Την παραδοχή ότι «οι Έλληνες εφάρμοσαν επί της ουσίας τις μεταρρυθμίσεις και τις ψήφισε το ελληνικό Κοινοβούλιο», διατύπωσε ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε σε συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση του ECOFIN, προσθέτοντας ότι η επιδίωξη είναι να κλείσει η αξιολόγηση στο επόμενο Eurogroup.
Ο κ. Σόιμπλε άφησε αιχμές για τη στάση του ΔΝΤ, καλώντας το Ταμείο «να τηρήσει αυτά τα οποία συμφωνήθηκαν ήδη από την αρχή της συμμετοχής του στα προγράμματα σωτηρίας». Σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους, ανέφερε ότι εάν χρειάζονται μεσοπρόθεσμα περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης, από αυτά που έχουν συμφωνηθεί τον Μάιο του 2016, αυτό θα κριθεί μετά τη λήξη του προγράμματος, επισημαίνοντας ότι «οι δυνατότητες είναι πολύ πιο περιορισμένες». Έστρεψε δε τα πυρά του προς το εσωτερικό της Γερμανίας, δηλώνοντας χαρακτηριστικά «να εξηγήσω και στο Βερολίνο σε συναδέλφους ότι υπάρχει νομοθετική ρύθμιση στο Κοινοβούλιο η οποία αποκλείει τις διαπραγματεύσεις πέραν των ψηφισθέντων».
Αναλυτικά, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο γερμανός υπουργός Οικονομικών τόνισε πως αν και «ασχοληθήκαμε επί μακρόν με την Ελλάδα, δυστυχώς δεν καταλήξαμε σε κάποιο αποτέλεσμα». Προσέθεσε πως «οι Έλληνες εφάρμοσαν επί της ουσίας τις μεταρρυθμίσεις και τις ψήφισε το ελληνικό Κοινοβούλιο. Για το θέμα αυτό λάβαμε την έκθεση των θεσμών και έτσι υπάρχει η προϋπόθεση του κλεισίματος της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος», παραπέμποντας «το κλείσιμο της αξιολόγησης στην επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup, σε τρεις βδομάδες».
Ο κ. Σόιμπλε προσέθεσε ότι, καθώς απαιτείται ακόμα κάποια τεχνική βοήθεια, στο βαθμό αυτό η χτεσινή συνεδρίαση δεν ήταν χαμένος χρόνος.
Επανέλαβε την πάγια θέση του για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τη συμμετοχή του ΔΝΤ λέγοντας «πρέπει όμως εκτός από τις προϋποθέσεις για την καταβολή της δόσης, στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μαΐου 2016, κατά τη λήξη τους προγράμματος να επιτυγχάνεται ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για 5 χρόνια και αυτή είναι η τυπική προϋπόθεση για τη συμμετοχή του ΔΝΤ».
Ο γερμανός ΥΠΟΙΚ παραδέχτηκε ότι δεν επετεύχθη συμφωνία «λόγω της απόκλισης απόψεων στο θέμα της βιωσιμότητας του χρέους -το οποίο είναι σχετικά περίπλοκο- δεν καταφέραμε να επιτύχουμε την συγκατάθεση του ΔΝΤ χτες. Αυτό πρέπει να το επιτύχουμε στις επόμενες τρεις βδομάδες».
Αναφερόμενος στη διαφωνία με το ΔΝΤ εξήγησε ότι επιχειρήθηκε η επίλυση του προβλήματος σε δύο σημεία: «Το ένα είναι να βρούμε έναν τρόπο να συμμετάσχει τώρα το ΔΝΤ, αλλά η οικονομική συμμετοχή του να ξεκινήσει μετά το τέλος του προγράμματος. Διότι έχουμε πει ότι θα εξετάσουμε στο τέλος του προγράμματος τι επετεύχθη μέχρι τότε και από άποψη οικονομικής και δημοσιονομικής εξέλιξης και αναλόγως θα λάβουμε στο πλαίσιο αυτό μεσοπρόθεσμα περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, δεδομένου ότι το Μάιο του 2016 τα καθορίσαμε».
Σε αυτό το σημείο έκανε έμμεση αναφορά στις δηλώσεις του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ: «Πρέπει να εξηγήσω και στο Βερολίνο σε συναδέλφους, και όχι τόσο σε συναδέλφους μου στο Eurogroup, ότι υπάρχει νομοθετική ρύθμιση στο Κοινοβούλιο η οποία αποκλείει τις διαπραγματεύσεις πέραν των ψηφισθέντων, άλλων δηλαδή δημιουργικών λύσεων τις οποίες σκέφτονται ορισμένοι, ότι δηλαδή οι δυνατότητες είναι πολύ πιο περιορισμένες από αυτές που διαβάζει κανείς στις εφημερίδες», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως «γι’ αυτό και παραμένουμε στο πλαίσιο των συμφωνηθέντων του Μαΐου 2016, κάτι το οποίο δεν είναι επίμαχο».
Στη συνέχεια ο κ. Σόιμπλε καυτηρίασε τη στάση του ΔΝΤ: «Σε αυτό το πλαίσιο προσπαθήσαμε να βρούμε μια λύση λαμβάνοντας κατά κάποιο τρόπο υπόψη τους ενδοιασμούς του ΔΝΤ για να ορίσουμε ακριβέστερα ποια θα μπορούσαν να είναι αυτά τα μέτρα. Αποτύχαμε τελικά, διότι το ΔΝΤ αποδείχτηκε σχετικά δύσκολο κατά τις συζητήσεις, για να το διατυπώσω ευγενικά. Ένας εκ των συμμετεχόντων Ευρωπαίων αναφώνησε μάλιστα ότι είμαστε μέτοχοι του ΔΝΤ. Δεν το είπα εγώ, μόνο ανέφερα τι είπε κάποιος άλλος», είπε.
Ακόμη, ο γερμανός ΥΠΟΙΚ εξήγησε ότι οι επόμενες τρεις βδομάδες θα αξιοποιηθούν «ώστε οι Ευρωπαίοι να πείσουν το ΔΝΤ να τηρήσει αυτά τα οποία συμφωνήθηκαν ήδη από την αρχή της συμμετοχής του στα προγράμματα σωτηρίας στα οποία λαμβάνει μέρος ήδη από το 2010» και προσέθεσε: «Γι’ αυτό και πρέπει να συνεχίσει να συμμετέχει σε αυτή την γραμμή, διότι διαφορετικά θα πρόκειται για ένα άλλο πρόγραμμα το οποίο θα χρειάζεται την έγκριση μιας σειράς ευρωπαϊκών κοινοβουλίων, κάτι το οποίο δεν θα ήθελε κανείς στην Ευρώπη. Γι’ αυτό κινηθήκαμε σε αυτό το πλαίσιο».
Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Σόιμπλε, αν και γύρω στα μεσάνυχτα υπήρχε η αίσθηση για συμφωνία, «ένα μέλος της ευρωζώνης δήλωσε ότι δεν μπορεί να συμφωνήσει σε αυτή τη βάση και ότι έπρεπε να επεξεργαστεί αυτό στο οποίο χτες τα μεσάνυχτα είχαμε καταλήξει».
«Θα δούμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση. Δεν είχαμε βέβαια την πιο ενθουσιώδη των διαθέσεων που συνέβη αυτό, αλλά πρέπει να δει κανείς ότι δεν χάνουμε χρόνο για το θέμα της Ελλάδας, διότι τα τεχνικά θέματα θα διαρκούσαν ούτως ή άλλως μέχρι την επόμενη συνεδρίαση του Eurogroup, οπότε μπορεί να υπάρξει συμφωνία», κατέληξε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.