Σε 800.000 ευρώ υπολογίζονται οι οικονομικές απώλειες των κτηνοτρόφων που τα ζώα τους προσβλήθηκαν από τη νόσο της ευλογιάς στο Νομό Θεσσαλονίκης και έτσι δεν μπορούν να πωλήσουν γάλα και κρέας, ενώ οι αποζημιώσεις από τη θανάτωση ήδη 2.600 μηρυκαστικών, εκτιμάται σε 240.000 ευρώ, όπως τόνισε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κτηνίατρος του Τοπικού Κέντρου Ελέγχου Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας Βαγγέλης Τσιαμάδης.
Επισημαίνοντας ότι ο Νομός Θεσσαλονίκης βρίσκεται σε… καραντίνα από τον Οκτώβριο του 2013 οπότε και παρουσιάστηκε η πρώτη εστία ευλογιάς στη Σίνδο και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε Καλοχώρι και Χαλάστρα, τόνισε ότι έχει απαγορευτεί κατηγορηματικά και αυστηρά, λόγω της «πανεύκολης μετάδοσης του νοσήματος σε άλλα ζώα», η όποια αγοραπωλησία αιγοπροβάτων, αλλά και η σφαγή. Σημείωσε δε χαρακτηριστικά ότι «ο άνθρωπος και να καταναλώσει προϊόν που έχει προβληθεί από την ευλογιά δεν πρόκειται να πάθει τίποτα, καθώς δεν προσβάλλεται από το νόσημα αυτό των ζώων».
Η ευλογιά, που είχε να εμφανιστεί στη χώρα μας από το 1997, πρωτοεμφανίστηκε τον Σεπτέμβριο στον Έβρο, ερχόμενη είτε από τη Βουλγαρία, είτε από την Τουρκία, και έφθασε στην περιοχή μας τον Οκτώβριο, με τις εστίες να φθάνουν μέχρι και χθες τις 13, στις προαναφερόμενες τρεις περιοχές.
Ο κ. Τσιαμάδης υπογράμμισε ότι η «ευλογιά είναι μια πυρκαγιά, ατομική έκρηξη που σκάει και μπορεί να μολύνει τους πάντες».
Μεταξύ άλλων επεσήμανε ότι τα ζώα που παρουσίασαν ευλογιά θανατώθηκαν στο σύνολό τους, ενώ σχετικά με την προφύλαξη του ζωικού κεφαλαίου, ύστερα από συστάσεις των κτηνιάτρων του νομού Θεσσαλονίκης, γύρω από κάθε θετική εστία έχει οριστεί μια ζώνη 3 χλμ, όπου απαγορεύεται η βόσκηση και η σφαγή. «Φυσικά αυτό έχει αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση του κόστους παραγωγής για όσους κτηνοτρόφους κρατούν εντός των εγκαταστάσεών τους τα υγιή ζώα τους», διευκρίνισε.
Ο κ. Τσιαμάδης είπε ότι η ευλογιά είναι το δεύτερο σε επικινδυνότητα νόσημα στα μικρά μηρυκαστικά με την πρωτιά να καταλαμβάνεται από τον αφθώδη πυρετό. Έκανε δε ιδιαίτερη αναφορά στην έλλειψη κτηνιάτρων.
Μεταξύ άλλων σημείωσε ότι οι κτηνοτρόφοι ακολουθούν πιστά τις συστάσεις των κτηνιάτρων, αν και στην αρχή υπήρξε πρόβλημα επειδή δεν καταλάβαιναν την επικινδυνότητα του νοσήματος στα ζώα τους. Διευκρίνισε δε ότι ενώ το Δεκέμβριο καταγράφηκε ύφεση στη μετάδοση του νοσήματος, ήδη στο πρώτο 10ήμερο του Ιανουαρίου παρουσιάστηκαν δύο κρούσματα.
Επισημαίνεται ότι η ευλογιά κολλάει με την επαφή και εξαπλώνεται ταχύτητα, ενώ ο ιός είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στο περιβάλλον, ζώντας για πάνω από έξι μήνες. Ως αποτέλεσμα, η επανασύσταση του κοπαδιού θα χρειαστεί τουλάχιστον έξι μήνες, από την τελευταία παρουσίαση εστίας στην περιοχή και υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι καθαροί οι δειγματοληπτικοί έλεγχοι, όπως επεσήμανε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κτηνίατρος Άγγελος Θώμας.
Για την πρόληψη ανέφερε ότι οι κτηνοτρόφοι θα πρέπει να διατηρούν σε πολύ υψηλά στάνταρ τους κανόνες υγιεινής, αλλά και να φροντίζουν να απολυμαίνονται τα οχήματα που μεταφέρουν ζώα.
Παράλληλα τόνισε ότι γίνονται έλεγχοι και στον υπόλοιπο Νομό Θεσσαλονίκης και διατύπωσε την εκτίμηση ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα επάρκειας στην αγορά, ούτε κατά τη διάρκεια των εορτών του Πάσχα.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του παραρτήματος Κεντρικής Μακεδονίας του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας Θανάσης Σαρόπουλος, επεσήμανε μεταξύ άλλων ότι η πολιτεία θα πρέπει άμεσα να αντιληφθεί την τεράστια ζημιά που θα υποστεί η αγροτική παραγωγή της χώρας από την περαιτέρω επέκταση του νοσήματος της ευλογιάς και στο πλαίσιο αυτό σημείωσε ότι θα πρέπει να γίνονται κινήσεις για την εξασφάλιση κονδυλίου που θα δοθεί σε αυτούς που θα πρέπει να ανασυστήσουν το κοπάδι τους.
Ο πρόεδρος του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, Σπύρος Μάμαλης τόνισε μεταξύ άλλων ότι η επιστημονική γνώση είναι επένδυση και όχι κόστος για τον Ελληνικό λαό, προσθέτοντας ότι η χώρα μας δεν είδε κρούσματα με τη γρίπη των πτηνών, επειδή επιστρατεύτηκε άμεσα όλο το προσωπικό, προσθέτοντας ότι οι περικοπές εν μέσω της οικονομικής κρίσης «μας καθιστούν πλέον ευάλωτους στα νοσήματα, όπως αυτό της ευλογιάς».