Πάγωμα επενδύσεων και ως επακόλουθο μη απορρόφηση ανέργων χαρακτηρίζουν την οικονομία, όπως εκτιμά η Ελληνική επιχειρηματικότητα, αναμένοντας τη συμφωνία με τους δανειστές. Στο εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία που δημοσιεύτηκε σήμερα στην ηλεκτρονική σελίδα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) με τίτλο «το μετέωρο βήμα του πελαργού» σημειώνεται ότι «ουδέποτε στην σύγχρονη οικονομική ιστορία της χώρας υπήρξε μία τόσο παρατεταμένη περίοδος δυναμικής αστάθειας όσο αυτή που βιώνει η ελληνική οικονομία από τους τελευταίους μήνες του 2014 και μετά. Η χώρα βρίσκεται σε μία απίστευτη περιδίνηση… η οικονομία παραπαίει».
Συγκεκριμένα στην επισκόπηση του εβδομαδιαίου δελτίου αναφέρονται τα εξής: «Καθώς κορυφώνονται οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους χωρίς ευκρινές αποτέλεσμα, το έλλειμμα αξιόπιστης προοπτικής για την πορεία της ελληνικής οικονομίας επιδρά αρνητικά στην οικονομική δραστηριότητα, καθυστερώντας την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών και την απορρόφηση των χιλιάδων ανέργων. Η αναπτυξιακή πολιτική είναι απούσα στην σημερινή δύσκολη οικονομική συγκυρία και, αν μη τι άλλο, γίνονται προσπάθειες παλινόρθωσης περιορισμών στον ανταγωνισμό και επαναρύθμισης της αγοράς εργασίας, που είναι η καλύτερη συνταγή για το βάθεμα της ύφεσης. Διαμορφώνεται, επίσης, ένα κλίμα υπερφορολόγησης της οικονομίας, καθώς είναι η εύκολη λύση σε κάθε διαρθρωτικό πρόβλημα που δεν αντιμετωπίζεται. Οι ρυθμίσεις των ληξιπρόθεσμων φορολογικών υποχρεώσεων δεν προσφέρουν μόνιμη λύση στην αύξηση των εσόδων του κράτους, ενώ ενδυναμώνουν την ασυλία των μπαταχτσήδων και διαιωνίζουν την αδικία σε βάρος των συνεπών φορολογουμένων. Η σχεδιαζόμενη αύξηση (σχεδόν διπλασιασμός) των συντελεστών ΦΠΑ στην τουριστική βιομηχανία της χώρας είναι άφρων ενέργεια και, αν δεν αποφευχθεί, θα οδηγήσει την χώρα σε μεγαλύτερη ύφεση και διόγκωση της ανεργίας».
Η αγορά ακίνητης περιουσίας
Σύμφωνα με εβδομαδιαίο δελτίο του ΣΕΒ, η αγορά ακίνητης περιουσίας βρίσκεται σε τέλμα καθώς απομακρύνεται η προοπτική επαναφοράς του ΕΝΦΙΑ στην σωστή του βάση (μικρή επιβάρυνση ανά ακίνητο χωρίς πρόσθετη φορολογία στις μεγάλες περιουσίες), ιδίως σε μία συγκυρία που είναι αδύνατη η ρευστοποίηση ακινήτων χωρίς τεράστια ζημιά. Οιαδήποτε ελάφρυνση των μικρών, με αντίστοιχη επιβάρυνση των μεγάλων ιδιοκτησιών, θα οδηγήσει σε σημαντική απώλεια εσόδων στερώντας τον προϋπολογισμό από πόρους που δεν είναι δυνατόν να αναπληρωθούν και θα απαιτήσει την δραστική περικοπή δαπανών, με ευκολότερη λύση την οριζόντια περικοπή κοινωνικών δαπανών.
Η υπερφορολόγηση
Για την υπερφορολόγηση των συνεπών φορολογουμένων και μάλιστα των καλύτερα αμειβόμενων μισθωτών, ο ΣΕΒ αναφέρει ότι αυτή οδηγεί σε σμίκρυνση της φορολογικής βάσης που συνεισφέρει το μεγαλύτερο μερίδιο στα φορολογικά έσοδα, σε αδυναμία συλλογής εσόδων καθώς δεν μπορεί να επιβληθεί αντισταθμιστικά μεγαλύτερη φορολόγηση στους οικονομικά ασθενέστερους, σε διόγκωση των αυτοαπασχολουμένων με διευρυμένη δυνατότητα φοροδιαφυγής, και, σε τελευταία ανάλυση, στην φυγή ανθρώπων και επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Σύμφωνα με την μελέτη Γιαννίτση-Ζωγραφάκη, μπορεί η μέση φορολογική επιβάρυνση στο 70% των φορολογουμένων με τα χαμηλότερα εισοδήματα να υπερδιπλασιάστηκε μεταξύ 2008 και 2012 και του 10% των φορολογουμένων με τα υψηλότερα εισοδήματα να έμεινε σχεδόν αμετάβλητη, αλλά οι ευπορότεροι (με εισόδημα άνω των 32.694 ευρώ τον χρόνο) είδαν τον φορολογικό τους συντελεστή (περιλαμβανομένων των φόρων στην ακίνητη περιουσία) να διαμορφώνεται στο 24% του εισοδήματός τους (από 17% το 2008), ενώ οι ασθενέστεροι (με εισόδημα κάτω των Euro9.395 τον χρόνο) πληρώνουν πλέον με φορολογικό συντελεστή 9,2% έναντι 3,6% το 2008, κυρίως λόγω της επίπτωσης της φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας. Η επιδιωκόμενη, συνεπώς, ελάφρυνση των ασθενέστερων με την επαναφορά του αφορολόγητου των 12.000 ευρώ και την μείωση των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ είναι αδιέξοδες πολιτικές που υποσκάπτουν την δημοσιονομική προσαρμογή και υπονομεύουν την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της χώρας.