Στην αναθεώρηση των προβλέψεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την παγκόσμια οικονομία, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής, αναφέρονται αρκετά αμερικανικά ΜΜΕ.
Μεταξύ άλλων, τονίζεται ότι το ΔΝΤ ανακοίνωσε την επιβράδυνση της διεθνούς ανάπτυξης για την τρέχουσα και την επόμενη χρονιά, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την χρηματοοικονομική σταθερότητα.
Όπως τονίζουν τα περισσότερα ΜΜΕ στις ΗΠΑ, “νέα σημάδια αδυναμίας” παρουσιάζει η διεθνής οικονομία, ιδιαίτερα η οικονομία της ευρωζώνης, με ειδικές αναφορές κυρίως στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Ιταλία.
Σε αρκετά δημοσιεύματα και αναλύσεις διατυπώνεται η άποψη, σύμφωνα με τις θέσεις του ΔΝΤ, ότι οι προβλέψεις αυτές μπορεί να ανατραπούν και πάλι προς το χειρότερο αν οι πολιτικές ηγεσίες δεν αντιμετωπίσουν “πιο ολοκληρωμένα, δυναμικά και άμεσα” την όλη κατάσταση.
Εκτός από την ευρωζώνη, προβάλλονται “αρνητικά σημάδια” για τις οικονομίες των ΗΠΑ, της Κίνας, της Ινδίας, της Βραζιλίας και άλλων χωρών, προειδοποιώντας ότι αν δεν αντιμετωπιστεί συλλογικά το όλο πρόβλημα θα έρθουν χειρότερες μέρες για την παγκόσμια οικονομία.
Ειδικότερα για την Ελλάδα, σημειώνεται ότι οι προβλέψεις είναι πιο αρνητικές απ’ ότι αρχικά υπολογιζόταν, καταγράφοντας τις χθεσινές ανακοινώσεις του ΔΝΤ, το οποίο υποστηρίζει ότι η κατάσταση στην Ελλάδα παραμένει ρευστή, με επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, άνιση εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και χρηματοδοτικούς περιορισμούς. Επίσης, προβάλλεται η θέση του ΔΝΤ περί απειλής για συνέχιση του προγράμματος λόγω “κόπωσης από την προσαρμογή».
Η “Γουόλ Στριτ Τζέρναλ” αναφέρεται στην εξαγγελία του πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, ότι η ελληνική κυβέρνηση θα αναθεωρήσει άμεσα το διογκωμένο δημόσιο τομέα της χώρας, με στόχο το κλείσιμο και τη συγχώνευση κρατικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο περικοπών στις δημόσιες δαπάνες και μείωσης της γραφειοκρατίας.
Σε ανταπόκριση από την Αθήνα, σημειώνεται ότι όπως διευκρίνισε ο κ. Σαμαράς σε επιστολή του προς το Υπουργικό Συμβούλιο, η αναθεώρηση θα ξεκινήσει τις επόμενες ημέρες και θα συμπεριλάβει κυβερνητικά σώματα, καθώς και δημόσιες υπηρεσίες που επιβλέπονται από υπουργεία. Στην ανταπόκριση αναφέρεται επίσης ότι κατά τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση θα ανακοινώσει το κλείσιμο δεκάδων κρατικών υπηρεσιών, χωρίς ωστόσο να προβεί σε απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Το γεγονός αυτό, τονίζεται, μπορεί να παρεκκλίνει από παλαιότερες δεσμεύσεις της κυβέρνησης προς την τρόικα, καθώς σύμφωνα με το τελευταίο δανειακό πρόγραμμα, η Ελλάδα είχε δεσμευθεί να απολύσει περίπου 15.000 υπαλλήλους έως τα τέλη του 2012.
Σε άρθρο στην ιστοσελίδα του τηλεοπτικού δικτύου CNBC καταγράφονται απόψεις οικονομικών παραγόντων σύμφωνα με τις οποίες οι επενδυτές θα πρέπει να παραμείνουν προσηλωμένοι στις εξελίξεις στην Ελλάδα, παρά την κόπωση που προκαλεί η πολυετής κρίση χρέους. “Μετά από δυόμιση χρόνια, είναι πολύ εύκολο να υποκύψει κανείς στην κόπωση σχετικά με την ελληνική κρίση. Όπως δείχνει η εμπειρία ωστόσο είναι επικίνδυνος ο αποπροσανατολισμός, για μακρύ χρονικό διάστημα, καθώς η ελληνική κρίση λειτούργησε έως τώρα ως προμήνυμα για τις γενικότερες εξελίξεις στην Ευρώπη”, ανέφερε ενδεικτικά ο Simon Derrick, στέλεχος της Bank of New York Mellon Corp.
Όπως τονίζεται, η νέα κυβέρνηση συνεργασίας στην Αθήνα βρίσκεται στο στάδιο της διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την εκταμίευση της επόμενης δόσης από το σχέδιο διάσωσης, εν μέσω δημοσιευμάτων που μιλούν για “πλήρη εκτροχιασμό” του προγράμματος λιτότητας στην Ελλάδα.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται στην κόψη του μαχαιριού, καθώς η επόμενη δόση δεν αναμένεται να καταβληθεί πριν τον Σεπτέμβριο, προσθέτοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προσφύγει πιθανώς στα μέσα Αυγούστου στην έκδοση βραχυπρόθεσμων ομολόγων για να μπορέσει να καταβάλλει τους μισθούς και τις συντάξεις του δημόσιου τομέα.
Επίσης, προβάλλεται η άποψη ότι η Moody’s ισχυρίζεται σε σημείωμά της την περασμένη Παρασκευή ότι η κατάσταση στην Ελλάδα έχει επιδεινωθεί από τις αρχές του έτους, αυξάνοντας τις πιθανότητες εξόδου της χώρας από το ευρώ.
Τέλος, σημειώνεται ότι παραμένει ο κίνδυνος να συμβεί κάτι στην Ελλάδα τους επόμενους τρεις μήνες, λόγω των λεπτών πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών.