Ποσά συντάξεων που λανθασμένα δεν καταβλήθηκαν κατά τον χρόνο θεμελίωσης του δικαιώματος πρέπει να καταβληθούν αναδρομικά, υπογραμμίζει ο Συνήγορος του Πολίτη.
Αφορμή της επισήμανσης αποτέλεσε η περίπτωση γυναίκας συνταξιούχου του ΙΚΑ με χρόνο ασφάλισης και στον ΟΑΕΕ-ΤΣΑ που προσέφυγε στην ανεξάρτητη αρχή ζητώντας να διαμεσολαβήσει ώστε να της καταβληθούν αναδρομικά ποσά τμηματικής σύνταξης του ΤΣΑ από την ημέρα που θεμελίωσε το σχετικό δικαίωμα.
Η ενδιαφερόμενη είχε ζητήσει το 1998 τη συνταξιοδότησή της ως μητέρα με ανήλικο τέκνο με συνυπολογισμό του χρόνου ασφάλισής της και στον ΟΑΕΕ-ΤΣΑ. Στο έγγραφο με το οποίο ο ΟΑΕΕ-ΤΣΑ γνωστοποίησε στο ΙΚΑ το χρόνο ασφάλισής της, ανέφερε λανθασμένα ότι η τμηματική σύνταξη του ΤΣΑ θα δινόταν μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας της. Την ίδια λανθασμένη πληροφορία επανέλαβε και το ΙΚΑ κατά την έκδοση της συνταξιοδοτικής της απόφασης.
Μετά την συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας της, ενημερώθηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΑΕΕ ότι, παρανόμως, όλο αυτό το διάστημα δεν της χορηγούνταν το μέρος της σύνταξης που αντιστοιχούσε στον οργανισμό αφού είχε τη δυνατότητα να ζητήσει τμηματική σύνταξη από τον ΟΑΕΕ με την συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας της. Η διοίκηση του ΟΑΕΕ, σε αλληλογραφία της με το ΙΚΑ και με την γενική γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων αποδέχθηκε, ρητά, ότι η εσφαλμένη ενημέρωση προς τη συνταξιούχο οφείλεται σε υπαιτιότητα των εμπλεκόμενων ασφαλιστικών φορέων, και αποφάσισε να αποδώσει στο ΙΚΑ το ποσό που του αναλογεί αναδρομικά από τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας της συνταξιούχου. δηλαδή από 28.1.2003.
Ωστόσο, το ΙΚΑ επικαλούμενο διάταξη περί πενταετούς παραγραφής, αρνήθηκε να χορηγήσει, πέραν της πενταετίας, αναδρομικά την σύνταξη του ΟΑΕΕ που δικαιούνταν η ασφαλισμένη. Και τούτο παρά το γεγονός ότι η Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων επεσήμανε ότι δεν δύναται το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ενώ θα λάβει τη συμμετοχή του ΟΑΕΕ για όλο το επίμαχο χρονικό διάστημα, να καταβάλει στην ασφαλισμένη μέρος μόνο του ποσού αυτού.
Ο Συνήγορος του Πολίτη υποστήριξε ότι το δικαίωμα της παραγραφής θα μπορούσε να προβληθεί μόνο από τον ΟΑΕΕ – ΤΣΑ που είναι και ο φορέας που όφειλε τα σχετικά αμφισβητούμενα ποσά και όχι από το ΙΚΑ, το οποίο αποδίδει στον εκάστοτε συνταξιούχο τα ποσά που έλαβε από τον ΟΑΕΕ. Η δε καταβολή του συνόλου της συμμετοχής από τον ΟΑΕΕ-ΤΣΑ για όλο το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα (από 28.1.2003), αποτελεί απερίφραστη δήλωση του Οργανισμού ότι παραιτείται του δικαιώματός της παραγραφής. Η ανεξάρτητη αρχή ζήτησε την επανεξέταση της συγκεκριμένης περίπτωσης και τη χορήγηση της τμηματικής σύνταξης του ΤΣΑ από την ημερομηνία συμπλήρωσης των νόμιμων προϋποθέσεων, υποστηρίζοντας ότι θίγονται οι αρχές της νομιμότητας, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου.
Τελικά, το εμπλεκόμενο υποκατάστημα του ΙΚΑ δεν έκανε δεκτές τις θέσεις του Συνηγόρου, ισχυριζόμενο ότι δεν έχουν προκύψει νεότερα στοιχεία που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επανεισαγωγή και νέα κρίση του αιτήματος, επιμένοντας έτσι στην αρχική του θέση, να στερήσει δηλαδή από τη συνταξιούχο ποσά συντάξεων τα οποία αφενός δικαιούται και αφετέρου είχαν ήδη αποδοθεί στο ΙΚΑ από τον ΟΑΕΕ, με σκοπό να χορηγηθούν στην δικαιούχο.