Την εκτίμησή του ότι η φαρμακοβιομηχανία έχει στρατηγική σημασία για την ελληνική οικονομία ανέφερε στο χαιρετισμό του στην εκδήλωση για την παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΕΒ με θεμα «Αναπτυξιακες προοπτικες της ελληνικης φαρμακευτικης βιομηχανιας» που πραγματοποιειται σημερα στο ΕΒΕΑ ο Κ. Μίχαλος.
«Σας καλωσορίζουμε στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, όπου έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε την παρουσίαση μιας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας μελέτης.
Μιας μελέτης, η οποία πραγματεύεται τα προβλήματα αλλά και τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
Αναφέρεται στο παρόν και στο μέλλον ενός κλάδου με σπουδαία στρατηγική σημασία για την εθνική μας οικονομία- ιδιαίτερα στο πλαίσιο της προσπάθειας για ενίσχυση της παραγωγικής βάσης της χώρας, για αύξηση της εξωστρέφειας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων.
Η συνεισφορά των εγχώριων φαρμακοβιομηχανιών στην ανάπτυξη είναι αναμφίβολα σημαντική, αφού μέχρι και το 2010 ο κλάδος συμμετείχε με μερίδιο άνω του 9,5% στο σύνολο της ελληνικής μεταποίησης.
Ενώ τη δεκαετία 2000- 2010 εμφάνισε εντυπωσιακή αύξηση στην απασχόληση, με το μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής να φθάνει στα επίπεδα του 10%.
Την ίδια περίοδο, οι ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χώρο πραγματοποίησαν μεγάλες επενδύσεις σε τεχνολογικό εξοπλισμό, στην έρευνα, στην καινοτομία, στην εξωστρέφεια. Ανέπτυξαν συνεργασίες με ξένα ερευνητικά κέντρα και εταιρείες, πραγματοποίησαν και πραγματοποιούν εξαγωγές στην Ευρώπη, στην Αμερική και σε δεκάδες άλλες χώρες, σε όλο τον κόσμο.
Επένδυσαν σε ένα ανθρώπινο δυναμικό υψηλής κατάρτισης, αξιοποιώντας κορυφαίους Έλληνες επιστήμονες σε πολυάριθμες ειδικότητες. Δημιούργησαν ένα εξαιρετικό υπόβαθρο για την τοποθέτηση της χώρας μας στο χάρτη της παγκόσμιας φαρμακοβιομηχανίας.
Όμως αυτή η δυναμική κινδυνεύει σήμερα να ατονήσει, εξαιτίας της κρίσης και των συνεπειών της. Η ασφυκτική έλλειψη ρευστότητας, που επηρεάζει αρνητικά το σύνολο των παραγωγικών κλάδων, η ύφεση και η ρευστότητα που επικρατεί στο θεσμικό περιβάλλον, είναι παράγοντες που απειλούν την ίδια τη βιωσιμότητα των εταιριών του κλάδου.
Δυστυχώς, όπως σε πολλούς άλλους τομείς, έτσι και στο χώρο του φαρμάκου έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια η λογική των πρόχειρων λύσεων και της ισοπέδωσης.
Αντί ενός μακρόπνοου σχεδιασμού για να αντιμετωπιστούν οι δομικές αδυναμίες του συστήματος, βλέπουμε πειραματισμούς, διαρκείς αλλαγές και παρεμβάσεις που αντιβαίνουν στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς.
Εάν η Πολιτεία θέλει πραγματικά να στηρίξει και να αξιοποιήσει τις δυνατότητες του κλάδου, οφείλει να διασφαλίσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις.
Η επιλογή για αύξηση της διείσδυσης των γενόσημων φαρμάκων στην ελληνική αγορά, στα πρότυπα ευρωπαϊκών χωρών όπως η Γερμανία και η Βρετανία, είναι ένα θετικό βήμα. Όμως, αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Χρειάζονται άμεσα πολιτικές, με στόχο:
– Τη διαμόρφωση ενός σταθερού και προβλέψιμου θεσμικού πλαισίου. Με απλούς, διαφανείς και ρεαλιστικούς όρους, ειδικά στο θέμα της τιμολόγησης των φαρμάκων.
– Την εφαρμογή μιας συνολικής στρατηγικής για την ανάπτυξη των γενόσημων φαρμάκων, με σωστή ενημέρωση και κίνητρα για όλους τους εμπλεκόμενους, από τους επαγγελματίες της υγείας μέχρι και τους ασθενείς.
– Την άρση ρυθμιστικών εμποδίων και την εφαρμογή στοχευμένων παρεμβάσεων, για την ενθάρρυνση νέων επενδύσεων σε παραγωγικές μονάδες, σε έρευνα και ανάπτυξη κτλ.
– Την εξασφάλιση πρόσβασης σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, ώστε να αντιμετωπιστεί η δυσκολία άντλησης τραπεζικού δανεισμού.
– Τη στήριξη της εξωστρέφειας των ελληνικών φαρμακευτικών βιομηχανιών, με ενέργειες δικτύωσης και προβολής.
Αυτό που χρειάζεται περισσότερο από όλα είναι να πιστέψουμε στις δυνατότητες της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Οι βάσεις για την ανάπτυξη μιας ισχυρής και εξωστρεφούς εγχώριας βιομηχανίας, υπάρχουν. Τώρα, Πολιτεία και επιχειρήσεις μαζί, πρέπει να διαμορφώσουν τις συνθήκες ώστε να γίνει το επόμενο βήμα. Με σχέδιο και όραμα από την πλευρά της αγοράς, με αποτελεσματικότητα και σωστές παρεμβάσεις από την πλευρά της Πολιτείας, η παραγωγή φαρμάκων μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην αναγέννηση της ελληνικής οικονομίας.
Είμαι βέβαιος ότι τα ευρήματα και οι προτάσεις της μελέτης που παρουσιάζεται σήμερα, θα αποτελέσουν ένα χρήσιμο εργαλείο προς αυτή την κατεύθυνση».