Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είναι έτοιμο να παρατείνει την αποπληρωμή των δανείων που χορηγεί στην Ελλάδα στο πλαίσιο του πακέτου διάσωσης των 110 δισ. ευρώ, εφόσον κάνουν την ίδια κίνηση πρώτα οι χώρες της Ε.Ε., δήλωσε σε συνέντευξή του στο διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg ο Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν.
Όπως χαρακτηριστικά είπε, «αν οι Ευρωπαίοι αποφασίσουν να κάνουν κάτι, θα κάνουμε σίγουρα το ίδιο», προσθέτοντας ότι το Ταμείο συμμετέχει κατά το ένα τρίτο στο πακέτο των 110 δισ. ευρώ.
Ο επικεφαλής του ΔΝΤ δεν παρέλειψε να εξάρει το έργο της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία «κάνει ακριβώς ό,τι χρειάζεται» για να περιορίσει τις δαπάνες και να επιτύχει τους στόχους που τέθηκαν ως όροι για τη βοήθεια.
«Το αν θα χρειαστεί η παράταση αποπληρωμής των δανείων – πέραν της τριετίας που προβλέπει το Μνημόνιο Συνεργασίας της Ελλάδας με την ΕΕ και το ΔΝΤ – θα εξαρτηθεί από την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας», τόνισε ο Στρος-Καν.
Πριν από τη συνέντευξη του στο Bloomberg, είχαν προηγηθεί αντίστοιχες δηλώσεις από την εκπρόσωπο του ΔΝΤ κυρία Σιμονέτα Ναρντίν και το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι.
Ο τελευταίος είπε, μιλώντας σε πάνελ στο πλαίσιο της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, ότι το ΔΝΤ έχει μηχανισμούς που προβλέπουν την παράταση των δανείων για τις χώρες που στηρίζει οικονομικά και εξετάζει να κάνει το ίδιο και για την Ελλάδα, αν και δεν έχει ληφθεί απόφαση.
Η κυρία Ναρντίν είπε ότι το Ταμείο δεν έχει «συγκεκριμένο σχέδιο» αλλαγής του χρονοδιαγράμματος εξόφλησης των δανείων από την Ελλάδα, καθώς είναι πιθανό «η Ελλάδα να είναι σε θέση να καλύψει πλήρως τις ανάγκες χρηματοδότησής της το 2012 από τις αγορές, όπως ήταν ο σχεδιασμός όταν εγκρίθηκε το πρόγραμμα στήριξης τον περασμένο Μάιο».
Η εκπρόσωπος είπε ότι «γνωρίζουμε ότι οι αγορές ανησυχούν για το χρονοδιάγραμμα εξόφλησης των επίσημων δανείων» και προσέθεσε ότι, αν οι ανησυχίες αυτές παραταθούν, οι επιλογές του Ταμείου περιλαμβάνουν την παράταση της περιόδου αποπληρωμής, την αντικατάσταση πιο βραχυπρόθεσμων με πιο μακροπρόθεσμα δάνεια και τη συμφωνία νέου προγράμματος, όταν το παρόν ολοκληρωθεί.