Εκπρόσωποι επτά ανθρωπιστικών οργανώσεων που συμμετέχουν στην «Καμπάνια για την Πρόσβαση στο Άσυλο» υπέβαλαν σήμερα το πρωί υπόμνημα στην Υπηρεσία Ασύλου, με το οποίο ζητούν, μεταξύ άλλων, την άμεση λήψη μέτρων για την ταχεία καταγραφή και δίκαιη εξέταση των αιτημάτων ασύλου.
Το υπόμνημα υπογράφουν οι οργανώσεις «Αίτημα», «Άρσις», «Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι», «Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων», «Οικουμενικό Πρόγραμμα Προσφύγων», «Praksis» και «Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων».
Οι οργανώσεις κάνουν λόγο για όξυνση «σε βαθμό εκρηκτικό» της δυσχέρειας της πρόσβασης των προσφύγων στη διαδικασία ασύλου και «επιχειρησιακή αδυναμία» της Υπηρεσίας Ασύλου να ανταποκριθεί στην πληθώρα των αιτημάτων ασύλου. Επίσης, υπογραμμίζουν ότι η μέθοδος της καταγραφής των αιτημάτων ασύλου μέσω skype «στερεί το δικαίωμα στην πρόσβαση στο άσυλο» σε όσους δεν έχουν εξοικείωση με την τεχνολογία ή πρόσβαση στο διαδίκτυο και σε όσους καλούν επανειλημμένα «χωρίς να απαντά η Υπηρεσία».
Την ίδια ώρα, όπως υποστηρίζουν, «σημαντικό ποσοστό των αιτούντων κατέχει υπηρεσιακά σημειώματα της Ελληνικής Αστυνομίας, τα οποία έχουν λήξει και κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή με σύλληψη, κράτηση και απέλαση».
Σχετικά με την ανακοινωθείσα προκαταγραφή των αιτημάτων ασύλου, τονίζουν ότι αυτή δεν αποτελεί λύση και είναι απολύτως αναγκαία «η άμεση, πλήρης καταγραφή και εν συνεχεία η δίκαιη εξέταση των αιτήσεων ασύλου», όπως και η μεταφορά αιτούντων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στο πλαίσιο των διαδικασιών οικογενειακής επανένωσης και μετεγκατάστασης. «Διαφορετικά θα δημιουργηθεί και πάλι ένας τεράστιος αριθμός εκκρεμών υποθέσεων (backlog), πράγμα που θα επιβαρύνει την κατάσταση και θα καταστεί πηγή εντάσεων», προσθέτουν.
Στο υπόμνημα εκφράζουν τη διαμαρτυρία τους «για τη συνεχιζόμενη παραβίαση του δικαιώματος της πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου» και ζητούν την ενίσχυση της Υπηρεσίας Ασύλου με εξειδικευμένο προσωπικό και υποδομές, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες και τη ριζική αλλαγή του προσανατολισμού της Υπηρεσίας, «ώστε να λειτουργεί με πρωταρχικό κριτήριο την παροχή ουσιαστικής προστασίας στους πρόσφυγες».
Τέλος, οι οργανώσεις καταγγέλλουν ότι υπέβαλαν, κατ’ επανάληψη, προτάσεις αντιμετώπισης του προβλήματος στην Υπηρεσία, «ωστόσο υπήρξε απροθυμία για διεξαγωγή ουσιαστικού διαλόγου και εξεύρεση αποτελεσματικών λύσεων».