Θετικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη και την απασχόληση θα φέρει ο επανακαθορισμός των πολιτικών για τη συνοχή στην ΕΕ, τονίζει σε ανακοίνωσή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, από τον προϋπολογισμό του 2014-2020, πρόκειται να επενδυθούν στα κράτη – μέλη 325 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο της πολιτικής για τη συνοχή, ώστε να επιτευχθούν οι πανευρωπαϊκοί στόχοι για την ανάπτυξη και την απασχόληση, καθώς και για να αντιμετωπιστούν η κλιματική αλλαγή, η ενεργειακή εξάρτηση και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Επιπλέον, εκτιμάται ότι οι συνολικές επενδύσεις είναι πιθανόν να υπερβούν τα 500 δισ. ευρώ, εάν ληφθούν υπόψη η εθνική συνεισφορά των κρατών – μελών και η μόχλευση που παρέχουν τα χρηματοπιστωτικά μέσα.
Ένα από τα βασικά στοιχεία της μεταρρύθμισης στην πολιτική συνοχής είναι η διοχέτευση πόρων, μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ), σε καίριους τομείς της ανάπτυξης: στην καινοτομία και την έρευνα, το ψηφιακό θεματολόγιο, τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και την οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Για τις λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες (ΑΕΠ < 75 % του μέσου όρου της ΕΕ-27) το ποσοστό της συγχρηματοδότησης θα ανέρχεται σε 50%, για τις περιφέρειες μετάβασης (ΑΕΠ 75 % έως 90 % του μέσου όρου της ΕΕ-27) σε 60%, και στις περισσότερο αναπτυγμένες περιφέρειες (ΑΕΠ > 90 % του μέσου όρου της ΕΕ-27) το ποσοστό συγχρηματοδότησης θα φτάνει τα 80%.
Περίπου 100 δισ. ευρώ θα διατεθούν σε αυτούς τους τομείς, από τους οποίους τουλάχιστον 23 δισ. ευρώ θα στηρίξουν τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (ενεργειακής απόδοσης και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας).
Επιπλέον, μέσω του Ταμείου Συνοχής, περίπου 66 δισ. ευρώ θα διατεθούν ειδικά για διευρωπαϊκές μεταφορικές συνδέσεις προτεραιότητας και βασικά έργα περιβαλλοντικής υποδομής.
Μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ) θα διατεθούν συνολικά τουλάχιστον 70 δισ. ευρώ για επενδύσεις σε προγράμματα κατάρτισης και διά βίου μάθησης, εκπαίδευσης και κοινωνικής ένταξης (κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τουλάχιστον το 20% του ΕΚΤ για την υλοποίηση αυτού του στόχου). Παράλληλα, η νέα πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων που συνδέεται με το ΕΚΤ και χρηματοδοτείται με τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ θα υποστηρίζει την εφαρμογή της «Εγγύησης για τη νεολαία».
Επιπλέον, οι χώρες και οι περιφέρειες θα πρέπει να ανακοινώνουν εκ των προτέρων τους στόχους που προτίθενται να επιτύχουν με τους διαθέσιμους πόρους και να προσδιορίζουν επακριβώς τον τρόπο με τον οποίο θα μετράται η πρόοδος προς την επίτευξη αυτών των στόχων. Αυτό θα επιτρέψει την τακτική παρακολούθηση και συζήτηση σχετικά με τη χρήση των χρηματοοικονομικών πόρων.
Τα προγράμματα θα πρέπει να συνάδουν με τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων και θα πρέπει να περιλαμβάνουν τις σχετικές μεταρρυθμίσεις που έχουν προσδιοριστεί μέσω ειδικών για κάθε χώρα συστάσεων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου.
Εάν κριθεί αναγκαίο, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τα κράτη μέλη – στο πλαίσιο της ρήτρας «μακροοικονομικών προϋποθέσεων»- να τροποποιήσουν προγράμματα προκειμένου να στηριχθούν βασικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ως έσχατη λύση, μπορεί να αναστείλει τη χορήγηση των κονδυλίων, εάν έχουν διαπιστωθεί επανειλημμένες και σοβαρές παραβιάσεις των οικονομικών συστάσεων.
Τέλος, θα ενθαρρύνεται εντατικότερη χρήση χρηματοδοτικών μέσων ώστε να δοθεί στις ΜΜΕ μεγαλύτερη στήριξη και πρόσβαση σε πιστώσεις: Δάνεια, εγγυήσεις και ίδια κεφάλαια/κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου θα στηρίζονται από κονδύλια της ΕΕ χάρη σε κοινούς κανόνες, στη διεύρυνση της χρήσης τους και στην παροχή κινήτρων (π.χ. υψηλότερα ποσοστά συγχρηματοδότησης). Η έμφαση στα δάνεια παρά στις επιχορηγήσεις αναμένεται ότι θα βελτιώσει την ποιότητα των σχεδίων και θα αποθαρρύνει την εξάρτηση από επιδοτήσεις.