Την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου πρόκειται να εξετάσει το Βερολίνο, σύμφωνα με δημοσιεύματα σε ιταλικές εφημερίδες, οι οποίες επικαλούνται ένα γραπτό μήνυμα που έστειλε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας σε ευρωπαίους υπουργούς Ενέργειας. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ο Ρόμπερτ Χάμπεκ έστειλε ένα γραπτό μήνυμα σε ευρωπαίους υπουργούς Ενέργειας επισημαίνοντας ότι το Βερολίνο πιθανόν να εξετάσει την επιβολή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου στις 9 Σεπτεμβρίου που θα πραγματοποιηθεί η έκτακτη σύνοδος των υπουργών Ενέργειας με αντικείμενο την αντιμετώπιση της δραματικής αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου εξαιτίας των περιορισμένων προμηθειών από τη Ρωσία.
Η ακριβής διατύπωση του μηνύματος του Χάμπεκ δεν έχει γίνει γνωστή.
Η Γερμανία αντιμετωπίζει τη «σκληρή πραγματικότητα» να μην αποκαταστήσει η Ρωσία τις προμήθειες του φυσικού αερίου στη χώρα, όπως είπε χθες ο Χάμπεκ, ενόψει της προγραμματισμένης αναστολής από τον ρωσικό κρατικό ενεργειακό γίγαντα, την Gazprom, των εξαγωγών φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω του αγωγού Nord Stream 1, όπως μεταδίδει το Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η ενεργειακή εταιρία Uniper ζητάει περισσότερα χρήματα από την κυβέρνηση για να χρηματοδοτήσει τη διάσωσή της
Στο μεταξύ, η ενεργειακή εταιρία Uniper αιτήθηκε χθες τη χορήγηση μεγαλύτερης οικονομικής βοήθειας από τη γερμανική κυβέρνηση ανεβάζοντας το λογαριασμό για την οικονομική διάσωσή της στα 19 δισεκατομμύρια δολάρια καθώς οι αυξημένες τιμές φυσικού αερίου απορρόφησαν τα αποθέματα οικονομικής ρευστότητας που διέθετε.
Οι δραματικές αυξήσεις των τιμών της ενέργειας κατά τις τελευταίες ημέρες έχουν επιδεινώσει την κατάσταση στον μεγαλύτερο εισαγωγέα ρωσικού φυσικού αερίου της Γερμανίας, αναγκάζοντας την Uniper να αναζητήσει μεγαλύτερη οικονομική ρευστότητα, παρά το γεγονός ότι οι λεπτομέρειες για τη συμφωνία οικονομικής διάσωσης από τη γερμανική κυβέρνηση που επιτεύχθηκε τον προηγούμενο μήνα δεν έχουν ακόμη καθοριστεί.
Η Uniper, την πλειοψηφία της οποίας έχει η φινλανδική Fortum, ανακοίνωσε ότι έχει απορροφήσει μία πιστωτική γραμμή 9 δισεκατομμυρίων ευρώ από την κρατική τράπεζα επενδύσεων KfW, ενώ έχει αιτηθεί τη χορήγηση νέων πιστώσεων 4 δισεκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στο σημερινό ενεργειακό περιβάλλον.
Δίνοντας ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στις πιέσεις που δέχεται η εταιρία, ηγέτες συνδικαλιστών των εργαζομένων έστειλαν μία επιστολή στον Γερμανό υπουργό Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ με ημερομηνία 26 Αυγούστου. Την επιστολή αυτή έχει διαβάσει το Reuters, ενώ οι συνδικαλιστές ζήτησαν από την κυβέρνηση να επιδιώξει και να λάβει ένα πλειοψηφικό ποσοστό στην αναφερόμενη εταιρία.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας διάσωσης, η κυβέρνηση συμφώνησε να λάβει ποσοστό 30% των μετοχών της Uniper.
Η τιμή των μετοχών της Uniper έκλεισε χθες με αύξηση 3%, ενώ η τιμή των μετοχών της Fortum κατέγραψε αύξηση 5,9%. Η Fortum, ανακοίνωσε χθες ότι διεξάγει συνομιλίες με την κυβέρνηση της Φινλανδίας σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο, μπορεί να διασφαλίσει την οικονομική ρευστότητα που χρειάζεται.
Η ανακοίνωση της Uniper δημοσιοποιήθηκε σε χρόνο μικρότερο των δύο ημερών, πριν από την πραγματοποίηση μιας προγραμματισμένης τεχνικής συντήρησης που θα αναστείλει τη ροή ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, μέσω του κεντρικού αγωγού εφοδιασμού από την 31η Αυγούστου μέχρι τη 2α Σεπτεμβρίου.
Η Uniper εξελίσσεται στη μεγαλύτερη εταιρία που έπεσε θύμα της ευρωπαϊκής ενεργειακής κρίσης μέχρι σήμερα, ενώ έχει δεχθεί καίριο πλήγμα από τις περικοπές στη ροή φυσικού αερίου από τη Ρωσία που είναι ο κύριος προμηθευτής της. Έτσι, η Uniper αναγκάστηκε να αυξήσει υπερβολικά τις τιμές, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη μείωση της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου.
Η εξέλιξη αυτή προκαλεί απώλεια οικονομικής ρευστότητας για την εταιρία, που ξεπερνά «κατά πολύ» τα 100 εκατομμύρια δολάρια την ημέρα, όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Κλαους-Ντίετερ Μάουμπαχ.
«Συνεργαζόμαστε πλήρως με τη γερμανική κυβέρνηση για την εξεύρεση μιας μόνιμης λύσης σε αυτή την έκτακτη κατάσταση. Σε αντίθετη περίπτωση, η Uniper δεν θα μπορεί πλέον να εκπληρώσει την κρίσιμη λειτουργία του συστήματος της για τη Γερμανία και την Ευρώπη», πρόσθεσε ο Μάουμπαχ.