Διεθνής συναγερμός σήμανε από την ξαφνική κατάρρευση της τράπεζας «Silicon Valley Bank» (SVB). Οι αμερικανικές αρχές έσπευσαν άμεσα να ανακοινώσουν παρέμβαση για την κάλυψη των καταθετών, ώστε να περιορίσουν τον πανικό και να αποφύγουν ένα ντόμινο που θα οδηγούσε σε μια νέα χρηματοοικονομική κρίση. Παράλληλα, η HSBC ανακοίνωσε την εξαγορά της βρετανικής μονάδας της τράπεζας, έναντι μόλις μιας στερλίνας, με τη δέσμευση να προστατεύσει τις καταθέσεις των βρετανών πελατών.
Η τράπεζα, αν και φαινομενικά «περιφερειακή», με μόλις περίπου 20 καταστήματα διαχειριζόταν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια καταθέσεων καθώς ήταν μια από τις πιο γνωστές τράπεζες στον ισχυρό τομέα της τεχνολογίας και των νεοφυών επιχειρήσεων. Η κατάρρευσή της αποτέλεσε την μεγαλύτερη τραπεζική πτώχευση στις ΗΠΑ εδώ και πολλά χρόνια, ξυπνώντας τις εφιαλτικές μνήμες της κρίσης που προκάλεσε η κατάρρευση της Lehman Brothers.
Η ταχύτατη κατάρρευση της SVB ξεκίνησε πριν από μερικές ημέρες, όταν υπήρξε η πληροφόρηση πως αντιμετώπιζε πρόβλημα ρευστότητας. Αρχικά η διοίκηση επιχείρησε να συγκεντρώσει κεφάλαια πουλώντας μετοχές και στη συνέχεια αναζήτησε ακόμη και αγοραστή. Οι προσπάθειές της όχι μόνο έπεσαν στο κενό, αλλά προκάλεσαν και έναν πανικό στους επενδυτές, οι οποίοι έσπευσαν να αποσύρουν τα χρήματά τους.
Αυτή η κίνηση επιτάχυνε το τέλος της και τελικά την Παρασκευή οι αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές ανακοίνωσαν το οριστικό κλείσιμο της SVB, με πολλές καταθέσεις να εγκλωβίζονται στο τραπεζικό «ναυάγιο».
Η «αυτοκτονία» της SVB με φόντο την επιθετική πολιτική της FED
Αναλυτές εκτιμούν πως ήταν η στρατηγικής της SVB που αποδείχθηκε «μοιραία». Η τράπεζα είχε επικεντρώσει τις δραστηριότητές της σχεδόν αποκλειστικά σε έναν κλάδο, αυτόν της βιομηχανίας της τεχνολογίας. Η υψηλή έκθεσή συνεπάγεται και μεγάλη εξάρτηση: Όταν ο κλάδος ευημερεί η τράπεζα κερδίζει, όταν όμως τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα, τότε η πτώση φαντάζει αναπόφευκτη.
Το τελευταίο έτος, μετά από μια περίοδο κερδοφορίας λόγω και του τρόπου ζωής που επέβαλε η πανδημία, υπήρξε σημαντική ύφεση στις μετοχές των νεοφυών επιχειρήσεων και εν γένει των εταιρειών τεχνολογίας. Αυτό σημαίνει πως υπήρξε μεγαλύτερη ανάγκη για κεφάλαια και πολλοί, σε συνδυασμό με την αδυναμία δανειοδότησης λόγω μη κερδοφορίας, έσπευσαν να αξιοποιήσουν τα κεφάλαιά τους, που βρίσκονταν στην SVB.
Το πρόβλημα επιδεινώθηκε εξαιτίας των κινήσεων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED), η οποία αύξησε τα επιτόκια για την καταπολέμηση του πληθωρισμού. H SVB, με τις καταθέσεις των πελατών της, είχε αγοράσει ομόλογα δισεκατομμυρίων δολαρίων, η αξία των οποίων εν μέρει υποτιμήθηκε λόγω των παρεμβάσεων της FED. Έτσι είχε σημαντικές απώλειες όταν αναγκάστηκε να πουλήσει εκτάκτως μέρος των ομολόγων της για να ανταποκριθεί στα αιτήματα των καταθετών για άμεσα ρευστά κεφάλαια.
«Έχει αποδειχθεί ότι το να έχεις πάνω από το 50% συγκέντρωση των κεφαλαίων σου σε έναν κλάδο είναι πολύ επικίνδυνο. Είχαν καλές επιδόσεις όταν υπήρχε άνοδος στον τομέα, αλλά στην “κατηφόρα” αντιλαμβάνεσαι πόσο εκτεθειμένος είσαι», σημείωσε στο Vox ο Alexander Yokum, αναλυτής της CFRA Research.
Όμως ακόμη και με αυτά τα δεδομένα, η SVB ενδεχομένως να τα είχε καταφέρει εάν δεν είχε προκληθεί ο πανικός στους καταθέτες από τις σπασμωδικές κινήσεις της διοίκησης που καταδείκνυαν μια κατάσταση απόγνωσης. Ο πανικός αυτός ενισχύθηκε και από το γεγονός πως οι πελάτες της τράπεζας ήταν επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα με καταθέσεις άνω των 250.000 δολαρίων, πάνω από το όριο δηλαδή που έχει επιβληθεί από την αμερικανική κυβέρνηση για την ασφάλιση των καταθέσεων.
Οι αναλυτές υπογραμμίζουν πως στο τέλος πρόκειται για ένα «παιχνίδι εμπιστοσύνης». Αν και δεν αποκλείουν τον κίνδυνο μετάδοσης με ένα «ντόμινο» στον τραπεζικό τομέα (σ.σ. ήδη υπήρξε η πτώχευση της Signature Bank) εκτιμούν πως οι μεγάλες συστημικές τράπεζες, όπως η JPMorgan, η Bank Of America κ.α. δεν κινδυνεύουν.
Ωστόσο κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για αρκετά μικρότερα περιφερειακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ιδιαίτερα λόγω της απόφασης της FED (της τράπεζας των ΗΠΑ) να συνεχίσει την αύξηση των επιτοκίων σε μια προσπάθεια να περιορίσει τον πληθωρισμό. «Όσο περισσότερο ανεβαίνουν τα επιτόκιο, τόσο περισσότερο γίνονται δύσκολα τα πράγματα για τις περιφερειακές τράπεζες», υπογραμμίζει ο Yokum.
Θα πυροδοτηθεί μια νέα χρηματοοικονομική κρίση;
Εν τέλει θα μπορούσε να επαναληφθεί το καταστροφικό σενάριο του 2008; Η απάντηση των ειδικών είναι αρνητική. Η Silicon Valley Bank δεν είναι η Lehman Brothers, είναι πολύ μικρότερη σε μέγεθος και επιρροή, εξυπηρετώντας κυρώις τον τομέα της τεχνολογίας. Επίσης το πιστωτικό σύστημα είναι πολύ πιο σταθερό. Τα τελευταία «stress tests» που πραγματοποιήθηκαν από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα στα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δείχνουν πως όλα έχουν τη δυνατότητα να επιβιώσουν από μια βαθιά ύφεση.
Προς το παρόν λοιπόν οι αναλυτές αποκλείουν να υπάρξει ευρεία εξάπλωση στον τραπεζικό τομέα, αν και το πρώτο 24ωρο υπήρξαν κλυδωνισμοί στις ευρωπαϊκές αγορές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν θα υπάρχουν οικονομικές επιπτώσεις κυρίως στο χώρο της τεχνολογίας, ιδιαίτερα εάν δεν καταφέρουν να σωθούν οι καταθέτες που εγκλωβίστηκαν.