Δεν υπάρχει περιθώριο για εφησυχασμό, μετά τις πρώτες ενδείξεις μείωσης των πιέσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην εξαμηνιαία έκθεσή της για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, απευθύνοντας έκκληση προς τις χώρες της ευρωζώνης να προωθήσουν τις μεταρρυθμίσεις.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ, η ανάληψη από τη Φρανκφούρτη της εποπτείας των τραπεζών της ευρωζώνης, και πιθανόν και χωρών της ΕΕ εκτός της νομισματικής ένωσης, είναι σημαντική για να κάνει τα πιστωτικά ιδρύματα περισσότερο ανθεκτικά στην κρίση. Υπογραμμίζει, ωστόσο, πως πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά για να αποφευχθεί μία αναθέρμανση της κρίσης.
«Η κατάσταση είναι ακόμη πολύ εύθραυστη από πολλές πλευρές», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Βίτορ Κονστάντσιο, κατά την παρουσίαση της έκθεσης. «Παραμένουν βασικοί κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και δεν υπάρχει περιθώριο για εφησυχασμό». Οι κύριοι κίνδυνοι είναι μία ενδεχόμενη νέα ένταση της κρίσης, αν οι χώρες υστερήσουν όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, μία επιδείνωση της υγείας των τραπεζών και περαιτέρω χρηματοδοτικές πιέσεις, καθώς οι αγορές χρήματος και χρέους δεν λειτουργούν ακόμη κανονικά».
Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ συμφώνησαν να δώσουν στην ΕΚΤ την αρμοδιότητα της εποπτείας τουλάχιστον 150 από τις μεγαλύτερες τράπεζες της ευρωζώνης και της παρέμβασης στις μικρότερες τράπεζες σε περίπτωση προβλημάτων.
«Αυτές οι 150 αντιπροσωπεύουν το 85% του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών της ευρωζώνης… που θα έλεγα ότι είναι υπεραρκετό», δήλωσε ο Κονστάντσιο, προσθέτοντας ότι ο ενιαίος μηχανισμός εποπτείας θα έχει νομικά την αρμοδιότητα για όλες τις τράπεζες της ευρωζώνης.
Πρόσθεσε, επίσης, ότι το επόμενο βήμα είναι η ίδρυση ενός ταμείου για την εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών, για το οποίο ο κ. Κονστάντσιο είπε ότι θα πρέπει να σχεδιασθεί με βάση τον αμερικανικό ομοσπονδιακό οργανισμό ασφάλισης καταθέσεων (FDIC).