Η εισβολή της Ρωσίας στο έδαφος της Ουκρανίας και η επιβολή πολλαπλών κυρώσεων από μέρους της διεθνούς κοινότητας σε συνάρτηση με τις αρκούντως υψηλές τιμές που ισχύουν στην ενέργεια, πρέπει να λειτουργήσει ως παράγοντας απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, με την Ευρώπη να οφείλει να προωθήσει περαιτέρω την υιοθέτηση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), υπογραμμίστηκε στο Fireside Chat με το οποίο ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του Moneyreview Banking Summit, στο οποίο συμμετείχαν ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας και ο δημοσιογράφος – επιχειρηματικός αναλυτής και σύμβουλος Διεθνούς Κλιματικής Πολιτικής, Hugo Dixon.
Όπως τόνισε ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας μας, οι γεωπολιτικές συνθήκες και τα δεδομένα όπως διαμορφώνονται σήμερα έπειτα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, λειτουργούν ως μεγάλη ευκαιρία για την επιτάχυνση της μετάβασης σε μια «πράσινη» οικονομία. Προκειμένου αυτό να γίνει πράξη, ενδεχομένως να απαιτηθεί η ενοποίηση κεφαλαιαγορών, βασισμένων στα ιδιωτικά κεφάλαια, ενώ απαιτείται επίσης η παροχή κινήτρων προς τις επιχειρήσεις, ώστε να διευκολυνθεί η μετάβαση στην χρήση φιλικών πηγών ενέργειας, αλλά και γενναίων επενδύσεων σε διαδικασίες Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D). Επιπροσθέτως, ο Γιάννης Στουρνάρας τάχθηκε υπέρ της προοπτικής η Ευρωπαϊκή Ένωση να διαθέτει και να εφαρμόζει κοινή ενεργειακή πολιτική.
«Η πρόσφατη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κάνει ακόμη πιο επιτακτική ανάγκη την επιτάχυνση της αποδέσμευσης από τον άνθρακα ως ένα από τα κυρίαρχα ενεργειακά μέσα», υπογράμμισε από την πλευρά του ο Hugo Dixon, συμπληρώνοντας πως οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας προβάλλουν ως εξόχως θελκτική ενεργειακά πηγή, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και στην εν γένει προστασία του περιβάλλοντος. Πλέον, ανάγονται σε ζήτημα οικονομικής αναγκαιότητας, μα και γεωπολιτικής σημασίας με πολλαπλούς αποδέκτες μηνυμάτων, όπως λ.χ. οι Ρωσία και Κίνα.
Όσον αφορά τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου που μαίνεται στην Ουκρανία και τον βαθμό που περιπλέκουν την νομισματική πολιτική και την ικανότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) να διαχειριστεί την κρίση, ο κ. Στουρνάρας ανέδειξε τη δυναμική του στασιμοπληθωρισμού, καθώς η νομισματική πολιτική δεν αποτελεί το καλύτερο δυνατόν μέσο για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του. Ωστόσο, ο φόβος πως ο πληθωρισμός θα κινηθεί πέραν των λογικών ορίων, αυτομάτως εγείρει το ζήτημα παρέμβασης από μέρους της ΕΚΤ. Η πανδημία συνέβαλε στην αύξηση του δημόσιου χρέους κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ωστόσο πρέπει να αντιμετωπιστεί επαρκώς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και του snowball effect, ήτοι της διαφοράς του ρυθμού ανάπτυξης και του πραγματικού επιτοκίου που καλείται να πληρώσει ο ιδιωτικός τομέας. Απαιτείται συντονισμός της δημοσιονομικής πολιτικής, ενώ θεωρείται πιθανή η διαμόρφωση ενός νέου, πιο ρεαλιστικού συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης.
Από τη μεριά του, ο Hugo Dixon θεωρεί πως είναι εξαιρετικά πιθανή η επιδείνωση της υφιστάμενης κατάστασης με την θέσπιση δευτερευουσών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας και τις προειδοποιήσεις για αντίστοιχη αντιμετώπιση της Κίνας. Ο ίδιος θεωρεί πως απαιτείται η ανάληψη δράσης από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών για την αντιμετώπιση των διαμορφούμενων συνθηκών. Σε ότι αφορά στην πιθανότητα η Ελλάδα να βιώσει μια νέα δημοσιο-οικονομική κρίση, ο κ. Dixon απάντησε αρνητικά, καθώς η οικονομία στην χώρα μας κινείται προς την σωστή κατεύθυνση, ενώ και η Ευρωζώνη εφαρμόζει μια εντελώς διαφορετική πολιτική σε σχέση με το παρελθόν.