Στις 72 μονάδες ανήλθε ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης το δεύτερο τρίμηνο 2019 στην Ελλάδα, σημειώνοντας αύξηση κατά 2 μονάδες. Παρόλα αυτά παραμένει σημαντικά χαμηλότερος από τον ευρωπαϊκό δείκτη που είναι στις 87 μονάδες.
Σύμφωνα τα αποτελέσματα της έρευνας «The Conference Conference Board Global Consumer Confidence» που υλοποιείται σε συνεργασία με τη Nielsen, 7 στους 10 Έλληνες (71%) πιστεύουν ότι η χώρα βρίσκεται σε οικονομική ύφεση.
Επιπλέον, το 63% των ερωτώμενων αμφιβάλουν ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να βγει από την οικονομική κρίση μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών, η Ελλάδα καταλαμβάνει την έβδομη θέση αναφορικά με την εργασιακή ανασφάλεια, 3 στους 10 Έλληνες ανησυχούν για την οικονομία (34%), ενώ ακολουθούν οι ανησυχίες για την εργασία (32%) και την προσωπική υγεία (22%).
Το 2ο τρίμηνο του 2019, 2 στους 10 Έλληνες ανησυχούν για τα χρέη/ οφειλές νοικοκυριού (20%) αναδεικνύοντάς την ως την 4η ανησυχία, με σημαντικά υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (10%).
Τέλος, 7 στους 10 Έλληνες προσπαθούν σε σταθερή βάση να περικόψουν τα έξοδα του νοικοκυριού τους (70%). Ειδικότερα, οι 3 κύριες ενέργειες των Ελλήνων για περικοπή των εξόδων, συνεχίζουν να εντοπίζονται μέσω των περικοπών στα έξοδα για διασκέδαση εκτός σπιτιού (68%), της αγοράς φθηνότερων ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων (68%), και στα έξοδα για ρουχισμό (68%).
Σημειώνεται ότι η έρευνα «The Conference Conference Board Global Consumer Confidence» υλοποιείται σε συνεργασία με τη Nielsen. Συμμετέχουν 32.000 καταναλωτές από 64 χώρες. Το δείγμα αποτελείται από χρήστες internet σε κάθε χώρα που δέχονται να συμμετάσχουν στην έρευνα, έχει quotas στο φύλο και την ηλικία και επιπλέον σταθμίζεται ώστε να είναι αντιπροσωπευτικό των χρηστών internet κάθε χώρας.
Η μέθοδος συλλογής στοιχείων γίνεται μέσω online. Η τελευταία μέτρηση πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2019. Ο βασικός δείκτης της έρευνας (Consumer Confidence Index) υπολογίζεται από 3 επιμέρους μεταβλητές: α) εκτίμηση για την προσωπική οικονομική κατάσταση τους επόμενους 12 μήνες, β) αξιολόγηση περιόδου για την αγορά αγαθών που χρειάζεται το νοικοκυριό, και γ) εκτίμηση για την ανεργία τους επόμενους 12 μήνες.