Πενήντα τρία χρόνια μετά τη γέννησή της η ενωμένη Ευρώπη διέρχεται ακόμη μία μεγάλη κρίση, η έκβαση της οποίας θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από τις αποφάσεις που θα υιοθετήσουν τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ως το τέλος του χρόνου.

Η διαχείριση των κρατικών χρεών της αποκαλούμενης και επισήμως πλέον περιφέρειας της ζώνης του ευρώ, αλλά και το πώς τοποθετείται επί αυτού του προβλήματος η οικονομική «ατμομηχανή» της Ευρώπης, δηλαδή η Γερμανία, είναι τα θέματα που απασχολούν τους πάντες πλέον στις Βρυξέλλες και στις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Μέσα στις επόμενες εβδομάδες αναμένεται να παρουσιασθούν οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μορφή και το περιεχόμενο της λεγόμενης οικονομικής διακυβέρνησης στην Ε.Ε. επί των οποίων θα κληθούν να τοποθετηθούν διαδοχικώς οι υπουργοί Οικονομικών, οι υπουργοί Εξωτερικών και, τέλος, στις 17 Δεκεμβρίου, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ε.Ε.

Η στάση της γερμανικής κυβέρνησης, και ειδικότερα η εμμονή της να αντιμετωπίζονται στο μέλλον τα υπερχρεωμένα κράτη της ευρωζώνης με όρους παρόμοιους προς αυτούς που ισχύουν για την πτώχευση των ιδιωτικών εταιρειών, προκαλεί συνεχείς αντιδράσεις τόσο εντός όσο και εκτός της Γερμανίας.

Στο χθεσινό της φύλλο η γερμανική εφημερίδα «Χάντεσμπλατ» παρομοίωσε την πολιτική της Άνγκελα Μέρκελ έναντι της Ελλάδας και των άλλων χωρών που πλήττονται υπέρμετρα από την οικονομική κρίση με την πολιτική που ακολούθησαν οι νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κατά της Γερμανίας, όταν με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών την υποχρέωσαν σε οικονομική ασφυξία.

Ενστάσεις για την πολιτική της καγκελαρίου εγείρονται και στο εσωτερικό του κόμματός της, τα στελέχη του οποίου, σε αντίθεση με την κυρία Μέρκελ, έχουν εξ απαλών ονύχων γαλουχηθεί με την ιδέα ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ήταν, είναι και θα είναι προς όφελος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Αλλά και εκτός Γερμανίας πολλοί είναι αυτοί που αναρωτούνται πού ακριβώς το πάει η κυρία Μέρκελ.

Μεταξύ αυτών, όπως αναφέρει σήμερα το Βήμα, συγκαταλέγεται ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ που στη διάρκεια της τελευταίας συνόδου κορυφής προειδοποίησε τους πάντες για τα δεινά που συνεπάγονται οι προτάσεις Μέρκελ για τον ευρωπαϊκό μηχανισμό κρίσεων, τις οποίες συνυπέγραψε, ως γνωστόν, και ο γάλλος πρόεδρος κ. Νικολά Σαρκοζί. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο πρόεδρος του Εurogroup κ. ΖανΚλοντ Γιούνκερ, ο οποίος φρόντισε, ως αντιστάθμισμα στις προτάσεις Μέρκελ, να επαναφέρει στο προσκήνιο τις προτάσεις του για την έκδοση των ευρωομολόγων που θα ελαφρύνουν σημαντικά τα επιτόκια δανεισμού των ασθενέστερων κρίκων της ζώνης του ευρώ.

Το πώς θα τοποθετηθεί επί των προτάσεων αυτών η γερμανίδα καγκελάριος είναι στην παρούσα φάση το μείζον ζήτημα στην Ευρώπη. Αν εμμείνει στη σκληρή γραμμή που ακολουθεί τους τελευταίους μήνες, οι εντάσεις θα οξυνθούν στο εσωτερικό της ΕΕ, οι δε υπόνοιες ότι η Γερμανία δεν ταυτίζει πλέον τα εθνικά της συμφέροντα με τα ευρωπαϊκά θα ενισχυθούν. Αν όμως η γερμανίδα καγκελάριος αντιληφθεί ότι συνεπεία της οικονομικής κρίσης θα πρέπει για ακόμη μία φορά να υπερισχύσει η αρχή της άδολης αλληλεγγύης, ίσως η ενωμένη Ευρώπη σωθεί και πάλι.