Οι θέσεις που πήρε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας στα πρώτα βήματα της μακρόχρονης πορείας του έναντι της Μικρασιατικής Εκστρατείας και του Μακεδονικού βρίσκονται στο επίκεντρο μελέτης του ομότιμου καθηγητή Πολιτικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θάνου Βερέμη.
Ο γνωστός ακαδημαϊκός, στο βιβλίο 22 ερωτήσεις & απαντήσεις για το ‘22, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, αναφέρει πως, όταν οι δυνάμεις του Κεμάλ Ατατούρκ εξαπέλυσαν την τελική επίθεση εναντίον των στρατευμάτων μας τον Αύγουστο του 1922 και οδήγησαν στην ήττα και την καταστροφή της Σμύρνης, οι έλληνες κομμουνιστές συνεργάστηκαν με τούρκους ομοϊδεάτες τους, ζητώντας από το εκστρατευτικό μας σώμα να επιστρέψει στην πατρίδα.
Παράλληλα, τονίζει ότι η Σοβιετική Ένωση θεωρούσε την ελληνική κατοχή στη Μικρά Ασία επικίνδυνη για το δικό της μέλλον και για τον λόγο αυτό η Μόσχα συμπαραστάθηκε στον Κεμάλ, ώστε να απαλλαγεί «από ένα όργανο της Βρετανίας», καθώς «έτσι έβλεπε τους Έλληνες», όπως γράφει.
Ο κ. Βερέμης αναφέρει επίσης πως το ζήτημα της Μακεδονίας και η στάση περί ανεξαρτησίας της, συμπεριλαμβανομένης και της Θράκης, «ήταν αυτό που στοίχισε περισσότερο στο ΚΚΕ», ενώ εξηγεί πώς φθάσαμε στη θέση που πήρε ο ιστορικός ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος και γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, Νίκος Ζαχαριάδης, περί «πλήρους ισότητας των μειονοτήτων» στις δύο αυτές περιοχές.
Επικίνδυνη για τους Σοβιετικούς η ελληνική κατοχή της Μικράς Ασίας
Ας τα πάρουμε με τη σειρά. Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚΕ) ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1918 από περίπου 1.000 σοσιαλιστές, επτά αστικών κέντρων. Άμεση προτεραιότητά του ήταν ο σχηματισμός Κεντρικής Επιτροπής, η οποία θα εκλεγόταν από το ετήσιο συνέδριο του κόμματος. Κατά το δεύτερο συνέδριο μάλιστα (τον Απρίλιο του 1920) το ΣΕΚΕ αποφασίζει να γίνει μέλος της νεοσύστατης Τρίτης Διεθνούς (της διεθνούς οργάνωσης εργαζομένων που είχε ιδρυθεί τον Μάρτιο του 1919 στη Μόσχα).
Εκτός από την εχθρική δραστηριότητα των Ελλήνων στην Κριμαία εναντίον των μπολσεβίκων, «η Σοβιετική Ένωση θεωρούσε την ελληνική κατοχή στη Μικρά Ασία επικίνδυνη για το δικό της μέλλον. Αποφάσισε έτσι να συμπαρασταθεί στον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ώστε αυτός να απαλλαγεί από ένα όργανο της Βρετανίας», καθώς έτσι έβλεπε τους Έλληνες. «Μάλιστα η οργάνωση Παλαιοί (Κομμουνιστές) Πολεμιστές ασκούσε συστηματική προπαγάνδα στο μικρασιατικό πεδίο, εναντίον της Μικρασιατικής Εκστρατείας», σημειώνει ο συγγραφέας.
Τον Μάρτιο του 1921, η ελληνική κυβέρνηση στέλνει στη Μικρά Ασία απεργούς σιδηροδρομικούς υπαλλήλους ως τιμωρία. Πολλοί από αυτούς ήταν μέλη του ΚΚΕ και συνέχισαν εκεί το… παρακωλυτικό έργο τους. Κατά τον κ. Βερέμη, όταν ο Κεμάλ εξαπέλυσε την τελική του επίθεση τον Αύγουστο του 1922, οι έλληνες κομμουνιστές σε συνεργασία με τούρκους ομολόγους τους συμβούλευαν τους στρατιώτες να γυρίσουν σπίτια τους, εγκαταλείποντας τις θέσεις τους.
Στο μεταξύ, κύριο όργανο του κόμματος έγινε, όπως προγραμματιζόταν, η Κεντρική Επιτροπή και τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο του 1924, κατά το 3ο έκτακτο συνέδριο, επικυρώνεται η είσοδος του κόμματος στην Τρίτη Διεθνή. Έκτοτε καθιερώθηκε το όνομα «Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας» (ΚΚΕ) που επιβιώνει έως και σήμερα. Πρόκειται μακράν για το μακροβιότερο κοινοβουλευτικό κόμμα της χώρας μας.
«Ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη»
«Το σύνθημα περί “Ανεξάρτητης Μακεδονίας και Θράκης” υπήρξε αξίωση κυρίως του βουλγαρικού κομμουνιστικού κόμματος και οδήγησε το ΚΚΕ σε διάσπαση», όπως διαβάζουμε. Οι διανοούμενοι, Γιάννης Κορδάτος και Σεραφείμ Μάξιμος, έφυγαν απ’ το κόμμα προσπαθώντας να εξηγήσουν ότι η Μακεδονία δεν είχε πια την εθνολογική σύνθεση που τη χαρακτήριζε πριν από την Καταστροφή, ενώ η Τρίτη Διεθνής επέλεξε ως ηγέτη του ΚΚΕ τον πρόσφυγα, Νίκο Ζαχαριάδη, που ήταν φανατικός υποστηρικτής του ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης, Ιωσήφ Στάλιν. Ωστόσο, το μέγεθος των εκλογέων του ΚΚΕ παρέμεινε χαμηλό, καθώς το 1932 αριθμούσε μόνο 2.000 εγγεγραμμένα μέλη, που λίγο πριν από το 1936, αυξήθηκαν σε 10.000.
Η αλήθεια είναι πως το ζήτημα της Μακεδονίας ήταν αυτό που στοίχισε περισσότερο στο ΚΚΕ. «Οι πρόσφυγες που τοποθετήθηκαν στην ελληνική Μακεδονία από το κράτος, για να καταλάβουν τις περιουσίες των μουσουλμάνων που είχαν φύγει με την ανταλλαγή, έγιναν οι μεγάλοι αντίπαλοι της “ανεξάρτητης Μακεδονίας” της Τρίτης Διεθνούς (Κομιντέρν). Κατά τη διάρκεια της κατοχής οι πρόσφυγες Μακεδονίας και Θράκης σχημάτισαν κινήματα κατά της κομμουνιστικής αντίστασης και σε ορισμένες περιπτώσεις συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς, για να εξασφαλίσουν τη θέση τους έναντι των σλαβόφωνων της περιοχής και τη μονιμότητά τους εκεί», αναφέρει ο πανεπιστημιακός καθηγητής.
Όταν οι Βούλγαροι θέλησαν να αποσπάσουν την ελληνική Μακεδονία και Θράκη
Άξιο μνείας είναι το γεγονός πως με την ίδρυση της Τρίτης Διεθνούς τον Μάρτιο του 1919, η ηγεσία της θέλησε να ελέγξει τη Βαλκανική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία και κατάφερε να τη μετονομάσει σε Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία (BCF). Επικεφαλής του οργανισμού τέθηκε το βουλγαρικό κόμμα υπό τους Δημητρόφ, Κολάροφ και Καμπάκτσιεφ, με τον ισχυρισμό ότι το κόμμα είχε 38.000 μέλη. Διέθεταν ακόμα οι βούλγαροι κομμουνιστές την προτίμηση της Μόσχας. Από την αρχή της λειτουργίας του BCF οι Βούλγαροι θέλησαν να αποσπάσουν την ελληνική Μακεδονία και τη Θράκη και να τις ενσωματώσουν στη Βουλγαρία.
Από το 1920 οι ανακοινώσεις του BCF διεκτραγωδούσαν τα παθήματα της Βουλγαρίας από τους βαλκανικούς πολέμους και τη συνθήκη του Νεϊγύ και καλούσαν τους βαλκάνιους κομμουνιστές να ελευθερώσουν τους «υπόδουλους» Βούλγαρους της Μακεδονίας και της Θράκης.
Ο Γεώργιος Γεωργιάδης, ένας αριστερός δικηγόρος, κατάλαβε πρώτος από το κόμμα του ότι οι Βούλγαροι απεργάζονταν την οικειοποίηση των ελληνικών εδαφών υπό τη σκέπη της Τρίτης Διεθνούς. Όταν ο Κολάροφ του ζήτησε τη βοήθειά του για την ανεξαρτησία της Μακεδονίας, ο Γεωργιάδης αρνήθηκε. Ο Γεωργιάδης νόμισε προς στιγμή ότι είχε πείσει τον Λένιν πως το σύνθημα έκανε ζημιά στους έλληνες κομμουνιστές, όμως, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, βρέθηκε αντιμέτωπος με τη βουλγαρική αδιαλλαξία. Μετά το 1923 τουλάχιστον 89% του πληθυσμού της Μακεδονίας ήταν πλέον Έλληνες, ενώ στη Θράκη υπήρχαν ελάχιστοι Βούλγαροι, ίσως οι μουσουλμάνοι Πομάκοι.
Η θέση Ζαχαριάδη για «πλήρη ισότητα των μειονοτήτων» στη βόρεια Ελλάδα
Το 1926 ο Τσαρλς Χόουλαντ, γραμματέας της ΚΤΕ, έγραφε στην αναφορά του για την Ελλάδα: «Σήμερα η Ελληνική Δημοκρατία είναι ενιαία εθνολογικά, γλωσσικά και θρησκευτικά. Οι μειονότητες αποτελούν το 4,5% και ο ελληνικός πληθυσμός το 95%». Ενδιαφέρον φαινόμενο είναι η μεταμόρφωση του πανσλαβισμού του 19ου αιώνα στον μπολσεβικισμό του 20ού αιώνα υπέρ της παλιάς βουλγαρικής εθνοτικής ιδεολογίας. «Η ιστορία επαναλαμβανόταν με διαφορετικούς όρους», αναφέρει ο κ. Βερέμης.
Αφού δίχασε τους κομμουνιστές και μαζί τους πρόσφυγες και κατέστησε το ΚΚΕ «αντεθνικό» για τους υπόλοιπους ψηφοφόρους κόμμα, ο Ζαχαριάδης επιτέλους το 1935, κατά το έκτο συνέδριο της Κομιντέρν, εγκατέλειψε το σύνθημα της ανεξάρτητης Μακεδονίας και Θράκης και το αντικατέστησε με το «πλήρης ισότητα για τις μειονότητες». Το BCF, ύστερα από μια περίοδο μεγάλης δραστηριότητας στη δεκαετία του 1920, έπαψε να ακούγεται μετά το 1930. Από το 3,6% των ψήφων το 1926, το ΚΚΕ έπεσε στο 1,4% το 1928, με την επιστροφή του Βενιζέλου. Από το 1932 ως το 1936 ανέβηκε στο 5,76%. Οι εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στη σέχτα του Σιάντου και του Χαϊτά οδήγησαν σε πτώση των μελών σε 1.500. Με την παρουσία του Ζαχαριάδη στη Γενική Γραμματεία, τα μέλη αυξήθηκαν σε 4.500.