Οι παρασκηνιακές διεργασίες για την πιθανότητα επιστροφής στη δραχμή ως αποτέλεσμα της επερχόμενης ρήξης της Ελλάδας με την τρόικα είναι έντονες.
Σύμφωνα με πληροφορίες του περιοδικού «Επίκαιρα», το θέμα τίθεται πλέον μονίμως σε στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος κατά τις επαφές τους με ξένους, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους εξετάζει δια παν ενδεχόμενο τρόπους διαχείρισης ενός τέτοιου σεναρίου, τράπεζες ενημερώνουν κατ’ ιδίαν τους μεγαλοκαταθέτες τους για τις επιλογές που υπάρχουν προκειμένου να προστατεύσουν την αξία των χρημάτων τους σε περίπτωση μιας τέτοιας εξέλιξης, η Κομισιόν έχει ήδη επεξεργαστεί «σχέδιο Β» – επιστροφής στη δραχμή- για την ελληνική περίπτωση, το ΔΝΤ επίσης – εξ ου και η δήλωση Λαγκάρντ, ότι υπάρχει σχετική τεχνική προετοιμασία, ενώ και τα οικονομικά επιτελεία των κομμάτων εκπονούν σχέδια επί χάρτου για να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις.
Αυτό που απασχολεί τα ελληνικά πολιτικά κόμματα είναι η γερμανική αντίδραση απέναντι στην απόπειρα επαναδιαπραγμάτευσης. Αν, δηλαδή, οι Γερμανοί θα αποφασίσουν να «εκτελέσουν» την Ελλάδα ώστε να λειτουργήσει ως παράδειγμα για τους υπόλοιπους στην Ευρωζώνη, αλλά να επιρριφθούν οι ευθύνες στους «απείθαρχους» Έλληνες και να καλυφθεί έτσι η αποτυχία του μνημονίου, το οποίο είναι αυτό που οδηγεί σε έξοδο από το ευρώ.
Η εξώθηση στο εθνικό νόμισμα μπορεί να γίνει με άρνηση χρηματοδότησης μετά τις εκλογές, αν το αποτέλεσμα δεν είναι αρεστό στο Βερολίνο και δεν εφαρμοστούν άμεσα τα συμφωνηθέντα μέτρα, ενώ ο γερμανικός τυχοδιωκτισμός ίσως οδηγήσει σε περιπέτειες και πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών.
Οι απειλές Σόιμπλε περί επιστροφής στη δραχμή ενισχύουν την ανησυχία και το κύμα αναλήψεων από τους ιδιώτες καταθέτες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πίεση στις τράπεζες, οι οποίες ήδη αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις λόγω του «κουρέματος» και της έλλειψης ρευστότητας, ενώ κυκλοφορούν και πληροφορίες για προβλήματα σε συγκεκριμένα τραπεζικά ιδρύματα, από αυτά, μάλιστα, για τα οποία θεωρούνταν ότι δεν βρίσκονταν στη ζώνη υψηλού κινδύνου.