Ιδιαίτερα κρίσιμη για όσους Έλληνες και λοιπούς Ευρωπαίους πολίτες έχουν λάβει στεγαστικό δάνειο σε ελβετικό φράγκο θεωρείται η 15η Ιουνίου καθώς εκείνη την ημέρα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναμένεται να εκδώσει απόφαση για το τί μέλλει γενέσθαι με τα δάνεια των Πολωνών πολιτών, ωστόσο τα όσα θα ειπωθούν θα αφορούν και τους δανειολήπτες των υπολοίπων κρατών που βρίσκονται στην ίδια μοίρα.
Να σημειωθεί ότι στην Πολωνία, όπως και στην Ελλάδα και διάφορες άλλες χώρες, πολλοί δανειολήπτες είχαν λάβει στεγαστικό δάνειο σε ελβετικό φράγκο (και όχι σε ευρώ ή άλλα τοπικά νομίσματα) επειδή τα επιτόκια μέσω αυτής της επιλογής ήταν χαμηλά και η ισοτιμία με τα άλλα νομίσματα ευνοϊκή γι’ αυτούς. Στη συνέχεια όμως, τα δεδομένα άλλαξαν, το ελβετικό φράγκο ακρίβυνε και έτσι όσοι είχαν πάρει δάνειο κλήθηκαν να πληρώσουν υπέρογκες δόσεις, με αποτέλεσμα κάποιοι εξ αυτών να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη.
Θυμίζουμε ότι στην Ελλάδα η μεγάλη αύξηση ως προς τη χορήγηση στεγαστικών δανείων σε ελβετικό φράγκο πραγματοποιήθηκε την περίοδο 2006 – 2009, όταν περίπου 70.00 συμπολίτες μας έλαβαν στεγαστικά δάνεια συνολικού ύψους περίπου 7 δισεκατομμυρίων ευρώ. Από το 2014 και μετά όμως, ύστερα από την απελευθέρωση της ισοτιμίας του ελβετικού φράγκου, το νόμισμα ανατιμήθηκε κατά 30% έναντι του ευρώ με αποτέλεσμα να αυξηθεί αντιστοίχως και η δόση του δανείου.
Εάν η επίσημη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ακολουθήσει την ίδια προσέγγιση με την τελευταία γνωμάτευση που έχει εκδοθεί για το θέμα, τότε μεγάλοι νικητές θα είναι οι δανειολήπτες και χαμένες οι τράπεζες, που θα χρειαστεί να επιμεριστούν επιπλέον κόστος. Ο γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Άντονι Μάικλ Κόλινς έχει εκδώσει ήδη από το Φεβρουάριο γνωμάτευση ότι οι πολωνικές τράπεζες που έχουν χορηγήσει τέτοια δάνεια και τα οποία κρίθηκαν από δικαστήρια της συγκεκριμένης χώρας άκυρα, επειδή περιείχαν αθέμιτους όρους, δεν μπορούν να επιδιώξουν αξιώσεις για πρόσθετες χρεώσεις. Εάν το Δικαστήριο λάβει κι επίσημα την απόφαση αυτή, τότε οι δανειολήπτες θα ανακουφιστούν.
Η πρώτη αυτή μη δεσμευτική γνωμάτευση έκρινε ότι σε περιπτώσεις όπου οι αμφισβητούμενες συμβάσεις στεγαστικών δανείων ακυρώνονται από τα τοπικά δικαστήρια, οι δανειστές (δηλαδή οι τράπεζες) δεν μπορούν να διεκδικήσουν πληρωμές πέρα από την επιστροφή του κεφαλαίου του δανείου. Το θέμα έχει πάρει όλα αυτά τα χρόνια τόσο μεγάλες διαστάσεις στην Πολωνία, που σύμβουλος του πρωθυπουργού της χώρας ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα ότι εξετάζεται το ενδεχόμενο γενικής μετατροπής στο εθνικό νόμισμα, το ζλότι, όλων των στεγαστικών δανείων που έχουν χορηγηθεί σε ελβετικά φράγκα, ως μέρος σχεδίου έκτακτης ανάγκης ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα.
Από την πλευρά του πάντως το τραπεζικό λόμπι ZBP της Πολωνίας, που βλέπει ήδη τις τιμές των μετοχών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της χώρας να πιέζονται, ενόψει της αναμενόμενης απόφασης, υποστηρίζει ότι η τελική απόφαση μπορεί να είναι λιγότερο θετική υπέρ των καταναλωτών. Θεωρεί πως το βασικό σημείο για την απόφαση, θα είναι κατά πόσον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα επιτρέψει στους Πολωνούς δικαστές να αξιολογήσουν εάν οι τράπεζες μπορούν να μηνύσουν τους δανειολήπτες, ώστε αυτές να αποζημιωθούν για τους τόκους και τις προμήθειες που χάθηκαν βάσει της πολωνικής νομοθεσίας. «Μια τράπεζα δεν δικαιούται να διεκδικήσει απαιτήσεις έναντι καταναλωτή οι οποίες υπερβαίνουν την επιστροφή του μεταβιβασθέντος κεφαλαίου δανείου και την πληρωμή τόκων υπερημερίας με το νόμιμο επιτόκιο από την ημερομηνία της αίτησης για αποζημίωση», έκρινε πάντως από την πλευρά του ο γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.