Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες τραγουδιστές και λυράρηδες. Ήταν η «φωνή της Κρήτης» και λαμπερό σύμβολο αντίστασης κατά της δικτατορίας. Με τη χαρακτηριστική του φωνή και το πάθος του για τη μουσική, κατάφερε να συνδυάσει την παραδοσιακή κρητική μουσική με τον σύγχρονα μουσικά ιδιώματα, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του στην ελληνική μουσική σκηνή.

Η φωνή του Νίκου Ξυλούρη παραμένει διαχρονική, συνεχίζοντας να εμπνέει και να συγκινεί, ενώ το έργο του εξακολουθεί να αποτελεί φάρο για την ελληνική μουσική και πολιτιστική μας κληρονομιά.

Σήμερα συμπληρώνονται 45 χρόνια από τον θάνατο του εμβληματικού τραγουδιστή της Κρήτης, που η φωνή του ταυτίστηκε με το διαχρονικό αίτημα της δικαιοσύνης, την αντίσταση και την ειρήνη.

Ο Ψαρονίκος, όπως συνεχίζουν να τον αποκαλούν στα Ανώγεια, γεννήθηκε «στο βλέφαρο του κεραυνού» και το τραγούδι του παραμένει ζωντανό στο πέρασμα του χρόνου.

Ο Νίκος Ξυλούρης γεννήθηκε το 1936 στα Ανώγεια Μυλοποτάμου Ρεθύμνου, μέσα σε οικογένεια με βαθιά μουσική παράδοση και πολλούς λυράρηδες. Σε ηλικία μόλις πέντε ετών, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό του, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον τόπο του μαζί με τους συγχωριανούς του, βρίσκοντας προσωρινό καταφύγιο σε άλλο χωριό της επαρχίας Μυλοποτάμου μέχρι την απελευθέρωση της Κρήτης.

Από μικρός απέκτησε την πρώτη του λύρα και δεν άργησε να ξεκινήσει να παίζει σε γάμους και πανηγύρια. Στα 17 του αποφάσισε να μετακομίσει στο Ηράκλειο, όπου εργάστηκε στο νυχτερινό κέντρο “Κάστρο”.

Το 1958 παντρεύτηκε την Ουρανία Μελαμπιανάκη και απέκτησαν δύο παιδιά. Τον ίδιο χρόνο, στην Αθήνα, ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο με τίτλο “Μια μαυροφόρα που περνά”, ο οποίος γνώρισε μεγάλη επιτυχία στον χώρο της κρητικής μουσικής.

H οικία του Νίκου Ξυλούρη στα Ανώγεια

Το 1969 κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Ανυφαντού», που έγινε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του. Τον Απρίλιο του ίδιου έτους εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε κρητικό κέντρο στην Αθήνα, όπου το κοινό τον υποδέχτηκε με ενθουσιασμό. Η γνωριμία του με τον Τάκη Λαμπρόπουλο, διευθυντή της Columbia, αποτέλεσε την αφετηρία για τη μετάβασή του από την κρητική μουσική στο έντεχνο τραγούδι.

Έτσι, το 1971, ξεκίνησε η συνεργασία του με τον Γιάννη Μαρκόπουλο, με τον οποίο ηχογράφησε τα «Ριζίτικα», έναν δίσκο-σταθμό στην ελληνική δισκογραφία.

Λίγο νωρίτερα, είχε ηχογραφήσει το «Χρονικό». Την ίδια χρονιά, μαζί με τον Μαρκόπουλο, άρχισε να εμφανίζεται στη θρυλική μπουάτ «Λήδρα», όπου η φωνή του έγινε σύμβολο της αντίστασης κατά της δικτατορίας. Παράλληλα, συνεργάστηκε στενά με τον Θανάση Γκαϊφύλλια, δίνοντας συναυλίες σε όλη την Ελλάδα.

Το καλοκαίρι του 1973 συμμετείχε στο θεατρικό έργο «Το Μεγάλο μας Τσίρκο» με πρωταγωνιστές τον Κώστα Καζάκο και την Τζένη Καρέζη, στο θέατρο «Αθήναιον».

Η πορεία του Νίκου Ξυλούρη στη μουσική επισφραγίστηκε από σπουδαίες συνεργασίες με κορυφαίους συνθέτες όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Χριστόδουλος Χάλαρης και ο Χρήστος Λεοντής. Δίσκοι όπως το «Διόνυσε καλοκαίρι μας», η «Συλλογή», ο «Τροπικός της Παρθένου», ο «Ερωτόκριτος» και το «Καπνισμένο Τσουκάλι» (σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου) άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ελληνική μουσική.