Με απόφασή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σφίγγει τον κλοιό ρευστότητας απέναντι στο ελληνικό δημόσιο ακυρώνοντας το αξιόχρεο των εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου.
Εκτός από το ξεκάθαρο πολιτικό μήνυμα που στέλνει η ΕΚΤ οι επιπτώσεις για τράπεζες είναι υπαρκτές, παρά τα όσα περί του αντιθέτου λέγονται από το υπουργείο οικονομικών.
Το βασικό επιχείρημα της τράπεζας είναι η ανυπαρξία ή αδυναμία ολοκλήρωσης της πέμπτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος στήριξης. Για την επαναφορά αναγνώρισης του αξιόχρεου των εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου η ΕΚΤ βάζει πλέον όρο την αποδοχή ενός νέου προγράμματος-μνημονίου.
Δεν είναι τυχαίο ότι η 11η Φεβρουαρίου, ημερομηνία από την οποία έχει ισχύ η απόφαση, είναι η επομένη των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης του κ. Τσίπρα.
Το ποσό που θα χρειαστούν οι ελληνικές τράπεζες μέσω του ELA για να καλύψουν την ακύρωση της χρηματοδότησης από την ΕΚΤ υπολογίζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, στα 40 με 50 δισ. ευρώ.
Η αύξηση του ELA δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητη και τις σχετικές αποφάσεις τις παίρνει κάθε φορά αιτιολογημένα το Δ.Σ. της ΕΚΤ.
Της απόφασης αυτής είχε προηγηθεί η ανανέωση για δύο εβδομάδες της παροχής ρευστότητας μέσω του ΕLA.
Η βασική επίπτωση για τις ελληνικές τράπεζες είναι το κόστος δανεισμού. Οι τράπεζες μέχρι την 11η Φεβρουαρίου μπορούν να δανείζονται από την ΕΚΤ προσφέροντας ως εγγυήσεις ομόλογα του ελληνικού δημοσίου με επιτόκιο δανεισμού 0,05%.
Από την 11η Φεβρουαρίου και για δύο εβδομάδες θα έχουν το μαξιλάρι του ELA με επιτόκιο όμως 1,55%.
Ο δανεισμός μέσω του έκτακτου μηχανισμού μπορεί να εκτιναχθεί στα 50 δισ. ευρώ.
Τι απαντά το υπουργείο Οικονομικών
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αποφάσισε την παραπομπή στην Επείγουσα Παροχή Ρευστότητας (ELA) των αντισυμβαλλομένων του Ευρωσυστήματος που επιδιώκουν την εξασφάλιση ρευστότητας μέσω κατάθεσης ελληνικών τίτλων ως ενέχυρα.
Η απόφαση αυτή δεν αντανακλά σε καμία περίπτωση αρνητικές εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα της χώρας και έρχεται μετά από δύο ημέρες ουσιαστικής σταθεροποίησής του. Σύμφωνα με την ίδια την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει επαρκώς κεφαλαιοποιημένο και πλήρως προστατευμένο μέσω της πρόσβασή του στον ELA.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), λαμβάνοντας και ανακοινώνοντας τούτη την απόφαση, ασκεί πίεση στο Eurogroup να προχωρήσει γοργά στην σύναψη νέας αμοιβαίως επωφελούς συμφωνίας μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της.
Η κυβέρνηση διευρύνει καθημερινά τον κύκλο των διαβουλεύσεων με εταίρους και θεσμούς στους οποίους ανήκει, παραμένει σταθερή στους στόχους του προγράμματος κοινωνικής σωτηρίας που ενέκρινε με την ψήφο του ο ελληνικός λαός, και διαβουλεύεται με στόχο την εκπόνηση της ευρωπαϊκής πολιτικής που θα τερματίσει οριστικά την έως τώρα αυτοτροφοδοτούμενη κρίση της ελληνικής κοινωνικής οικονομίας.