Η βρετανική οικονομία έδειξε ισχυρές αντοχές μετά την ψήφο υπέρ του Brexit τον Ιούνιο, καθώς οι δαπάνες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων αυξήθηκαν στο τρίτο τρίμηνο, μεταδίδει το πρακτορείο Bloomberg.
Οι καταναλωτικές δαπάνες αυξήθηκαν 0,7% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο και οι επενδύσεις των επιχειρήσεων κατά 0,9%, σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας. Ο ρυθμός ανάπτυξης της βρετανικής οικονομίας σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο διαμορφώθηκε στο 0,5%, όπως και κατά την πρώτη εκτίμηση, με τη μεγαλύτερη συμβολή να προέρχεται από το εξωτερικό εμπόριο.
Τα στοιχεία αφορούν το πρώτο πλήρες τρίμηνο μετά την απόφαση για το Brexit. Αν και σήμερα είναι λίγες οι ενδείξεις κάποιας σημαντικής επίπτωσης από την απόφαση αυτή στη βρετανική οικονομία, η ανάπτυξή της αναμένεται να επιβραδυνθεί το επόμενο έτος. Προχθές, το Γραφείο για την Παρακολούθηση του Προϋπολογισμού αναθεώρησε πτωτικά την πρόβλεψή του για τον ρυθμό ανάπτυξης το 2017 στο 1,4% από 2,2%, σημειώνοντας ότι η αβεβαιότητα θα οδηγήσει τις επιχειρήσεις να καθυστερήσουν τις επενδύσεις, ενώ η πτώση της στερλίνας συμπιέζει το εισόδημα των καταναλωτών μέσω της αύξησης των τιμών των εισαγωγών.
«Οι επιχειρηματικές επενδύσεις πήγαν καλά αμέσως μετά το δημοψήφισμα για τη συμμετοχή στην ΕΕ, αν και είναι πιθανόν ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος οι επενδυτικές αποφάσεις είχαν ληφθεί πριν από την ημέρα του δημοψηφίσματος», ανέφερε εκπρόσωπος της Στατιστικής Υπηρεσίας. «Αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση των καταναλωτικών δαπανών που προκλήθηκε από το αυξημένο εισόδημα των νοικοκυριών και μία ισχυρή επίδοση στους κυρίαρχους κλάδους υπηρεσιών, διατήρησε τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας κοντά στον ιστορικό μέσο όρο του», πρόσθεσε.
Το καθαρό αποτέλεσμα από το εξωτερικό εμπόριο πρόσθεσε 0,7 της ποσοστιαίας μονάδας στο ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου, καθώς οι εξαγωγές αυξήθηκαν 0,7% και οι εισαγωγές μειώθηκαν 1,5%. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συμβολή του εμπορίου στο ΑΕΠ από τις αρχές του 2014 και την πρώτη φέτος.