Η ελληνική οικονομία επιστρέφει στην ανάπτυξη, ωστόσο οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι παραμένουν, διαπιστώνει η έκθεση Eurozone Forecast (EEF) Autumn 2014 της Ernst & Young (ΕΥ). Για την ευρωζώνη, εκτιμά πως θα παρουσιάσει, σταδιακά, ανάκαμψη έπειτα από τη στασιμότητα των πρώτων έξι μηνών του 2014 που επέδειξε και παρά το γεγονός ότι ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού δεν έχει εκλείψει.
Σύμφωνα με την έκθεση, το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 0,9% το τρέχον έτος, 1,5% το 2015 και 1,7% το 2016. Έπειτα από δύο χρόνια μείωσης της παραγωγής, η ανάκαμψη είναι ευπρόσδεκτη, αλλά ο ρυθμός ανάπτυξης θα παραμείνει αισθητά χαμηλότερος από τον μέσο όρο του 2,3% της προ-κρίσης περιόδου 1997- 2007.
Την ίδια στιγμή, η ανεργία στην ευρωζώνη έχει πλέον σταματήσει να αυξάνεται. Παρά το γεγονός ότι η μείωση της ανεργίας αναμένεται να είναι σταδιακή, με το ποσοστό της να φθάνει στο 10,9% μέχρι το τέλος του 2016, από 11,4% που είναι σήμερα, η εξέλιξη αυτή θα τονώσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Επιπλέον, η περιορισμένη ανάκαμψη του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος κατά 1% το 2015 και 1,4% το 2016, θα πρέπει να ενισχύσει τις καταναλωτικές δαπάνες.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι ενθαρρυντικές ενδείξεις ενισχύονται επίσης από τη συνεχιζόμενη βελτίωση στον χρηματοπιστωτικό τομέα, καθώς σύμφωνα με την έκθεση του Eurozone, εμφανίζεται χαλάρωση των πιστωτικών περιορισμών οπότε και το πρόγραμμα στοχευμένων αναχρηματοδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (TLTRO) ενδέχεται να ενισχύσει τον δανεισμό προς τις επιχειρήσεις. Αυτό, αναμένεται να προκύψει σε συνδυασμό με τη σχετική τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και την εξασθένηση του ευρώ, γεγονός που σημαίνει ότι ο αποπληθωρισμός θα (πρέπει να) αποφευχθεί. Ωστόσο, οι χώρες της Ευρωζώνης θα βιώσουν μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλού πληθωρισμού, όμως θα παραμένει μια σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στην αγορά εργασίας και η ανάγκη για περαιτέρω απομόχλευση του δανεισμού για τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις κυβερνήσεις.
Η ελληνική οικονομία επιστρέφει στην ανάπτυξη, αλλά…
Έπειτα από έξι χρόνια ύφεσης, κατά την οποία η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 25%, σύμφωνα με τα στοιχεία του Eurozone της ΕΥ, προκύπτει ότι η οικονομική δραστηριότητα έχει σταθεροποιηθεί και η οικονομία δεν συρρικνώνεται πλέον. Ειδικότερα, τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το οικονομικό κλίμα δείχνουν ότι θα υπάρξει ανάπτυξη κατά το 3ο τρίμηνο. Οι λιανικές πωλήσεις και η βιομηχανική παραγωγή παρουσιάζουν αύξηση σε ετήσια βάση, ενώ το ποσοστό ανεργίας σταθεροποιήθηκε στο 27%. Όπως προβλέπεται στην έκθεση, το 2015 θα πραγματοποιηθεί αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% ύστερα από ουσιαστικά μηδενική ανάπτυξη φέτος. Ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις για να μετατρέψει την πρόοδο αυτή σε μια βιώσιμη ανάκαμψη.
Η πρόοδος στο δημοσιονομικό πεδίο υπήρξε πραγματικά «ηρωική» καθώς ένα δημοσιονομικό έλλειμμα άνω του 15% του ΑΕΠ το 2009 έχει μετατραπεί σε ένα σημαντικό πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2013. Το πλεόνασμα είναι μεγαλύτερο από τον στόχο του προγράμματος και επιτεύχθηκε νωρίτερα από ότι όριζε το χρονοδιάγραμμα. Η Ελλάδα έχει σήμερα το υψηλότερο κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεόνασμα στην Ευρωζώνη. Ωστόσο, αν και ο ρυθμός της δημοσιονομικής προσαρμογής πρέπει να περιορισθεί, είναι αναγκαίο να γίνουν ακόμη αρκετά προκειμένου να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ το 2016. Σήμερα το ΔΝΤ εκτιμά ότι θα υπάρξει ένα δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 1% του ΑΕΠ για το 2015.
Οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, προκάλεσαν υστέρηση στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, διεθνώς. Παρά το γεγονός ότι οι ονομαστικοί μισθοί στον ιδιωτικό τομέα μειώθηκαν κατά 16% από το 2009, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία είναι υπερτιμημένη κατά περίπου 10%, ενώ η αναμενόμενη συμβολή του εμπορικού ισοζυγίου στην επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης δεν πραγματοποιήθηκε.
Το μέγεθος της ύφεσης επέδρασε αρνητικά και στους ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs) έφθασαν σχεδόν στο 40% στο τέλος του 2013, ενώ ο δείκτης κάλυψης (provisions over NPL) ήταν μόνο 49%.
Διαφορετικοί ρυθμοί ανάκαμψης μεταξύ των χωρών του πυρήνα της ευρωζώνης
Διαρθρωτικοί παράγοντες ενδέχεται να εμποδίσουν την ταχύτερη ανάκαμψη στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα. Στην Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Ισπανία, οι δραστικές περικοπές του μοναδιαίου κόστους εργασίας και οι φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έχουν αυξήσει τα μερίδια αγοράς των εξαγωγών, σε αντίθεση με τη Γαλλία και την Ιταλία, όπου η ανταγωνιστικότητα έχει μειωθεί.
Στη Γερμανία και την Ισπανία, αναμένεται αύξηση των επενδύσεων κατά 2,5% και 1,1% αντίστοιχα, για το 2014, ενώ οι εταιρείες στη Γαλλία και την Ιταλία συνεχίζουν να μειώνουν τις κεφαλαιακές τους δαπάνες. Επιπλέον, στη Γαλλία αναμένεται για το 2014 οριακή αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,4% και στην Ιταλία συρρίκνωση κατά 0,2% στην Ιταλία, σε αντίθεση με την προβλεπόμενη ανάκαμψη κατά 1,3% στην Ισπανία, και την ανάπτυξη κατά 1,5% στη Γερμανία. Στην Ιρλανδία αναμένεται επίσης σημαντική αύξηση του ΑΕΠ της τάξεως του 2,8%.
Κατά το 2015-16, οι διαφορές στον ρυθμό της ανάκαμψης των χωρών του πυρήνα της Ευρωζώνης, αναμένεται να μειωθούν, αλλά η απόκλιση που δημιουργήθηκε κατά το διάστημα που προηγήθηκε, θα συνεχιστεί. Οι προοπτικές ανάπτυξης στην Ελλάδα και την Κύπρο, καθώς και τη Φινλανδία και την Ιταλία, φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ευάλωτες τόσο στους εγχώριους όσο και στους εξωτερικούς κραδασμούς.
Νέα κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης οι επενδύσεις
Ενώ αρχικά, η ανάκαμψη βασίσθηκε σε μεγάλο βαθμό στη βελτίωση των εμπορικών επιδόσεων, τα επόμενα χρόνια η εγχώρια ζήτηση αναμένεται να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο. Ωστόσο, η πρόσφατη υποτίμηση του ευρώ θα βοηθήσει τους εξαγωγείς, ιδίως στις λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες. Οι εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 3% το 2014, φθάνοντας στο 4,1% το 2015 και στη συνέχεια το 4,3% το 2016.
Η βελτίωση του εμπορικού περιβάλλοντος με τη σειρά της, καθώς και η αυξημένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση, θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις επενδυτικές δαπάνες τους. Σύμφωνα με την έκθεση, ο ρυθμός αύξησης των κεφαλαιακών δαπανών θα ανακάμψει αισθητά, φθάνοντας το 2,4% το 2015 και το 2,8% το 2016, από 1,3% το 2014. Ως αποτέλεσμα, η συμβολή των επενδύσεων στην ανάπτυξη, η οποία ήταν έντονα αρνητική το 2013, αναμένεται να είναι μέτρια το 2014 και στη συνέχεια σταθερή το 2015 και το 2016.