Την έντονη ανησυχία τους για την επιβίωση χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων στον κλάδο της μεταποίησης, εκφράζουν οι πρόεδροι του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Π. Ραβάνης, του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιά, Α. Μιχάλαρος, του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, Π. Παπαδόπουλος, και του Επαγγελματικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Ροδόπης, Α. Αργυρόπουλος σε ψήφισμα που απέστειλαν προς τον πρωθυπουργό και τους αρμόδιους υπουργούς.
Οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων επισημαίνουν ότι η μεταποίηση βουλιάζει χωρίς όμως να λαμβάνονται μέτρα, ενώ η ελληνική βιοτεχνία κινδυνεύει με πλήρη αφανισμό.
«Η ουσιαστική ενασχόληση, και όχι τα ευχολόγια για τη μεταποίηση πρέπει να γίνουν ουσιαστική προτεραιότητα της πολιτείας που μέχρι σήμερα αντιμετωπίζει τους επιχειρηματίες, ως τα μόνιμα υποζύγια, για τη εύρεση εσόδων» τονίζουν.
Σύμφωνα με τα οικονομικά μεγέθη που παρουσιάζουν οι επιχειρήσεις, ο δείκτης ρευστότητας και η επενδυτική δραστηριότητα παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά.
«Πρόκειται για έναν αυτοτροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο έλλειψης ρευστότητας και αποεπένδυσης, που ουσιαστικά αποστερεί από τον ιδιωτικό τομέα την αναπτυξιακή του δυναμική και την αυτόνομη δυνατότητα ανάκαμψης» επισημαίνεται στο ψήφισμα.
Δυστυχώς, το μόνο που αναπτύσσεται, έπειται από τέσσερα χρόνια οικονομικής κρίσης, είναι ο ρυθμός των λουκέτων των επιχειρήσεων που αυξάνεται με μαθηματική ακρίβεια ελέω της φορολογικής λαίλαπας, της υπέρμετρης λιτότητας, της ελλιπούς και συνήθως ανύπαρκτης πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό, με βιώσιμο κόστος.
Όπως αναφέρουν, το μέλλον, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, που θα προσφέρουν απτά αποτελέσματα, δυστυχώς φαντάζει ζοφερό.
Οι βιοτέχνες ζητούν την εφαρμογή ενός σύγχρονου αναπτυξιακού πλάνου για τη μεταποίηση της χώρας, το οποίο θα μπορούσε να συνεισφέρει σημαντικά στη διαμόρφωση προϋποθέσεων για την επίτευξη μιας βιώσιμης αναπτυξιακής δυναμικής όχι μόνο για την ίδια τη μεταποίηση αλλά και για την οικονομία συνολικότερα.
Μάλιστα σημειώνουν ότι η στήριξη των επιχειρήσεων για την επιβίωσή τους θα γίνει μόνο μέσω της διατήρησης του επιμελητηριακού θεσμού, επισημαίνοντας ότι η επιλογή της κυβέρνησης για κατάργηση της υποχρεωτικής εγγραφής στα Επιμελητήρια, από το 2015, είναι μια ρύθμισης που όχι μόνο στερείται επαρκούς αιτιολόγησης, αλλά και σχεδιασμού για το ποια θα είναι η διάδοχη κατάσταση.
«Θα είναι τραγικό λάθος να προχωρήσει η κυβέρνηση στην εφαρμογή μιας ρύθμισης, η οποία θα σημάνει το θάνατο ενός θεσμού που έχει αποδείξει την αποδοτικότητα και τη χρησιμότητά του και πρωτίστως δεν επιδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Είναι επομένως ανάγκη να υπάρξει άμεσα απόσυρση, της συγκεκριμένης πράξης νομοθετικού περιεχομένου».