Την εκτίμηση ότι η συγχώνευση της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank θα αποδειχθεί μεσοπρόθεσμα επωφελής για το πιστωτικό προφίλ του νέου ομίλου που θα δημιουργηθεί, εκφράζει ο οίκος αξιολόγησης Fitch Ratings, θεωρώντας ότι θα επιτευχθούν συνέργειες. Σημειώνει, ωστόσο, ότι βραχυπρόθεσμα οι κίνδυνοι από τη συγχώνευση μπορεί να ξεπεράσουν τα οφέλη.
Ο Fitch αναμένει ότι η Eurobank θα ενοποιηθεί με την Εθνική μετά την εξαγορά της από αυτή, ανοίγοντας τον δρόμο για τη δημιουργία της μεγαλύτερης ελληνικής τράπεζας με ενεργητικό 178 δισ. ευρώ.
Η δημιουργία του ομίλου Εθνικής-Eurobank αναμένεται να διευκολύνει μία πιο αποτελεσματική διάρθρωση για την αντιμετώπιση των εξασθενημένων μακροοικονομικών προοπτικών της Ελλάδας, αναφέρει ο οίκος.
Με την κίνηση αυτή, η Εθνική θα μεγεθύνει την ηγετική παρουσία της στην Ελλάδα, διευρύνοντας την απόσταση από τους άμεσους ανταγωνιστές της, οι οποίοι έχουν προχωρήσει επίσης σε κινήσεις συγχωνεύσεων, αν και σε μικρότερη κλίμακα. Σύμφωνα με την Εθνική, τα ποσοστά του νέου ομίλου στην αγορά θα είναι περίπου 32% για τα δάνεια και 36% για τις καταθέσεις.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Fitch, η ισχυρή εγχώρια παρουσία του ομίλου θα οδηγήσει σε μία αυξημένη καταθετική βάση και θα διευκολύνει στην πορεία του χρόνου τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης από τη λιανική. Ο νέος όμιλος θα ωφεληθεί επίσης από την ισχυρή διεθνή παρουσία του, ιδιαίτερα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η Fitch σημειώνει, ωστόσο, ότι οι προκλήσεις από τη συγχώνευση της Εθνικής με την Eurobank είναι μεγαλύτερες από αυτές που αντιμετωπίζουν άλλες ελληνικές τράπεζες που έχουν διαδραματίσει κάποιο ρόλο στη διαδικασία ενοποίησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Αυτό οφείλεται, αναφέρει ο οίκος, στο σχετικά μεγάλο μέγεθος των δύο τραπεζών και στη σημαντική επικάλυψη πόρων και κινδύνων, που οδηγεί σε μεγαλύτερους κινδύνους ενοποίησης και υλοποίησης.
Επιπλέον, ο οίκος αξιολόγησης εκτιμά ότι οι πιέσεις όσον αφορά τη χρηματοδότηση των δύο τραπεζών θα διατηρηθούν, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, και σημειώνει ότι η συγχώνευση γίνεται σε μία περίοδο που οι δύο τράπεζες πρέπει επίσης να ικανοποιήσουν τις ανάγκες αναδιάρθρωσης με βάση τις διαδικασίες ανακεφαλαιοποίησής τους.