Απτόητες συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία οι τιμές των βασικών ειδών διατροφής, παρά την πρωτοφανή οικονομική ύφεση και τη μεγάλη μείωση των εισοδημάτων.
Τα καρτέλ στην αγορά των τροφίμων και άλλων προϊόντων νοικοκυριού, οι υψηλοί έμμεσοι και άμεσοι φόροι, καθώς και η γραφειοκρατία εμποδίζουν τις επιχειρήσεις στο να ρίξουν τις τιμές, με αποτέλεσμα η ακρίβεια να συντηρείται.
Αυτή την οξύμωρη αντίθεση, της αύξησης των τιμών από τη μία πλευρά και της μεγάλης μείωσης των μισθών από την άλλη, εν καιρώ ύφεσης, αποκαλύπτει μελέτη του Ινστιτούτου Εμπορίου Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ).
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει το Έθνος, την περίοδο 2008-2013 το ΑΕΠ έπεσε 23,4%, το καθαρό εθνικό εισόδημα κατρακύλησε κατά 26,6%, οι δαπάνες τελικής κατανάλωσης μειώθηκαν κατά 26,2%, αλλά οι τιμές των τροφίμων παρουσίασαν αύξηση 13%.
Στοιχείο εξωφρενικό, αν αναλογιστεί κανείς πως και οι μισθοί, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, τα τελευταία τρία με τέσσερα χρόνια μειώθηκαν κατά 25%.
Πρέπει να επισημανθεί, σύμφωνα πάντα με την έρευνα του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, πως οι τιμές των τροφίμων φρέναραν ουσιαστικά την ανοδική τους πορεία κατά το τελευταίο έτος (2012-2013), όταν η μέση αύξηση ήταν 0,4% σε σχέση με την περίοδο 2011-2012 που ήταν 2,9% και το προηγούμενο έτος 5,9%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία για τον δείκτη τιμών καταναλωτή, οι τιμές σε βασικά προϊόντα έχουν αυξηθεί σωρευτικά την περίοδο 2008-2013 (πρώτο δίμηνο) περίπου κατά 6,3%. Εξαίρεση αποτελούν το νωπό – παστεριωμένο γάλα (-0,77%), το μεταλλικό νερό (-1,7) και κυρίως το ελαιόλαδο (-8,39%).
Σε πολλά προϊόντα οι τιμές καθορίζονται διεθνώς, ενώ η μείωση της προσφοράς πιέζει ανοδικά τις τιμές με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον όγκο παραγωγής ζάχαρης στην Ελλάδα, ο οποίος περιορίζεται από ποσοστώσεις και ρυθμίσεις της ΕΕ.
Έτσι η ζάχαρη πωλείται σε σχέση με το 2008 ακριβότερα κατά 21,53%. Το ρύζι έχει αυξηθεί 13,85%, τα αυγά ανέβηκαν κατά 19,05%, το αλάτι 6,38%, ενώ τα προϊόντα σοκολάτας ανατιμήθηκαν 10,86%.
Οι υψηλοί έμμεσοι φόροι, η ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς αλλά και η γραφειοκρατία είναι ορισμένοι από τους λόγους για τους οποίους οι τιμές των προϊόντων μένουν στα ύψη.
Σε ό,τι αφορά τους μισθούς, σε σχέση με το 2010 είναι μειωμένοι κατά 25% σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Η αντικατάσταση των κλαδικών συμβάσεων με επιχειρησιακές ή ατομικές, η μείωση του κατώτατου μισθού αλλά και η επέλαση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης δημιουργούν ένα νέο «τοπίο».
Αξίζει να σημειωθεί πως σχεδόν ένας στους τρεις μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα παίρνει λιγότερα από 586 ευρώ τον μήνα. Πρόκειται κυρίως για μερικώς και προσωρινά απασχολούμενους αλλά και για νέους κάτω των 25 ετών.