Ο κορονοϊός έφερε αυξημένη οικονομική πίεση και ανησυχία στα ευρωπαϊκά νοικοκυριά -μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα- όπως καταγράφεται σε έρευνα του Ομίλου της Intrum με τίτλο «European Consumer Payment Report 2020 /Ειδική έκδοση COVID-19».
Ωστόσο 1 στους 3 ευρωπαίους καταναλωτές δηλώνει ότι η κρίση της πανδημίας έχει θετική επίδραση στα οικονομικά του λόγω μείωσης δαπανών.
«Καθώς η διεθνής κοινότητα επικεντρώνει στα άμεσα ζητήματα υγείας που προκύπτουν από την πανδημία, η αναστάτωση των οικονομιών σε ολόκληρη την Ευρώπη έχει σοβαρές επιπτώσεις στα οικονομικά των καταναλωτών, στις επιχειρήσεις και στην κοινωνία γενικότερα. Ωστόσο, η ενίσχυση σε γνώσεις οικονομικής διαχείρισης, η δυνατότητα αλλαγών στις οικονομικές δαπάνες και κατ’ επέκταση η ενίσχυση της αποταμίευσης μπορούν να προσφέρουν τη δυνατότητα σε πολλούς Ευρωπαίους καταναλωτές να διαχειριστούν θετικά και να ξεπεράσουν αυτή την περίοδο αβεβαιότητας» υπογραμμίζει ο Mikael Ericson, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Intrum σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Βασικά συμπεράσματα της έρευνας του Ομίλου Intrum:
Επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης στην Ευρώπη
Το 48% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η οικονομική του κατάσταση έχει επιδεινωθεί συγκριτικά με έξι μήνες πριν.
Ειδικότερα:
- Τα αντίστοιχα ποσοστά στην Ισπανία και την Ιταλία είναι 59%
- Γενιά των Millennials: 53%
- Νοικοκυριά με παιδιά: 55%
- Νοικοκυριά χωρίς παιδιά: 44%
- Το ποσοστό στην Ελλάδα διαμορφώνεται σε 67% ενώ ταυτόχρονα το 26% δεν έχει διαπιστώσει αλλαγή στην οικονομική του κατάσταση ή δεν γνωρίζει εάν θα επηρεαστεί λόγω πανδημίας
Μόνο το 23% αναμένει βελτίωση της προσωπικής οικονομικής κατάστασης σε έξι μήνες.
- Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ιταλία είναι μόνο 8%
- Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι 18%
45% δηλώνει ότι οι ανησυχίες σχετικά με την αύξηση των λογαριασμών έχουν γενικότερη αρνητική επίδραση στην υγεία τους (Το αντίστοιχο ποσοστό το 2019 ήταν 43%).
- Νοικοκυριά με παιδιά: 51% (2019: 48%)
- Νοικοκυριά χωρίς παιδιά: 41% (2019: 41%)
- Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται στο 67%
Η μείωση του εισοδήματος προκαλεί ανησυχίες για την πληρωμή λογαριασμών και χρέους
- 4 στους 10 ευρωπαίους δηλώνουν ότι η απασχόλησή τους έχει επηρεαστεί από την κρίση COVID-19, ενώ περισσότεροι από τους μισούς (54%) διαπιστώνουν μείωση του εισοδήματος στο νοικοκυριό.
- Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 53%
1 στους 5 καταναλωτές έχουν χρεωθεί περισσότερο για να καλύψουν τις καθημερινές δαπάνες ως άμεσο αποτέλεσμα της κρίσης COVID-19.
- Για τους Millennials το ποσοστό είναι 24%
- Νοικοκυριά με παιδιά: 22%
- Νοικοκυριά χωρίς παιδιά: 16%
- Στην Ελλάδα το ποσοστό είναι 35%
Αυξάνεται -σε 18% από 12% το 2019- το ποσοστό των καταναλωτών που καταφεύγουν στο δανεισμό για να πληρώνουν λογαριασμούς.
- Στη γενιά των Millennials το αντίστοιχο ποσοστό είναι 22%
- Νοικοκυριά με παιδιά: 21%
- Νοικοκυριά χωρίς παιδιά: 16%
- Στην Ελλάδα το ποσοστό είναι 28%
Ανησυχίες για τη δυνατότητα αποταμίευσης για το μέλλον
Το 58% είναι δυσαρεστημένοι από τη δυνατότητά τους να αποταμιεύουν κάθε μήνα (Το αντίστοιχο ποσοστό για το 2019 είναι 52%).
- Νοικοκυριά με παιδιά: 62%
- Νοικοκυριά χωρίς παιδιά: 54%
- Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι 80%
Το 39% αποταμιεύει σημαντικά λιγότερο για το μέλλον συγκριτικά με πριν από την κρίση του COVID-19.
- Στη γενιά των Millennials είναι το 44%
- Νοικοκυριά με παιδιά: 45%
- Νοικοκυριά χωρίς παιδιά: 36%
- Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι 52%
Θετικές επιπτώσεις της πανδημίας
Το 36% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η κρίση είχε θετικό αντίκτυπο καθώς μείωσε τις καθημερινές δαπάνες.
Στην Ελλάδα, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 37%, ενώ το 28% δεν διαπίστωσε κάποια επίπτωση στις καθημερινές δαπάνες.
«Όπως ήταν αναμενόμενο, διαπιστώνουμε τις τάσεις αυτές στα πιο ευάλωτα νοικοκυριά με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες,όπως είναι οι νέες οικογένειες και η γενιά των Millennials. Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, η αύξηση στο ύψος των λογαριασμών και τα αυξανόμενα χρέη αυξάνουν τις ανησυχίες. Μοναδικός τρόπος για την επιτυχημένη διαχείριση των ζητημάτων αυτών είναι η εκπαίδευση των ευρωπαίων καταναλωτών σε θέματα οικονομικής διαχείρισης», καταλήγει ο Mikael Ericson.