«Ο Τάκης μου πέθαινε. Την τελευταία εβδομάδα πριν από το θάνατο του ήταν σαν φυτό από τα τόσα φάρμακα που έπινε. “Μαμά, πέθαινα χθες” μου είχε πει μία ημέρα πριν από το θάνατό του. Ήταν σαν να βλέπω ένα πτώμα. Τη μοιραία ημέρα του είπα: “Τάκη μου, εσύ πεθαίνεις. Έλα να σε πάμε στο νοσοκομείο. Μη σου περάσει από το μυαλό να οδηγήσεις”. Ο γιος μου δεν προστατεύτηκε όπως θα έπρεπε».
Με τα λόγια αυτά η Σοφία Μαυρίκου περιγράφει την κατάσταση που βρισκόταν ο γιος της τον τελευταίο καιρό. Η μητέρα του εκδότη της εφημερίδας «Ακρόπολη», Παναγιώτη Μαυρίκου, ο οποίος απανθρακώθηκε μέσα σε τζιπ μάρκας Πόρσε στην Αττική οδό, σε συνέντευξή της στον Ελεύθερο Τύπο, αποκαλύπτει όλα όσα συνέβησαν μετά τη σύλληψη του γιου της, τις μοιραίες δέκα ημέρες πριν από το θάνατό του, το τελευταίο τηλεφώνημα του Μαυρίκου στο γιατρό του και την τελευταία συνομιλία που είχε η ίδια μαζί του λίγο πριν το αυτοκίνητο πάρει φωτιά.
Όπως τόνισε, όλο αυτό το διάστημα έβραζε μέσα της και περίμενε υπομονετικά να μάθει τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων για να είναι σίγουρη ότι όλα όσα είχε στο μυαλό της είναι αλήθεια. Ότι δηλαδή, όπως λέει, ο γιος της σκοτώθηκε λόγω της υπερβολικής κατανάλωσης ηρεμιστικών χαπιών.
«Ο Τάκης ήταν ευαίσθητος άνθρωπος. Γι’ αυτό η σύλληψή του με ένα φτιαχτό κατηγορητήριο τον κλόνισε και πήγε σε γιατρό. Στη ΓΑΔΑ πέρασα μαζί του ένα βράδυ. Του χάιδευα τα μαλλιά και είχα τα πόδια του πάνω μου. Από την ημέρα εκείνη δεν μπορούσε να κοιμηθεί και του χορηγήθηκαν ηρεμιστικά χάπια. Τις τελευταίες δέκα ημέρες άρχισε να πέφτει ακόμα περισσότερο, διότι προστέθηκαν χάπια πέραν αυτών που του έγραφε ο γιατρός», αναφέρει η Σοφία Μαυρίκου.
Και συμπληρώνει: «Την τελευταία εβδομάδα πριν από το θάνατό του είχε τρία σοβαρά παθολογικά περιστατικά, κατά τη διάρκεια των οποίων η πίεσή του είχε πέσει στο τέσσερα. Δημοσιογράφος και στενός φίλος του γιου μου ήρθε και μου είπε: «Κυρία Σοφία, πώς κατάντησε έτσι ο Τάκης. Τον είδα και δεν τον αναγνώρισα. Μου είπε να αναλάβω εγώ την εφημερίδα μαζί με εσένα, γιατί δεν θα μπορέσει να ξαναδουλέψει». Αμέσως πήρα το γιατρό του τηλέφωνο και του είπα: «Γιατρέ, ο Τάκης δεν είναι καλά. Η πίεσή του πέφτει στο τέσσερα». Πέντε ημέρες πριν πεθάνει ζήτησα ξανά να τον πάμε στο νοσοκομείο. Δεν τον έβλεπα ποτέ, όμως, παραπάνω από μία ώρα και δεν μπορούσα να πάρω εγώ αποφάσεις».
Στις 8 Ιουνίου 2016, μία ημέρα πριν από το μοιραίο, η Σοφία Μαυρίκου πήρε το αυτοκίνητο μαζί με άνθρωπο της οικογένειας και πήγε στη Βάρη να δει από κοντά το γιο της: «Για δέκα ημέρες ο Τάκης δεν είχε βγει από το σπίτι, γιατί δεν ήταν σε θέση να το κάνει. Βλέπω στον καναπέ ένα πτώμα. “Μαμά, πέθανα απόψε” μου είπε. “Παιδί μου, σήκω να σε πάμε σε μια κλινική”. Ο ίδιος ήταν σε κατάσταση που δεν μπορούσε να αντιδράσει. “Μαμά, μην κάνεις φασαρίες. Μη λες τίποτα. Είμαι άρρωστος”».
«Στο σπίτι του στη Βάρη μου απάντησαν ότι έχουν φωνάξει Γιατρούς του SOS και τον είδαν στο σπίτι. Είναι δυνατόν σε αυτή την κατάσταση να μην πάει στο νοσοκομείο; Κινδύνευε. Χρειαζόταν ορό για να καθαρίσει από τα φάρμακα. Ο οικογενειακός φίλος που ήξερε από φάρμακα είπα στο γιο μου: ‘Παναγιώτη, τι μπόμπες είναι αυτές που πίνεις; Τρελάθηκες;’. Ήταν συνδυασμός φαρμάκων. Έπινε τέσσερα χάπια το πρωί, δύο το μεσημέρι και πέντε το βράδυ. Ζητώ από τη Δικαιοσύνη να διερευνηθεί γιατί το παιδί μου έμεινε απροστάτευτο και από την Αστυνομία να με καλέσει για κατάθεση. Να δικαιωθεί ο θάνατος του Τάκη».
Ο Παναγιώτης Μαυρίκος συνομίλησε με το γιατρό του μία ημέρα πριν από τις 9 Ιουνίου 2016: «»Γιατρέ, πέθανα απόψε», του είπε. Ο γιατρός θορυβημένος του είπε να σταματήσει τα φάρμακα που πίνει. «Σταμάτα τα», του είπε και τον ρώτησε αν πίνει τίποτε άλλο εκτός από αυτά που του είχε χορηγήσει ή αν καταναλώνει αλκοόλ. Ο Τάκης του είπε ότι δεν πίνει καθόλου αλκοόλ. Εγώ δεν ήθελε να μαθαίνω πράγματα για να μη στενοχωριέμαι».