Την εκτίμησή του ότι η ιδιωτική ασφάλιση είναι ο θεσμός που συμβάλει εξ ορισμού στη διατήρηση συνθηκών σταθερότητας ανέφερε στο χαιρετισμό του στο ασφαλιστικό συνέδριο Insurance Money Confernce ο πρόεδρος του ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ Κ. Μίχαλος.
«Με ιδιαίτερη χαρά συμμετέχω στο ξεκίνημα των εργασιών του 6ου Ασφαλιστικού Συνεδρίου Insurance Money Conference, με θέμα τις προκλήσεις και τις προοπτικές που καλείται να διαχειριστεί η ασφαλιστική αγορά στα επόμενα χρόνια.
Συζητάμε για έναν κλάδο με ουσιαστικό ρόλο και καθοριστική συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη, αλλά και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Η ιδιωτική ασφάλιση είναι ο θεσμός που συμβάλει εξ ορισμού στη διατήρηση συνθηκών σταθερότητας και συνέχειας στις επαγγελματικές, επιχειρηματικές και κοινωνικές δραστηριότητες, αποτελώντας ένα προστατευτικό δίχτυ απέναντι σε κινδύνους, ζημιές και απώλειες.
Είναι ο θεσμός που αποκαθιστά πολύτιμους πόρους και παράλληλα δημιουργεί αποταμιευτικά κεφάλαια, για τη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων.
Είναι ο θεσμός που στηρίζει και ενθαρρύνει την επιχειρηματική δράση, μέσα σε ένα περιβάλλον που γίνεται όλο και πιο ρευστό και πολύπλοκο.
Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, που είναι εγγενή στον κλάδο, αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία στην περίοδο που διανύουμε.
Τα τελευταία χρόνια, η χώρα βιώνει τις επιπτώσεις της χειρότερης οικονομικής κρίσης στη σύγχρονη ιστορία της. Η ύφεση και η έλλειψη ρευστότητας, δημιουργούν συνθήκες οριακά βιώσιμες στο σύνολο της αγοράς. Θεμελιώδεις κοινωνικές παροχές, όπως η σύνταξη και η υγειονομική περίθαλψη τίθενται υπό αμφισβήτηση.
Η ανασφάλεια, ο φόβος και η αβεβαιότητα για το αύριο έχουν μπει οριστικά στη ζωή των πολιτών.
Μέσα σε αυτή τη συγκυρία, ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης μπορεί να λειτουργήσει σταθεροποιητικά και παράλληλα να αξιοποιήσει τις νέες ευκαιρίες που προκύπτουν.
Δυστυχώς, η ελληνική αγορά εξακολουθεί να υστερεί σημαντικά σε μέγεθος και ανάπτυξη, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Το ποσοστό των ασφαλίστρων παρέμεινε το 2012 στο 2,2% του ΑΕΠ της χώρας, ποσοστό που κατατάσσει την Ελλάδα στην 23η θέση μεταξύ των χωρών της Ευρώπης.
Είναι αλήθεια ότι η ελληνική κοινωνία, τουλάχιστον μέχρι τώρα, χαρακτηρίζεται από έλλειψη ασφαλιστικής κουλτούρας και συνείδησης. Σε αντίθεση με άλλες χώρες, η αναγκαιότητα και η χρησιμότητα της ιδιωτικής ασφάλισης ήταν αντιληπτή μόνο σε περιορισμένο βαθμό.
Η εκτεταμένη παρουσία του κράτους σε θέματα κοινωνικής προστασίας ήταν ένας παράγοντας που μέχρι τώρα δρούσε ανασταλτικά στην αύξηση της ζήτησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι την ιδιωτική ασφάλιση επιλέγει ως τώρα μόλις το 15-20% του πληθυσμού, ένα ποσοστό που προέρχεται κυρίως από τις ανώτερες εισοδηματικές ομάδες.
Σήμερα, υπάρχουν όχι μόνο τα περιθώρια αλλά και οι ευκαιρίες ανάπτυξης.
Οι αλλαγές που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια, με κυριότερες τις περικοπές στις συντάξεις και στις ιατροφαρμακευτικές παροχές, αναδεικνύουν το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης σε θέματα υγείας αλλά και αποταμίευσης.
Η σταδιακή μείωση της προστασίας του πληθυσμού από το κράτος στους τομείς των συντάξεων, της υγείας και της απασχόλησης, είναι μια τάση που γίνεται όλο και πιο εμφανής στις ανεπτυγμένες χώρες. Και με βάση τα δημογραφικά στοιχεία και τις προβλέψεις, αναμένεται να ενισχυθεί στα επόμενα χρόνια.
Η μεταφορά ενός μέρους του κινδύνου στους ίδιους τους πολίτες, είναι κάτι που ήδη τείνει να γίνει συνείδηση. Σήμερα όλοι γνωρίζουν ότι η δημόσια ασφάλιση θα είναι όλο και λιγότερο επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες τους.
Αντιλαμβάνονται ότι, παρά το περιορισμένο διαθέσιμο εισόδημά τους, θα πρέπει να στραφούν σε προϊόντα της αγοράς, για να διασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα μετά τη συνταξιοδότησή τους, για να διασφαλίσουν καλύτερες υπηρεσίες υγείας.
Η μεγάλη πρόκληση, επομένως, για την αγορά είναι να αναπτύξει και να προσφέρει στους καταναλωτές ποιοτικές και προσιτές επιλογές και λύσεις: που θα ανταποκρίνονται όχι μόνο στις ανάγκες αλλά και στις οικονομικές τους δυνατότητες.
Καλείται κυρίως να πείσει το κοινό ότι διαθέτει, όχι μόνο τα κατάλληλα προϊόντα, αλλά και την απαραίτητη αξιοπιστία και φερεγγυότητα, ώστε να λειτουργεί ως αντίβαρο στην αγωνία που νοιώθει ο σύγχρονος Έλληνας καταναλωτής.
Η αναβάθμιση του πλαισίου εποπτείας τα τελευταία χρόνια, δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις για την ενίσχυση της εικόνας της αγοράς.
Όμως, οι προκλήσεις δεν περιορίζονται στον κλάδο της υγείας και της σύνταξης. Σήμερα, βρίσκεται ταυτόχρονα σε εξέλιξη μια κρίσιμη προσπάθεια αναδιάρθρωσης της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας. Μια προσπάθεια η οποία πρέπει να στηριχθεί στην κινητοποίηση νέων παραγωγικών επενδύσεων, στην ενίσχυση των εξαγωγών, στην ανάδειξη νέων εξωστρεφών τομέων με υψηλή προστιθέμενη αξία.
Σε αυτό το πεδίο, πρέπει να επίσης να κινητοποιηθεί η ασφαλιστική αγορά, με σκοπό την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων – ικανών να παρέχουν στις επιχειρήσεις τη στήριξη που χρειάζονται. Η ναυτιλία, ο τουρισμός, η πράσινη οικονομία κτλ, είναι τομείς στους οποίους υπάρχουν και θα υπάρξουν στα επόμενα χρόνια σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης.
Για να αξιοποιηθούν αυτά τα περιθώρια, είναι σημαντικό να αναβαθμιστεί και να ενισχυθεί η σχέση μεταξύ της ασφαλιστικής αγοράς και του επιχειρηματικού κόσμου. Και για το σκοπό αυτό θα πρέπει να υπάρξει ενεργοποίηση και από την πλευρά των φορέων εκπροσώπησης.
Ως ΕΒΕΑ έχουμε δεσμευθεί να αναλάβουμε πρωτοβουλίες και να συνεργαστούμε και με την Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών, ώστε να επιδιώξουμε από κοινού μια νέα προσέγγιση. Να δημιουργήσουμε το έδαφος για να χτιστεί μια νέα σχέση, βασισμένη στην εμπιστοσύνη και στη συνεργασία.
Ελπίζω ότι το συνέδριο αυτό θα αποτελέσει ένα ουσιαστικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά και γενικότερα στη δημιουργική μετεξέλιξη της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς.
Σε έναν κόσμο όπου τίποτα πλέον δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο και σταθερό, οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν την ευκαιρία να αναδείξουν το ρόλο τους και να στηρίξουν ακόμη πιο αποτελεσματικά τις επιχειρήσεις, την οικονομία και την κοινωνία της χώρας μας».