«Με τον σημερινό ρυθμό και το μείγμα δημιουργίας επιχειρήσεων (περίπου 40.000 κάθε χρόνο, με μόνο 10% να επικεντρώνονται σε κλάδους προστιθέμενης αξίας και μόνο 1% να επιδεικνύει σημαντική ανάπτυξη), η Ελλάδα θα χρειαστεί 25 χρόνια για να δημιουργήσει τις θέσεις εργασίας που απαιτούνται», τονίζεται σε μελέτη του παγκόσμιου μη κερδοσκοπικού οργανισμού στήριξης της επιχειρηματικότητας Endeavor Greece.
«Για να το πετύχει αυτό σε λιγότερο από μια δεκαετία θα πρέπει να τριπλασιαστούν οι προσπάθειες που επικεντρώνονται σε κλάδους προστιθέμενης αξίας και να διπλασιαστούν τα ποσοστά επιτυχίας τους. Πάνω από όλα θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα κατάλληλο επιχειρηματικό οικοσύστημα το οποίο να καλλιεργεί, να υποστηρίζει και να συνδέει ποιοτικά επιχειρηματικά εγχειρήματα», αναφέρεται ακόμη στη μελέτη, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του 3ου Διεθνούς Συνεδρίου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την Κοινωφελή Δράση (26-27 Ιουνίου 2014). Το ΙΣΝ αποτελεί τον αποκλειστικό δωρητή για την εκπόνηση της μελέτης.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, που μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Ελλάδα έχασε συνολικά 1.000.000 θέσεις εργασίας στη διάρκεια των πέντε τελευταίων χρόνων. Πάνω από τις μισές προέρχονται από τρεις κλάδους -τις κατασκευές, το λιανεμπόριο/χονδρεμπόριο και τη μεταποίηση- ενώ ολόκληροι τομείς όπως το real estate πρακτικά αφανίστηκαν. Ακόμη και στο αισιόδοξο σενάριο ανάπτυξης, τα 2/3 των χαμένων θέσεων εργασίας δεν μπορούν να ανακτηθούν από τους ίδιους κλάδους. Τρεις μόνο κλάδοι κατάφεραν να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν το συνολικό εργατικό δυναμικό: ο αγροτικός τομέας, η μεταποίηση τροφίμων και ο κλάδος της τεχνολογίας.
Σημειώνεται ακόμη ότι οι νέοι στην Ελλάδα επηρεάστηκαν δυσανάλογα από την αύξηση της ανεργίας με περισσότερες από μισό εκατομμύριο χαμένες θέσεις εργασίας. Παρόλα αυτά, μόνο το μισό ποσοστό της ανεργίας οφείλεται στην οικονομική επιβράδυνση και την ύφεση. Το υπόλοιπο προέρχεται από το παραδοσιακό μειονέκτημα των νέων που βρίσκονται «εκτός αγοράς» το οποίο εντάθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ολόκληροι κλάδοι κατήργησαν θέσεις εργασίας για νέους, παρότι διατήρησαν ή ακόμη και αύξησαν τις θέσεις εργασίας των μεγαλύτερων ηλικιών. Αυτοί οι κλάδοι περιλαμβάνουν τομείς όπως η αγροτική παραγωγή και τα τρόφιμα αλλά και τα περισσότερα επαγγέλματα- πρότυπα: γιατροί, δικηγόροι, τραπεζικοί και λογιστές. Το παραδοσιακό όνειρο της ελληνικής οικογένειας κλονίζεται, αν και παραμένει ακόμη ισχυρό.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, πάνω από 200.000 Έλληνες, εκ των οποίων οι περισσότεροι νέοι και με προσόντα, έχουν φύγει από τη χώρα και έχουν βρει εργασία στο εξωτερικό. Το ελληνικό ταλέντο κινείται κυρίως εντός της Ευρώπης, πρωταρχικά στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Υπό συνθήκες, το φαινόμενο αυτό, κατά πολλούς θεωρούμενο brain drain (“διαρροή ταλέντου”), θα μπορούσε να μετατραπεί σε brain circulation (“κυκλοφορία ταλέντου”), παρέχοντας στους Έλληνες τις ευκαιρίες, την εξωστρεφή αντίληψη και την εμπειρία που η εγχώρια αγορά εργασίας αδυνατεί να παρέχει.
Στην μελέτη τονίζεται ότι η τάξη μεγέθους της αλλαγής που απαιτείται είναι τεράστια και σίγουρα πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που συνήθως περιγράφεται. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα πρέπει να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένους κλάδους (πχ αγροτική παραγωγή/τρόφιμα, μεταποίηση, τουρισμός, logistics, τεχνολογία) όπου έχει δομικά πλεονεκτήματα πρώτης ύλης, γεωγραφικής θέσης ή ανθρώπινου δυναμικού. Ωστόσο, πέρα από μεγάλες μεταρρυθμίσεις και αναβάθμιση υποδομών, αυτή η μεγάλη μετατόπιση οικονομικής δραστηριότητας απαιτεί χρόνο, νέες δεξιότητες και συνεπάγεται φυσική μετακίνηση εκατοντάδων χιλιάδων. Πάνω από 640.000 υπολογίζεται ότι θα αναγκαστούν να αλλάξουν τομέα, ενώ πάνω από 500.000 θα αναγκαστούν να μετακινηθούν εκτός Αθήνας και Θεσσαλονίκης για να αναζητήσουν εργασία σε άλλα μέρη της Ελλάδας, επιπρόσθετα της εν εξελίξει φυγής Ελλήνων στο εξωτερικό.
Ποιος όμως μπορεί να δημιουργήσει υψηλής ποιότητας θέσεις εργασίας στους διάφορους κλάδους της ελληνικής οικονομίας; Όπως αναφέρεται στη μελέτη, δυστυχώς όχι η μεγάλη πλειοψηφία των υφιστάμενων επιχειρήσεων, είτε μικρών είτε μεγάλων.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι περισσότερες από τις υπάρχουσες επιχειρήσεις έχουν δομική αδυναμία να αυξήσουν σημαντικά τις θέσεις εργασίας τους. Ενδεικτικά, στο σύνολό τους οι μεγάλες επιχειρήσεις μείωσαν τις θέσεις εργασίας ακόμη και κατά τα «καλά χρόνια» προ της κρίσης. Αντίστοιχα, οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις αποτελούν κατά βάση επιλογή αυτοαπασχόλησης και δεν δημιουργούν καμία πρόσθετη θέση εργασίας πλην εκείνης του επιχειρηματία- ιδιοκτήτη. Την ίδια στιγμή, η ποιότητα της εργασίας που προσφέρουν είναι κακή, με απουσία προγραμμάτων ανάπτυξης του προσωπικού, αναντιστοιχία ρόλων και ικανοτήτων και εξαιρετικά προβληματικούς μισθούς.
Υπάρχει μια μειοψηφία περίπου 3.000 υφιστάμενων επιχειρήσεων που παρουσιάζουν υψηλά περιθώρια ανάπτυξης (περίπου 2.900 μικρομεσαίες και 100 μεγάλες), επενδύουν στο προσωπικό τους και έχουν τις βάσεις να εξελιχθούν ταχύτατα, δημιουργώντας ποιοτικές θέσεις εργασίας. Μπορούν συλλογικά να δημιουργήσουν μέχρι και 200.000 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων οι περισσότερες θα απευθύνονται σε νέους.
Το υπόλοιπο των 800.000 θέσεων εργασίας πρέπει να δημιουργηθεί από νέες επιχειρήσεις. Χρειάζονται 10.000 νέες επιχειρήσεις υψηλής ανάπτυξης με την κατάλληλη εξωστρεφή και καινοτόμο νοοτροπία.
Η σημερινή ραγδαία αύξηση των startups είναι μια καλή αρχή. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, δεν αναμένουμε, όμως, τα περίπου 200 startups που ιδρύονται κάθε χρόνο, να δημιουργήσουν τις εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας που χρειάζονται. Ειδικά από τη στιγμή που τα περισσότερα επικεντρώνονται σε έναν μόνο κλάδο και μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό τους μπορεί να θεωρηθεί υψηλής ανάπτυξης.
Οι νέοι, τονίζεται, πρέπει να ηγηθούν της μεταμόρφωσης της Ελλάδας. Ως επιχειρηματίες ή εργαζόμενοι, έχουν τις βάσεις να ξεπεράσουν τη χρόνια αντίσταση της Ελλάδας στην αλλαγή. Η χώρα έχει κάνει ελάχιστα για να τους παρέχει την κατάλληλη εκπαίδευση, ευκαιρίες εργασίας, εξωστρεφή νοοτροπία, πνεύμα συνεργασίας και έμπνευση. Παρόλα αυτά, οι ίδιοι επιδεικνύουν εντυπωσιακή ευελιξία, επιχειρηματικό πνεύμα και αισιοδοξία, που μπορούν να οδηγήσουν στην αλλαγή. Περίπου το 15% των νέων δηλώνουν «τακτοποιημένοι» ή εντελώς αδιάφοροι. Το κυρίαρχο 85% είναι πρόθυμο να κυνηγήσει ευκαιρίες, όπου αυτές υπάρχουν. Το 9% είναι έτοιμοι να γίνουν οι καταλύτες της αλλαγής.
Σύμφωνα με τη μελέτη πρέπει:
- Να εντοπίσουμε και να επικεντρωθούμε στη στήριξη της μειοψηφίας των 3.000 υφιστάμενων επιχειρήσεων υψηλής ανάπτυξης και των μεμονωμένων σήμερα εκπαιδευτικών προσπαθειών.
- Να επιταχύνουμε τη δημιουργία και εξέλιξη 10.000 νέων επιχειρήσεων υψηλής ανάπτυξης.
- Να συνδέσουμε τους νέους με επιλεγμένους επιχειρηματίες, εργοδότες και ακαδημαϊκούς, εντός και εκτός χώρας, μέσω εργαλείων εκπαίδευσης και απασχόλησης