Η ανάπτυξη της αλβανικής οικονομίας διατήρησε ανοδικές τάσεις τα τελευταία χρόνια, με το ΑΕΠ να τρέχει το 2018 με 4,2%.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, σημαντικό εργαλείο για την περαιτέρω ανάπτυξη της αλβανικής οικονομίας αποτελούν οι μεταρρυθμίσεις.
Η χώρα τα τελευταία χρόνια είδε οφέλη από την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, επισημαίνεται στην ανακοίνωση του ΔΝΤ και προστίθεται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας αναμένεται να διατηρηθεί -μεσοπρόθεσμα- σε υψηλά επίπεδα, έχοντας ως βάση στήριξης τις ισχυρές εξαγωγές, τον τουρισμό και τις επενδύσεις στον τομέα των υποδομών.
Τον Οκτώβριο του 2018, η Αλβανία εξέδωσε ομόλογο σε ευρώ –με διάρκεια ωρίμανσης επτά έτη και επιτόκιο 3,50%- καταφέρνοντας να αντλήσει 500 εκατομμύρια ευρώ.
Μεσοπρόθεσμα, η Αλβανία καλείται να προστατευθεί από την έκθεσή της «στους αυξανόμενους κινδύνους για την ανάπτυξη στην Ευρώπη, κυρίως στους κύριους εμπορικούς της εταίρους. Μια κάμψη στις χώρες αυτές θα μπορούσε να “αποτυπωθεί” σε χαμηλότερες εξαγωγές, μειωμένα εμβάσματα και λιγότερες άμεσες ξένες επενδύσεις».
Το δημόσιο χρέος είναι υψηλό, ενώ η χαμηλή εγχώρια αποταμίευση και η απουσία μεγάλων θεσμικών επενδυτών ενισχύουν την εξάρτηση από ξένες πηγές χρηματοδότησης. Η αυξανόμενη εξάρτηση από τις ΣΔΙΤ για έργα υποδομής είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των ενδεχόμενων υποχρεώσεων. Οι εγχώριοι κίνδυνοι περιλαμβάνουν, επίσης, τον αντίκτυπο της ξηρασίας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, δημιουργώντας κινδύνους για τον προϋπολογισμό.
Το ΔΝΤ ενθαρρύνει τις αλβανικές αρχές να αξιοποιήσουν το ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον για την περαιτέρω προώθηση πολιτικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την εδραίωση της μακροοικονομικής σταθερότητας και την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Επίσης, υπογραμμίζει την ανάγκη επιπλέον δημοσιονομικής εξυγίανσης, της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, με έμφαση στην ενίσχυση του κράτους δικαίου, την καταπολέμηση της διαφθοράς και την εφαρμογή πολιτικών για ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, καθώς και για τη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών.