Τα εργατικά δικαιώματα μπορεί να βάλλονται συνεχώς την τελευταία δεκαετία – ειδικά με το ξέσπασμα της πανδημίας -, αλλά η Silicon Valley παρέμενε το «προπύργιο» του «εργασιακού παράδεισου», με παχυλούς μισθούς, δωρεάν παροχές και παραπάνω μέρες άδειας. Αυτό αρχίζει να αλλάζει όμως, αφού πλέον οι κολοσσοί της τεχνολογίας λαμβάνουν σκληρές αποφάσεις και προβαίνουν σε μαζικές απολύσεις εργαζόμενων.

Αυτή η στρατηγική για κάποιους μπορεί να μοιάζει λογική από τη στιγμή που οι τεχνολογικοί γίγαντες δραστηριοποιούνται στη «κοιτίδα του καπιταλισμού», όμως η Nadia Rawlinson, αρθρογράφος των New York Times και πρώην τεχνική διευθύντρια του προγράμματος Slack, έχει διαφορετική άποψη. Μάλιστα, επισημαίνει ότι οι επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο την τσέπη μερικών χιλιάδων εργαζόμενων, αλλά επηρεάζει την ποιότητα των προϊόντων που καταναλώνουν εκατομμύρια αν όχι δισεκατομμύρια άνθρωποι.

Χαρακτηριστικά, αναφέρει ότι κυριαρχεί η ιδεολογία bossism, δηλαδή η σκέψη πως οι εργαζόμενοι έχουν ίσα δικαιώματα και τίτλους με τους διευθυντές, άρα συνιστούν απειλή. Ταυτόχρονα, αυτή η «απειλή» ενισχύεται από το γεγονός, πως υπάρχουν αρκετοί ταλαντούχοι εργαζόμενοι. Έτσι, οι απολύσεις δεν περιορίζουν μόνο τα έξοδα, αλλά διασφαλίζουν και τη θέση όσων κατέχουν τα ηνία μιας επιχείρησης, αφού δεν κινδυνεύουν να αντικατασταθούν από κάποιον καλύτερο.

Πώς όμως, η Silicon Valley από «προπύργιο» των εργασιακών δικαιωμάτων -ειδικά στο τεχνολογικό τομέα- και μετά τα τεράστια έσοδα, λόγω της πανδημίας, έφτασε στο σημείο να απολύει σωρηδόν κόσμο και να κυκλοφορούν ειδήσεις, που καμία περίπτωση δεν τιμούν μια εταιρεία;

Από την καινοτομία στην εσωστρέφεια

Άντρες στο γραφείο

Τα τελευταία 20 χρόνια η Silicon Valley είδε τεράστια ανάπτυξη -που επηρέασε όλο τον κόσμο-, γιατί τα αφεντικά των τεχνολογικών εταιριών αποφάσισαν να αντιμετωπίζουν ως ίσους τους εργαζόμενους, με το σκεπτικό πως θα αποδώσουν καλύτερα.

Πράγματι, το αποτέλεσμα τους δικαίωσε, αφού η μία καινοτομία διαδέχονταν την άλλη και αρκετοί κέρδισαν εκατομμύρια, αν όχι και δισεκατομμύρια. Μάλιστα, με την εφαρμογή των lockdown, οι πωλήσεις ηλεκτρικών ειδών εκτοξεύτηκαν στα ύψη, ενώ ενδεικτικά οι Τζεφ Μπέζος, Μαρκ Ζούκερμπεργκ και Έλον Μασκ είδαν τις περιουσίες τους να αυξάνονται δραματικά.

Το τελευταίο χρόνο όμως, με την παγκόσμια ύφεση να είναι σε εξέλιξη, οι τεχνολογικές εταιρείες άρχισαν να χάνουν αξία στο Χρηματιστήριο, παρόλο που συνέχιζαν να βγάζουν κέρδος, μέσω των πωλήσεων και της ζήτησης. Οι μέτοχοι λοιπόν, που έχουν τον πρώτο λόγο, ζήτησαν να γίνουν ενέργειες που θα έχουν στόχο να αυξήσουν τα κέρδη τους και όχι να εξασφαλίσουν ένα πιο λαμπρό μέλλον για την εκάστοτε εταιρεία.

Με την εντολή να είναι περισσότερα λεφτά και λιγότερη ποιότητα, πολλές εταιρείες άρχισαν να διώχνουν μαζικά κόσμο. Ενδεικτικά, η Amazon έδιωξε 8.000, η Meta έδιωξε 10.000 άτομα, το Twitter 7.500 -μπορεί να αυξηθούν στο μέλλον- και η Microsoft μόλις ανακοίνωσε πως θα απολύσει 10.000 άτομα μέχρι τον Μάρτιο.

Το μέλλον της τεχνολογίας

Σεμινάριο

Μέχρι στιγμής, είναι αβέβαιο αν η τεχνολογία σε συνολικό επίπεδο θα κάνει άλμα προς τα μπρος ή προς τα πίσω, το σίγουρο όμως, είναι ότι αναμένεται υποβάθμιση των προϊόντων και κυρίως όχι καινοτομία. Έτσι, τα επόμενα χρόνια τα νέα τεχνολογικά προϊόντα μπορεί να είναι μια «ανακύκλωση» των ήδη υπάρχον, απλά σε πιο ακριβή τιμή.

Η Nadia Rawlinson λοιπόν, που γνωρίζει την κατάσταση, αφού έχει εργαστεί στον τομέα, τονίζει πως «εισερχόμαστε σε μια εποχή πίεσης από εξωτερικούς επενδυτές, υψηλότερων χρηματοδοτικών εμποδίων και συνολικής αστάθειας της αγοράς. Αυτό το περιβάλλον απαιτεί από τη διοίκηση να κάνει δομικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο βιώνεται η κουλτούρα στο χώρο εργασίας».

Επίσης, προσθέτει ότι «το τρέχον εργατικό δυναμικό στο τεχνολογικό τομέα έχει συνηθίσει κάθε φωνή να δικαιούται να ακούγεται και τώρα θα πρέπει να ζήσει σε έναν νέο κόσμο. Έναν κόσμο με αυξημένες προσδοκίες και πειθαρχημένες επενδύσεις. Όπου οι νέες συνθήκες θα θέσουν σε κίνδυνο τη σταδιοδρομία πολλών ταλαντούχων εργαζομένων».