Το τύπωμα χρήματος στην Ευρώπη είναι πλέον γεγονός μετά τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα.
Η Ελλάδα δεν είναι ειδική περίπτωση όπως ξεκαθάρισε ο Μάριο Ντράγκι και η χώρα μπορεί να λάβει μέρος στο πρόγραμμα και να τυπώσει χρήμα με συγκεκριμένους όρους, οι οποίοι σχετίζονται άμεσα με όσα συμβαίνουν στην Αθήνα.
Συγκεκριμένα από τον προσεχή Ιούλιο θα μπορεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αρχίσει να αγοράζει ελληνικά κρατικά ομόλογα, στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης καθώς τότε θα μπορούν να συντρέξουν οι νέοι κανόνες που ετέθησαν.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, τον Ιούλιο η Ελλάδα θα αποπληρώσει τα ομόλογα που λήγουν τότε και βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ, μέσω του προγράμματος SMPs. Μέχρι τότε, δεν θα μπορεί να αγοράσει άλλα ομόλογα, καθώς θα ξεπεράσει το όριο του 33% των κρατικών ομολόγων ανά εκδότη και του 25% ανά έκδοση.
Ειδικά για χώρες υπό αξιολόγηση, όπως η Ελλάδα, το πρόγραμμα της ΕΚΤ προβλέπει ότι οι αγορές ομολόγων θα σταματούν κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης και θα ξεκινούν μόνο αν αυτή είναι επιτυχημένη.
Η Ελλάδα θα μπορέσει να κάνει χρήση του προγράμματος το νωρίτερο τον Ιούλιο, αλλά για όσο διαρκεί η αξιολόγηση μιας χώρας που είναι σε πρόγραμμα τα ομόλογά της δεν θα είναι επιλέξιμα μέχρις ότου τελειώσει επιτυχημένα το review. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης στο πλαίσιο προγραμμάτων βοήθειας για ένα κράτος-μέλος, η “επιλεξιμότητα” θα αναστέλεται και θα συνεχίζεται μόνο στην περίπτωση θετικής ολοκλήρωσης της αξιολόγησης».
Η ΕΚΤ ταυτόχτονα βάζει και όριο 33% ως προς το ύψος των τίτλων που θα μπορεί να αγοράσει ανά εκδότη.
Έτσι η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει τα ομόλογα που λήγουν τον Ιούλιο και είναι 5,1 δισ. ευρώ, να έχει υπάρξει συμφωνία με τους δανειστές και τότε μπαίνει στο πρόγραμμα.
Οι ανακοινώσεις του Ντράγκι προκάλεσαν νέο κύκλο αντιπαράθεσης στην Αθήνα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε τον πρωθυπουργό για κινδυνολογία.
«Ο κ. Ντράγκι με την σημερινή ανακοίνωση του προγράμματος αγοράς ομολόγων απάντησε στις ακραίες περιοριστικές πολιτικές τασσόμενος υπέρ της ποσοτικής χαλάρωσης διαφοροποιούμενος από τις ακραίες νεοφιλελεύθερες φωνές στις οποίες δυστυχώς συγκαταλέγεται και ο κ. Σαμαράς. Όλοι γνωρίζουν πως κινήθηκε ο απερχόμενος πρωθυπουργός. Αντί να ταχθεί υπέρ της «ποσοτικής χαλάρωσης» στάθηκε απέναντι συμπαραταγμένος με την κ. Μερκελ» τονίζει.
Ο Αντώνης Σαμαράς από την άλλη επεσήμανε ότι «χωρίς κλείσιμο της αξιολόγησης για το υφιστάμενο πρόγραμμα, θα είμαστε αποκλεισμένοι από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και θα συνεχίσουμε να είμαστε σε αναστολή έως ότου κλείσει η αξιολόγηση».
«Η ιστορική απόφαση της Ευρώπης, που ανακοίνωσε ο κ. Ντράγκι και που προσφέρει ρευστότητα πάνω από ένα τρις ευρώ, θα δώσει μεγάλες ανάσες σε όλους τους λαούς της Ευρώπης. Είναι κάτι για το οποίο η Κυβέρνησή μου και εγώ προσωπικά, έχουμε εργαστεί εδώ και καιρό.
Θα πάρει, όμως, η Ελλάδα μερίδιο από αυτό το γιγαντιαίο πακέτο ενίσχυσης της ρευστότητας και της ανάπτυξης της οικονομίας μας; Ή θα χάσουμε τη μοναδική αυτή ευκαιρία; Η σημερινή απόφαση της ΕΚΤ το λέει καθαρά. Χωρίς κλείσιμο της αξιολόγησης από τους δανειστές μας για το υφιστάμενο πρόγραμμα που πρέπει να τελειώσει σε ένα μήνα, τέλη Φεβρουαρίου, θα είμαστε αποκλεισμένοι. Και θα συνεχίσουμε να είμαστε σε αναστολή, όσο δεν κλείνει με επιτυχία αυτή η αξιολόγηση.
Άρα ενώ η δική μας η πολιτική εγγυάται την πλήρη συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτή τη νέα εποχή για όλη την Ευρώπη, η κεντρική θέση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με βεβαιότητα, μας κρατάει έξω από αυτή τη κοσμογονία. Διότι ούτε το πρόγραμμα δέχεται, ούτε στην αξιολόγηση θα προχωρήσει, ούτε και τους κανόνες αναγνωρίζει. Αλλά και ούτε καν κατάλαβαν, όπως φαίνεται από τη σημερινή τους ανακοίνωση, το τι ακριβώς συνέβη.
Είναι ώρα Εθνικής ευθύνης. Κάναμε τεράστιες θυσίες, για να φτάσουμε έως εδώ. Θα ήταν ολέθριο να πάνε χαμένες οι ευκαιρίες που έρχονται. Η τελική επιλογή ανήκει ασφαλώς στην κρίση του Ελληνικού λαού», σημείωσε.