Εάν θέλουν να δουν τα οικονομικά τους ανακάμπτουν, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία θα πρέπει να βγουν από την ευρωζώνη, δηλώνει ο Αντριου Μπόσομγουερθ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Pimco Europe, της μεγαλύτερης εταιρείας επενδύσεων ομολόγων στον κόσμο.
Σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα «Die Welt», ο Μπόσομγουερθ δηλώνει πως «η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, χωρίς το δικό τους νόμισμα ή μεταβιβάσεις σημαντικών κεφαλαίων, δεν θα ξανασταθούν στα πόδια τους». Έχοντας το δικό τους νόμισμα, αυτές οι χώρες «θα είχαν τη δυνατότητα να κάνουν εξαγωγές σε χαμηλότερες τιμές και η αύξηση των εξαγωγών τους θα οδηγούσε με τη σειρά της στην αναγκαία οικονομική ανάπτυξη», προσθέτει και εκτιμά ότι μόλις αποκατασταθεί η ανάπτυξη και η εμπιστοσύνη των αγορών ομολόγων, οι χώρες αυτές θα μπορούσαν να ενταχθούν και πάλι στη νομισματική ένωση.
Το στέλεχος της Pimco θεωρεί ότι είναι πλάνη η προσδοκία πολλών πολιτικών ότι οι αγορές θα ηρεμήσουν. «Επειδή οι αγορές δεν εμπιστεύονται ότι χώρες όπως Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία θα μπορέσουν σε μόνιμη βάση να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, θα συνεχίσουν το σενάριο της πτώχευσης παρ’ όλα τα δάνεια του ΔΝΤ και της ΕΕ». Κατά συνέπεια, λέει ο κ.Μπόσομγουερθ, σήμερα πουλούν τα ομόλογα των προβληματικών χωρών αλλά δεν βρίσκουν κανέναν αγοραστή πλην της ΕΚΤ. «Έτσι τα επιτόκια συνεχίζουν να ανεβαίνουν – και μάλιστα το ίδιο συμβαίνει για την Ισπανία, την Ιταλία και το Βέλγιο. Αυτό καθιστά συνεχώς ακριβότερο το δανεισμό για τις χώρες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται το χρέος και ο κίνδυνος πτώχευσης», λέει ο κ. Μπόσομγουερθ.
Αναφερόμενος στις περιπτώσεις της Ισπανίας, της Ιταλίας και του Βελγίου, τα επιτόκια δανεισμού των οποίων έχουν επίσης επιβαρυνθεί, το στέλεχος της Pimco θεωρεί ότι μπορούν να «κατορθώσουν» να ξεπεράσουν τις δυσχέρειές τους παραμένοντας στην νομισματική ένωση, αλλά με ισχυρή βοήθεια από τους εταίρους τους.
Αυτό, κατά τη γνώμη του, σημαίνει πως η «λύση» των ευρωομολόγων είναι μακροπρόθεσμα αναπόφευκτη, παρά τη δυσαρέσκεια της Γερμανίας, η οποία είναι κατηγορηματικά αντίθετη, φοβούμενη την αύξηση των δικών της επιτοκίων δανεισμού, και της Γαλλίας, που την υποστηρίζει.