευρώ. Η αλήθεια είναι ότι όσο μεγαλώνει η χρονική απόσταση από τα γεγονότα το φάντασμα της παραγραφής επισκιάζει την πραγματικότητα. Ακόμη όμως κι αν παραγραφούν τυπικά κάποιες νομικές αξιώσεις, δεν μπορεί να παραγραφεί η ίδια η ιστορία. Μια πόλη και μια χώρα δεν μπορεί να πέσει σε αμνησία όσο υπάρχουν «σιωπηλοί μάρτυρες» του παρελθόντος. Κι αυτοί, τουλάχιστον στην περίπτωση Θεσσαλονίκης, είναι πολλοί. Αρκεί να θέλει κανείς να τους αναζητήσει. Πηγή: Deutsche Welle