Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζέικομπ Λου κάλεσε σήμερα το Κογκρέσο να ταχθεί υπέρ μιας μόνιμης αύξησης της χρηματοδότησης της χώρας του στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τονίζοντας ότι είναι προς το συμφέρον της να διατηρήσει την σημαίνουσα επιρροή της στον παγκόσμιο αυτό χρηματοπιστωτικό οργανισμό.
Η κυβέρνηση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ζητεί από το Κογκρέσο να ανακατανείμει ένα ποσό 63 δισεκατομμυρίων δολαρίων από ένα κονδύλι του Ταμείου για την αντιμετώπιση κρίσεων στα γενικά διαθέσιμα του ΔΝΤ για να διατηρηθεί η ισχύς των ΗΠΑ σε αυτό, αλλά δυσκολεύεται να πείσει τα μέλη του αμερικανικού κοινοβουλίου, εν μέσω μιας ιδιαίτερα δύσκολης χρονιάς από δημοσιονομικής άποψης.
«Περνάω μεγάλο μέρος της επαγγελματικής μου ζωής κάνοντας σκληρές δημοσιονομικές επιλογές, αλλά μπορώ να πω χωρίς επιφύλαξη ότι πρέπει να συνεχίσουμε να επενδύουμε στο ΔΝΤ», δήλωσε ο Λου ενώπιον μιας υποεπιτροπής της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων. «Ο προϋπολογισμός του ΔΝΤ είναι εξαιρετικά στέρεος», πρόσθεσε.
Επισήμανε ότι οι πόροι του ΔΝΤ ξεπερνούν τον δανεισμό του προς χώρες της ευρωζώνης οι οποίες αντιμετωπίζουν κρίσεις χρέους, όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Κύπρος.
Ο Λου είχε χρηματίσει σύμβουλος του Λευκού Οίκου επί θεμάτων προϋπολογισμού κατά την πρώτη θητεία του Μπαράκ Ομπάμα και υπό τον πρώην πρόεδρο Μπιλ Κλίντον.
Η έγκριση του Κογκρέσου είναι απαραίτητη για την αύξηση της χρηματοδότησης του ΔΝΤ, που με την σειρά της χαρακτηρίζεται απαραίτητη για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για τις οποίες έχει ήδη συμφωνήσει η διεθνής κοινότητα και περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την αύξηση των δικαιωμάτων ψήφου των αναδυόμενων οικονομιών. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα καταστήσουν την Κίνα τη χώρα με την τρίτη μεγαλύτερη χρηματοδοτική συνεισφορά στο Ταμείο.
Η μεταβολή των ισορροπιών που επηρεάζουν τον τρόπο λήψης αποφάσεων στο Ταμείο δεν μπορεί να προχωρήσει δίχως την έγκριση των ΗΠΑ, που διαθέτουν ένα ελέγχον πακέτο δικαιωμάτων ψήφου στο ΔΝΤ. Βάσει της συμφωνημένης μεταρρύθμισης, η ισχύς των Ηνωμένων Πολιτειών θα υποχωρήσει ελαφρά αλλά θα συνεχίσουν να διατηρούν το δικαίωμα να ασκούν βέτο.
«Υπάρχουν άλλες χώρες οι οποίες θα ήταν ευτυχείς εάν αύξαναν τα δικαιώματα ψήφου που διαθέτουν και απάλειφαν το δικαίωμα αρνησικυρίας των ΗΠΑ», επισήμανε ο Λου. «Επομένως θεωρώ ότι επείγει να επικυρωθούν αυτές οι μεταρρυθμίσεις».
Ο ίδιος επισήμανε ότι η χρηματοδότηση του ΔΝΤ συμβάλλει στην προάσπιση των επιχειρηματικών συμφερόντων των ΗΠΑ, με την διασφάλιση ενός ανταγωνισμού επί ίσοις όρους για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, και παράλληλα προασπίζει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, προωθώντας την οικονομική σταθερότητα σε εύθραυστα κράτη, που θα μπορούσαν εάν δεν εξασφάλιζαν δάνεια από το Ταμείο να περιέλθουν σε κατάσταση πολιτικής αστάθειας.
Η κωλυσιεργία από μέρους των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την χρηματοδότηση του ΔΝΤ επικρίθηκε στις εαρινές συναντήσεις τόσο του ίδιου του Ταμείου, όσο και των υπουργών Οικονομικών και των επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών της Ομάδας των Είκοσι (G20).
«Ειλικρινά, ορισμένοι από εμάς χάνουν ήδη την υπομονή τους. Η απόφαση αυτής της χώρας είναι πολύ σημαντική ημέρα για όλους», σημείωσε ο υφυπουργός Οικονομικών της Ρωσίας Σεργκέι Στόρτσακ την περασμένη εβδομάδα αναφερόμενος στις ΗΠΑ.
Πάντως τα μέλη του Κογκρέσου δεν θέλησαν να δεσμευτούν για το ζήτημα αυτό. Η Κέι Γκρέιντζερ, η Ρεπουμπλικανή τεξανή πρόεδρος της υποεπιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων, που είναι αρμόδια για την χρηματοδότηση των ΗΠΑ στο εξωτερικό, επισήμανε ότι δεν μπορούν να ανακατανεμηθούν τα κεφάλαια αυτά ώστε να αυξηθεί η χρηματοδοτική συνεισφορά της χώρας στο ΔΝΤ, αφού η διάθεσή τους είχε εγκριθεί αποκλειστικά και μόνο για την αντιμετώπιση κρίσεων το 2009.
Η Γκρέιντζερ εξάλλου είπε ότι δεν είναι σαφές εάν φέρνει αποτέλεσμα η υποστήριξη των ΗΠΑ σε πολυμερείς διεθνείς αναπτυξιακούς θεσμούς. «Είναι πιο δύσκολο να ελεγχθούν κεφάλαια όταν διατίθενται μέσω πολυμερών θεσμών σε σύγκριση με διμερή προγράμματα αρωγής».