Μετά την ετήσια ανταλλαγή πληροφοριών και τη διοικητική συνδρομή με χώρες του εξωτερικού έρχεται η αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε. για την αποκάλυψη συγκεκριμένων περιπτώσεων φοροδιαφυγής. Οι πληροφορίες ανταλλάσσονται αυθόρμητα όταν εφοριακοί υπάλληλοι/ελεγκτές Φορολογικής Αρχής ενός κράτους, αφού συγκέντρωσαν πληροφορίες κατά τη διάρκεια ή μετά τη διενέργεια ελέγχου ή κάποιου άλλου είδους φορολογικής διαδικασίας, διέκριναν ότι αυτές οι πληροφορίες ενδεχομένως να οδηγούν σε φορολογητέα ύλη, αποκρυβείσα και φορολογητέα στο άλλο κράτος, και του τις διαβιβάζει χωρίς αυτό το Κράτος να τις έχει ζητήσει προηγουμένως.
Η αποτελεσματικότητα αυτής της μορφής ανταλλαγής πληροφοριών βασίζεται στην ενεργό συμμετοχή και συνεργασία των ελεγκτικών υπηρεσιών και φέρει, συνήθως, θετικό αποτελέσματα, δεδομένου ότι αφορά στοιχεία που ανιχνεύονται και επιλέγονται από εφοριακούς υπαλλήλους/ελεγκτές.
Νέα αναλυτική εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή περιγράφει τον τρόπο και τη μεθοδολογία της ανταλλαγής των πληροφοριών για καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, μερίσματα, τόκους αλλά και ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν σε λογαριασμούς που διατηρούν φορολογούμενοι στο εξωτερικό.
Οι πληροφορίες θα ανταλλάσσονται αυθόρμητα κατά τη διάρκεια ή μετά τη διενέργεια ελέγχου ή κάποιου άλλου είδους φορολογικής διαδικασίας και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί κάποιο σχετικό αίτημα.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο η αυτόματη ανταλλαγή ενεργοποιείται στις ακόλουθες 6 περιπτώσεις:
- Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι στο άλλο κράτος υφίσταται φοροδιαφυγή.
- Ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει σε ένα κράτος μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι’ αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή του σε φόρο στο άλλο κράτος.
- Όταν πραγματοποιούνται επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταξύ προσώπων των συμβαλλόμενων κρατών, κατά τέτοιον τρόπο που ενδέχεται να συνεπάγονται μείωση ή εξάλειψη του φόρου είτε στο ένα, είτε στο άλλο, είτε και στα δύο συμβαλλόμενα κράτη.
- Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται μείωση ή εξάλειψη φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές/πλασματικές μεταφορές κερδών εντός συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
- Από πληροφορίες που διαβίβασε σε ένα κράτος η Αρμόδια Αρχή του άλλου κράτους προκύπτουν πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν σημασία για την αξιολόγηση της επιβολής φόρου στο δεύτερο κράτος.
- Για συγκεκριμένες φορολογικές γνωμοδοτήσεις για συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα (αρμοδιότητα της Δ/νσης Επιχειρησιακού Σχεδιασμού Ελέγχων της Γενικής Δ/νσης Φορολογικών Λειτουργιών της ΑΑΔΕ).
Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών αφορά:
- Λογαριασμούς Θεματοφυλακής (μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια)
- Καταθετικούς Λογαριασμούς
- Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με αξία εξαγοράς ή ασφαλιστήρια συμβόλαια προσόδων
- Ακαθάριστα ποσά τόκων, μερισμάτων και λοιπών εισοδημάτων
- Ακαθάριστα έσοδα από πώληση ή εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον Δηλωτέο Λογαριασμό κατά το έτος αναφοράς.
Σε ότι αφορά τη φύση των πληροφοριών σύμφωνα με την εγκύκλιο θα περιλαμβάνουν:
- Αναλυτικά στοιχεία ταυτοποίησης του Δηλωτέου προσώπου (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, ΑΦΜ, ημερομηνία και τόπος γέννησης) τον αριθμό του Δηλωτέου Λογαριασμού, στοιχεία ταυτοποίησης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, την αξία και το υπόλοιπο του λογαριασμού.
- Στοιχεία ταυτότητας του προσώπου από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες και, ενδεχομένως, η σχέση του με το πρόσωπο/α που αφορούν οι πληροφορίες: όνομα, οικογενειακή κατάσταση (κατά περίπτωση), ΑΦΜ, εφόσον είναι γνωστός, διευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή της διαδικτυακής διεύθυνσης, τον αριθμό εγγραφής (π.χ. στο Εμπορικό Μητρώο), σε περίπτωση νομικού προσώπου, αποδεικτικά που απεικονίζουν τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων που εμπλέκονται (εφόσον είναι γνωστά / διαθέσιμα).
- Εάν οι πληροφορίες περιλαμβάνουν μία πληρωμή ή μία συναλλαγή μέσω ενός ενδιάμεσου τρίτου μέρους, το όνομα, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ, εάν είναι γνωστός, του ενδιάμεσου μέρους, συμπεριλαμβανομένων, εάν είναι γνωστά, της επωνυμίας του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, καθώς και του αριθμού του χρηματοοικονομικού λογαριασμού, όταν παρέχονται σχετικές πληροφορίες.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία θα πρέπει να αξιολογούνται κατά το δυνατόν ως προς τη χρησιμότητά τους και να διασφαλίζεται ότι είναι όσο το δυνατόν πλήρεις έτσι ώστε οι φορολογούμενοι να μπορούν να ταυτοποιηθούν και να μπορεί να γίνει κατανοητό το σχήμα της πιθανολογούμενης φοροδιαφυγής.