Έρευνα που διεξήγαγε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έδειξε ότι το «σφίξιμο των λουριών» στις αναπτυγμένα οικονομικά χώρες ίσως δεν αποτελεί πλέον τον κύριο παράγοντα για την προώθηση της ανάπτυξης, σε σχέση με την περίοδο όπου η οικονομική κρίση βρισκόταν στο ζενίθ, εντούτοις όμως οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές όσον αφορά τις δραστικές περικοπές δαπανών.
Το ΔΝΤ βρέθηκε στο επίκεντρο σκληρής κριτικής τον Οκτώβριο όταν παραδέχτηκε ότι τα προγράμματα λιτότητας που πρότεινε, όταν είχε ξεσπάσει η οικονομική, κρίση αποδείχτηκαν περισσότερο δαπανηρά από το αναμενόμενο, δημιουργώντας οικονομική ζημία, τρεις φορές περισσότερο από ότι είχε προβλεφθεί.
Σε έκθεση που συνέταξε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Ολιβιέρ Μπλανσάρ και ο συνεργάτης του Ντάνιελ Λι, αναφέρεται ότι ο αντίκτυπος από τα συγκεκριμένα προγράμματα φαίνεται να ξεθωριάζει καθώς οι οικονομίες αρχίζουν να ανακάμπτουν.
Η έκθεση που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο πυροδότησε θύελλα επικρίσεων για τις δραστικές περικοπές στον προϋπολογισμό των ήδη επιβαρημένων ευρωπαϊκών οικονομιών, προτρέποντας το ΔΝΤ να μαλακώσει τις συστάσεις του περί μέτρων λιτότητας στην ευρωζώνη.
Στην έκθεση αναφέρεται επίσης ότι το να εξαναγκαστούν οι χώρες που βρίσκονται σε δυσχερή οικονομική κατάσταση, να μειώσουν απότομα τα ελλείμματά τους θα ήταν στην ουσία αντιπαραγωγικό.
«Στην Πορτογαλία, για παράδειγμα, έχουμε χαλαρώσει τους στόχους για το δημοσιονομικό έλλειμμα», αναφέρουν οι Μπλανσάρ και Λι. Πάραυτα η Γερμανία είχε εμμείνει στην άποψή της ότι οι οπισθοχωρήσεις στους στόχους για τη μείωση του χρέους θα είχε ως μόνο αποτέλεσμα να πληγεί η εμπιστοσύνη των αγορών.
Σε έκθεση που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη, οι δύο οικονομολόγοι αναφέρουν ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο 2009-2010 στις περισσότερο αναπτυγμένες οικονομικά χώρες. Παρά το γεγονός ότι οι απόψεις του Μπλανσάρ και του Λι δεν αντιπροσωπεύουν αυτές του ΔΝΤ, ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου ασκεί μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση της «οικονομικής αντίληψης» του ΔΝΤ.
«Όσοι έκαναν προβλέψει υποτίμησαν κατά πολύ τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές, όπως είναι οι βραχυπρόθεσμες συνέπειες από τις δραστικές περικοπές των κρατικών δαπανών ή οι φορολογικές αυξήσεις στην οικονομική δραστηριότητα».
Στην έκθεσή τους οι δύο οικονομολόγοι αναφέρουν ότι η επίδραση των κρατικών δαπανών στην οικονομία διαφέρει ανάλογα με τη χώρα και την κατάσταση της οικονομίας. Προειδοποιούν μάλιστα ότι οι κυβερνήσεις δεν χρειάζεται να καθυστερούν τα μέτρα λιτότητας, αλλά πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το αρνητικό αντίκτυπο που θα έχουν αυτά στην ανάπτυξη της εκάστοτε χώρας.