Για τις συνέπειες της υπερβολικής αισιοδοξίας στην ελληνική κρίση προειδοποιούν γερμανοί οικονομολόγοι, υποστηρίζοντας ότι παρότι η ελληνική οικονομία άρχισε πάλι να αναπτύσσεται, το χρέος παραμένει υψηλό.
«Συνιστά ένα θετικό μήνυμα το γεγονός ότι στις αγορές αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη προς την μεταρρυθμιστική ικανότητα της Ελλάδας», επισημαίνει στην Deutsche Welle, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Allianz, Μίχαελ Χάιζε, διευκρινίζοντας, ότι «παρά τις σημαντικές προόδους, η Ελλάδα παραμένει μία υπερχρεωμένη χώρα, η οποία και θα πρέπει να υπερβεί ακόμη πολλά εμπόδια για να ξεπεράσει την κρίση.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής οικονομολόγο του μεγάλου γερμανικού ασφαλιστικού ομίλου, «δεν επιτρέπεται να επικρατήσει η ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να καλύψει στις κεφαλαιαγορές τις μελλοντικές χρηματοδοτικές της ανάγκες, οι οποίες εξακολουθούν να είναι σημαντικές». Όπως εξηγεί ο Μίχαελ Χάιζε, «τα επιτόκια εξακολουθούν να είναι υψηλά για τα δεδομένα του ελληνικού προϋπολογισμού».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Γιοργκ Κρέμερ. «Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έπεσαν στα προηγούμενα τρίμηνα, κυρίως επειδή, το καλοκαίρι του 2012, η ΕΚΤ κατέστησε σαφές ότι “στην εσχάτη των περιπτώσεων” θα αγοράσει ομόλογα των χωρών της κρίσης και αυτό είναι ένα είδος ασφάλειας», υπογραμμίζει ο Γιοργκ Κρέμερ.
Ο γερμανός οικονομολόγος εκτιμά ότι «η ύφεση ξεπεράστηκε και η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται και πάλι». Πέραν τούτου, διευκρινίζει ο Γιοργκ Κρέμερ, «οι μισθολογικές υπερβολές της εποχής του οικονομικού μπουμ έχουν αρθεί, τουλάχιστον μερικώς». Ο Κρέμερ θεωρεί υπερβολικά υψηλό το ελληνικό δημόσιο χρέος που έφτασε στο 175% του ΑΕΠ και προσθέτει ότι οι συνθήκες που δημιουργεί το κράτος για την επιχειρηματική δραστηριότητα παραμένουν αρνητικές και είναι συγκρίσιμες με εκείνες των αναπτυσσομένων χωρών.
«Η επιστροφή της Αθήνας στις αγορές δεν λύνει τα προβλήματα του ελληνικού λαού», υπογράμμισε σε συνέντευξή του προς την εφημερίδα Tagesspiegel ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Όπως μεταδίδει η DW, ο επικεφαλής υποψήφιος του ΕΛΚ στις ευρωεκλογές και πρώην πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου υποστήριξε ότι η διαδικασία προσαρμογής της Ελλάδας θα διαρκέσει πολύ, ενώ παραδέχθηκε αυτοκριτικά ότι κατά την εποχή που ο ίδιος ήταν επικεφαλής του Eurogroup σημειώθηκαν υπερβολικές περικοπές στον τομέα της υγείας, οι οποίες είχαν άδικες επιπτώσεις».
Τέλος, η ελβετική εφημερίδα Basler Zeitung παρατηρεί σήμερα ότι μολονότι η Ελλάδα παραμένει στην ευρωζώνη ο ασθενέστερος κρίκος της αλυσίδας, οι πραγματικές πηγές ανησυχίας είναι η Ιταλία και η Γαλλία. Κυρίως η Ιταλία, με ένα ποσοστό χρέους της τάξεως του 135% του ΑΕΠ, «συνιστά ωρολογιακή βόμβα», επισημαίνει η εφημερίδα, τονίζοντας ότι όλοι στηρίζουν τις ελπίδες τους στον Ματέο Ρέντσι. «Κανείς δεν θέλει ούτε να φανταστεί που θα καταλήξει η χώρα εάν αποτύχει ο νέος ιταλός πρωθυπουργός», αναφέρει η Basler Zeitung.