Δυσάρεστες εκπλήξεις μπορεί να επιφυλάσσει στους δανειολήπτες η επιλογή για ένταξή τους στον νόμο Κατσέλη, αν δεν προηγηθεί προσεκτική έρευνα σε σχέση με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις, δεδομένου ιδίως ότι ένα μεγάλο ποσοστό των πολιτών με κόκκινα δάνεια αγνοεί βασικές παραμέτρους των ρυθμίσεων. Ως αποτέλεσμα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο νόμος μπορεί να αποδειχτεί σωτήριος για τα νοικοκυριά, σε άλλες υπάρχει κίνδυνος να αναγκαστούν να «σηκώσουν» τις οφειλές η οικογένεια ή οι φίλοι των δανειοληπτών, που έχουν οριστεί ως εγγυητές.
Τα παραπάνω προέκυψαν από δηλώσεις στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων του προέδρου του Κέντρου Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ), Νίκου Τσεμπερλίδη, ενόψει αποψινής εκδήλωσης του φορέα για τα κόκκινα δάνεια και τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Ποιες είναι οι βασικές συμβουλές που μπορεί να δώσει σε έναν καταναλωτή με κόκκινο δάνειο; «Πρώτον, να διερευνήσει προσεκτικά ποιον δρόμο θέλει ν΄ ακολουθήσει, τής ένταξης στον νόμο Κατσέλη ή τής εξωδικαστικής επίλυσης μέσω του Κώδικα Δεοντολογίας της Τραπέζης της Ελλάδος, γιατί στην πρώτη περίπτωση όποια ρύθμιση και αν κάνει, η τράπεζα μπορεί να διεκδικήσει τα όσα θα χάσει από τους εγγυητές, με αποτέλεσμα τη μεταφορά των βαρών σε φίλους και συγγενείς (σ.σ. ο εγγυητής του δανείου ευθύνεται για όλο το ποσό που έχει εγγυηθεί ξεχωριστά από τον κυρίως οφειλέτη. Αυτό σημαίνει ότι αν ο κυρίως οφειλέτης προσφύγει στο Ειρηνοδικείο και εξασφαλίσει μια ευνοϊκή απόφαση για τον ίδιο, ο εγγυητής δεν προστατεύεται και πρέπει να κάνει ξεχωριστή αίτηση)», σημείωσε ο κ. Τσεμπερλίδης.
Ζητήστε γνώμη
Άρα, πρόσθεσε, «ο δανειολήπτης θα πρέπει να καθίσει δίπλα σε έναν σύμβουλο, ιδανικά οικονομολόγο με νομικές γνώσεις, ώστε πριν κάνει την επιλογή του να σχηματίσει πλήρη εικόνα σε σχέση με το ποιοι είναι οι κίνδυνοι και ποιους ενδέχεται να επιβαρύνει, και τελικά να κάνει μια σωστή κίνηση τακτικής. Τα μέλη του ΚΕΠΚΑ έχουν αυτή τη στήριξη». Επιπρόσθετα, όπως υποστήριξε ο κ. Τσεμπερλίδης, αν κάποιος δανειολήπτης, ιδίως καταναλωτικού δανείου, συνειδητοποιήσει έστω και εκ των υστέρων ότι άστοχα έκανε αίτημα ένταξης στον νόμο, θα πρέπει να την αποσύρει, αντί να περιμένει τα πράγματα …να πάρουν μόνα τους τον δρόμο τους, ώστε να μη βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να πληρώσει εκ των υστέρων τις οφειλές του, διογκωμένες με την προσθήκη των τόκων υπερημερίας για όσο διάστημα μεσολάβησε.
Εκδίκαση υποθέσεων το 2027 ή το 2030 – Προσοχή στους τόκους υπερημερίας σε περίπτωση απόρριψης
«Οι αιτήσεις που κατατίθενται αυτή τη στιγμή στη Θεσσαλονίκη υπολογίζεται ότι θα εκδικαστούν το 2027 και εκείνες που κατατίθενται στην Αθήνα το 2030. Υπάρχει μεν βούληση να επιταχυνθεί η διαδικασία με την προσθήκη δικαστικών, αλλά με τα σημερινά δεδομένα ισχύει το 2027 και το 2030. Ένας καταναλωτής λοιπόν, που καταθέτει σήμερα αίτηση ένταξης στον νόμο για ένα καταναλωτικό δάνειο, μπορεί να βλέπει τώρα τους τόκους να σταματούν, αλλά αν η υπόθεση εκδικαστεί το 2030 και το αίτημά του απορριφθεί, τότε θα κληθεί να πληρώσει την οφειλή του, συν τους τόκους υπερημερίας για όλο το διάστημα από την κατάθεση της αίτησής του μέχρι την απόρριψή της’ εξήγησε, ενώ για να δώσει ένα μέτρο του αριθμού των αιτούντων, που αφορά αυτό το ενδεχόμενο, σημείωσε ότι «περίπου το 50% των αιτήσεων απορρίπτονται».
Μείνετε… συνεργάσιμοι
Η δεύτερη βασική συμβουλή του προς τους δανειολήπτες είναι να εξακολουθήσουν να έχουν επαφή με την τράπεζα στην οποία υπάρχει η οφειλή, ώστε να μη χαρακτηριστούν «μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες». Το τελευταίο δεν συμβαίνει μόνο αν παρέλθουν αρκετοί μήνες ανεξόφλητων δόσεων, με αποτέλεσμα να καταγγελθεί η σύμβαση του δανείου, αλλά και σε περίπτωση παροχής ανακριβών στοιχείων (όπως για παράδειγμα δήλωση ψεύτικων ονομάτων και γενικότερα ψευδών στοιχείων). Τρίτον, υποστηρίζει, οι δανειολήπτες «πρέπει να κλείνουν τα αυτιά τους στα μεγάλα λόγια» περί απελευθέρωσής τους από τις οφειλές που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν. «Τα κόκκινα δάνεια σχετίζονται με τη βιωσιμότητα των τραπεζών και κανένα θέμα που τα αφορά δεν μπορεί να λυθεί χωρίς συναίνεση και από τις δύο πλευρές. Ό,τι και να λέγεται κατά καιρούς, η λύση μπορεί να είναι μόνο μέσος δρόμος», υπογραμμίζει, ενώ ερωτηθείς τι ποσοστό των καταναλωτών έχει άγνοια ακόμη και για βασικά στοιχεία των ρυθμίσεων, απάντησε ότι ένα 50% ανήκει σε αυτή την κατηγορία.