Τμήμα του Αδριάνειου Yδραγωγείου στην περιοχή της αρχαίας Τενέας, ενός από τα μεγαλύτερα υδραυλικά έργα του 2ου αι. μ.Χ. στον ελλαδικό χώρο, καθώς και τμήμα του προϊστορικού οικισμού της Τενέας, που χρονολογείται στην Πρώιμη Eποχή του Χαλκού ΙΙ (2600 – 2300 π.Χ.), αλλά και ένας εξαιρετικής αρχαιολογικής σημασίας και σπανιότητας θησαυρός 29 αργυρών αρχαίων ελληνικών νομισμάτων, που χρονολογούνται από τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. μέχρι και τη δεκαετία του 330 π.Χ., πολλά από τα οποία συγκαταλέγονται στα σπανιότερα και πλέον ιστορικά νομίσματα της αρχαίας Ελλάδας, αποκάλυψε η ανασκαφή στο Χιλιομόδι Κορινθίας.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, τον Οκτώβριο του 2023 ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της συστηματικής αρχαιολογικής έρευνας στο Χιλιομόδι Κορινθίας, στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Αρχαία Τενέα», υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου δρ Έλενας Κόρκα και με φορέα υλοποίησης τη Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού. Η ανασκαφή, μεταξύ άλλων, αποκάλυψε για πρώτη φορά φέτος, τμήμα του Αδριάνειου Υδραγωγείου στην περιοχή της αρχαίας Τενέας, προσδιορίζοντας επακριβώς πλέον την πορεία ενός από τα μεγαλύτερα υδραυλικά έργα του 2ου αι. μ.Χ. στον ελλαδικό χώρο, που σκοπό είχε την υδροδότηση της Αρχαίας Κορίνθου από τη Στυμφαλία. Ταυτόχρονα, εντοπίστηκε και ανασκάφηκε τμήμα του προϊστορικού οικισμού της Τενέας, που χρονολογείται στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού ΙΙ (2600 – 2300 π.Χ.), επιβεβαιώνοντας την κατοίκηση της περιοχής πριν από τη πτώση της Τροίας. Επιπρόσθετα, αποκαλύφθηκε πλούσιο κτιριακό συγκρότημα των ύστερων αρχαϊκών χρόνων μέχρι τους ελληνιστικούς χρόνους, με επιμέρους χώρους λατρευτικής χρήσης μεταξύ αυτών και τριών εξαιρετικά επιμελημένων δεξαμενών, η μια εξ αυτών με κλίμακα καθόδου – ανόδου.
Εξαιρετικής αρχαιολογικής σημασίας και σπανιότητας -συνεχίζει η ανακοίνωση του ΥΠΠΟ- είναι ο θησαυρός 29 αργυρών αρχαίων ελληνικών νομισμάτων που εντοπίστηκε μαζί με φορητό πήλινο βωμό, μικρογραφικό αγγείο και ειδώλιο ίππου με αναβάτη. Ο θησαυρός περιλαμβάνει νομίσματα που χρονολογούνται από τον ύστερο 6ο αι. π.Χ. μέχρι και τη δεκαετία του 330 π.Χ., πολλά εξ αυτών από τα σπανιότερα και πλέον ιστορικά νομίσματα της αρχαίας Ελλάδας, όπως τρεις στατήρες Ήλιδος που κόπηκαν στην Ολυμπία κατά τη διάρκεια διαφορετικών Ολυμπιακών Αγώνων, στατήρας της Αίγινας με χερσαία αντί για θαλάσσια χελώνα, στατήρες Στύμφαλου, ‘Αργους και Οπουντίων Λοκρών, καθώς και στατήρας Θήβας του 5ου αι. π. Χ. που απεικονίζει τον Ηρακλή να πνίγει με τα χέρια του δύο φίδια. Η παρουσία του εν λόγω θησαυρού συνδέεται με τα ευρήματα λατρευτικής χρήσης (γυναικεία και ζωόμορφα ειδώλια, μικρογραφικά αγγεία και άλλα) που είχαν εντοπιστεί πέρυσι και συνέχισαν να εντοπίζονται και φέτος προσδίδοντας ξεκάθαρα τελετουργικό χαρακτήρα στους χώρους που αποκαλύπτονται.
Σε ανώτερα ανασκαφικά στρώματα ανασκάφηκαν δύο κτιριακά συγκροτήματα των ρωμαϊκών και ύστερων ρωμαϊκών χρόνων. Το ένα έκτασης 160 τ.μ. που αποτελεί συνέχεια αυτού των 281 τ.μ. του 2022, με επιμέρους εργαστηριακές εγκαταστάσεις και χώρους αποθήκευσης. Το δεύτερο κτηριακό συγκρότημα είναι ανεσκαμμένης έκτασης 300 τ.μ. με επιμέρους δωμάτια περιμετρικά ενός υπερυψωμένου στεγασμένου προστώου – διαδρόμου μήκους μέχρις στιγμής 14,5 μ. και πλάτους 3,00 μ., που φέρει επίστρωση από πήλινες πλάκες.
Τέλος, ανασκάφηκαν στη ζώνη των νεκροταφείων και δίπλα στο ρωμαϊκό ταφικό μνημείου ΙΙ του 2022 λακκοειδείς τάφοι ρωμαϊκών χρόνων και συστάδα αρχαϊκών τάφων πλούσια κτερισμένων.