Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι θα εξετάσει τον τερματισμό της εξουδετέρωσης της ρευστότητας που δημιουργούν οι αγορές ομολόγων που κάνει η τράπεζα στη διάρκεια της κρίσης, μόνο εάν έχει τη δημόσια στήριξη της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Μπούντεσμπανκ), αναφέρει δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg, επικαλούμενο δύο αξιωματούχους κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης που έχουν γνώση των συζητήσεων.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, εάν η ΕΚΤ σταματήσει να «αποστραγγίζει» τη ρευστότητα που έχει δοθεί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωζώνης από τις αγορές ομολόγων, αυτό θα οδηγούσε σε αύξηση της ρευστότητας κατά 180 δισ. ευρώ, σε μία περίοδο που οι αξιωματούχοι προσπαθούν να περιορίσουν την αστάθεια στις αγορές χρήματος και τα επιτόκια είναι σχεδόν μηδενικά.
Ο κ. Ντράγκι δήλωσε ότι θα δεχόταν να θέσει στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ θέμα διακοπής της εξουδετέρωσης της ρευστότητας (από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που έχει λήξει), εάν η Μπούντεσμπανκ «πουλήσει» την απόφαση αυτή στη γερμανική κοινή γνώμη, σύμφωνα με τους δύο αξιωματούχους. Σημειώνεται ότι η αποστράγγιση της ρευστότητας που δημιουργείται από τις αγορές ομολόγων εξουδετερώνει την επίπτωσή τους στην προσφορά χρήματος, περιορίζοντας τους πληθωριστικούς κινδύνους.
Η «επιστράτευση» της Μπούντεσμπανκ για να πεισθεί η κοινή γνώμη της Γερμανίας σχετικά με την αλλαγή των όρων του προγράμματος αγοράς ομολόγων, μπορεί να συνιστά μία αμυντική στρατηγική για τον Ντράγκι, μετά την αρνητική αντίδραση που δοκίμασε ο προκάτοχός του Ζαν-Κλοντ Τρισέ όταν ανακοίνωσε το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων το 2010.
Η Μπούντεσμπανκ υποστηρίζει τη διακοπή της απορρόφησης της ρευστότητας και έχει συζητήσει για το μέτρο αυτό στις επιτροπές νομισματικής πολιτικής και συναλλαγών με τις αγορές της ΕΚΤ, σύμφωνα με δήλωση αξιωματούχου της στο Bloomberg στις 31 Ιανουαρίου.
Η ΕΚΤ απέτυχε κατά τις δύο τελευταίες εβδομάδες να εξουδετερώσει τις αγορές ομολόγων, σε μία ένδειξη ότι οι τράπεζες μπορεί να είναι απρόθυμες να καταθέσουν τα διαθέσιμά τους στην κεντρική τράπεζα, εν μέσω πιο σφιχτών συνθηκών χρηματοδότησης.