Συνέδριο για την προώθηση της ανάπτυξης διοργάνωσε το ΕΒΕΑ, με σκοπό να προωθηθούν καινοτόμες ιδέες, καθώς όπως υπογράμμισε στην παρέμβασή του ο Πρόεδρος του, Κώστας Μίχαλος, «μιλάμε για ευκαιρίες, για πρωτοβουλίες, για καινοτόμες ιδέες και προοπτικές ανάπτυξης. Σε μια εποχή όπου η Ελλάδα έχει πραγματικά ανάγκη να κοιτάξει μπροστά, το συνέδριο αυτό δείχνει την κατεύθυνση στην οποία καλούμαστε να κινηθούμε.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ τόνισε ότι η νέα δανειακή σύμβαση και το κούρεμα δε λύνουν το πρόβλημα, καθώς είναι άμεση η ανάγκη να υπάρξει ανάπτυξη και «καλούμαστε σήμερα να στραφούμε σε μια νέα αναπτυξιακή φιλοσοφία».
Αναλυτικά, η παρέμβαση του Προέδρου του ΕΒΕΑ, Κώστα Μίχαλου:
Το συνέδριο που έχουμε σήμερα τη χαρά να φιλοξενούμε στο ΕΒΕΑ, εκφράζει το πιο δημιουργικό, το πιο ελπιδοφόρο πρόσωπο της επιχειρηματικότητας. Μιλά για ευκαιρίες, για πρωτοβουλίες, για καινοτόμες ιδέες και προοπτικές ανάπτυξης. Σε μια εποχή όπου η Ελλάδα έχει πραγματικά ανάγκη να κοιτάξει μπροστά, το συνέδριο αυτό δείχνει την κατεύθυνση στην οποία καλούμαστε να κινηθούμε.
Στο διάστημα που πέρασε, η χώρα μας κατάφερε – πληρώνοντας ένα ιδιαίτερα βαρύ τίμημα – να αποφύγει μια άτακτη χρεοκοπία, που θα την οδηγούσε σε έξοδο από το ευρώ. Ωστόσο, όπως έχω τονίσει επανειλημμένα, ούτε το νέο δανειακό πρόγραμμα ούτε το PSI είναι αρκετά για να εξασφαλίσουν αυτόματα τη σωτηρία ή την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας.
Για να μπορέσει η Ελλάδα να σταθεί ξανά στα πόδια της – για να πιάσουν τόπο οι θυσίες που έγιναν από τους πολίτες της όλο αυτό το διάστημα – χρειάζεται ακόμη πολλή προσπάθεια και δουλειά. Χρειάζεται να αλλάξουν πράγματα. Χρειάζεται να αλλάξουν δομές, διαδικασίες, αλλά και νοοτροπίες, αντιλήψεις και πρότυπα.
Η ανάπτυξη των προηγούμενων ετών – που στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην εγχώρια ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση και στον υπερδανεισμό του κράτους – κατέρρευσε. Και κατέρρευσε με οδυνηρές συνέπειες για όλους.
Καλούμαστε λοιπόν σήμερα να στραφούμε σε μια νέα αναπτυξιακή φιλοσοφία. Η οποία δεν θα στηρίζεται πλέον σε ένα χρεοκοπημένο κράτος, αλλά στις δυνάμεις του ιδιωτικού τομέα. Θα στηρίζεται σε νέες δραστηριότητες, σε εξωστρεφείς κλάδους, σε ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Τομείς με προοπτικές και δυνατότητες υπάρχουν: είναι η αγροτική παραγωγή, όπου η Ελλάδα μπορεί να εξάγει υψηλής ποιότητας βιολογικά προϊόντα και ειδικά αυτά που αποτελούν συστατικά της μεσογειακής διατροφής. Είναι ο τουρισμός, με ποιοτικές υπηρεσίες που αξιοποιούν το φυσικό περιβάλλον, το κλίμα και την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας.
Είναι ο χώρος της υγείας και ευεξίας, με υπηρεσίες για επισκέπτες μεγαλύτερων ηλικιών. Είναι η «πράσινη» οικονομία, ειδικά στους τομείς των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, της περιβαλλοντικής διαχείρισης, των οικολογικών υλικών κτλ. Είναι η ναυτιλία, με την ανάπτυξη σύγχρονων υποστηρικτικών υπηρεσιών, που σήμερα δεν παρέχει η Ελλάδα.
Για να αξιοποιηθούν όμως αυτές οι ευκαιρίες, χρειάζονται άνθρωποι για να τις διακρίνουν. Χρειάζονται άνθρωποι με επιχειρηματική σκέψη, με τόλμη και ικανότητες. Χρειάζονται νέοι επιχειρηματίες που μπορούν να μετατρέπουν τη γνώση σε καινοτομία. Να μετατρέπουν τις ιδέες σε αξία και όφελος, για την οικονομία, για την απασχόληση, για την κοινωνία.
Οι ελπίδες της Ελλάδας για ανάπτυξη στα επόμενα χρόνια ταυτίζονται με την έννοια της επιχειρηματικότητας. Κι αν θέλουμε να ευοδωθούν, θα πρέπει να διασφαλίσουμε τις κατάλληλες προϋποθέσεις.
Πρώτη και βασική είναι η αποκατάσταση της δημοσιονομικής σταθερότητας και της αξιοπιστίας της χώρας. Αν θέλουμε πρόσβαση σε κεφάλαια και πόρους για τη χρηματοδότηση επενδύσεων, αν θέλουμε εξωστρεφή επιχειρηματικότητα και παρουσία στις διεθνείς αγορές, η Ελλάδα πρέπει να πάψει να θεωρείται συνώνυμη της αφερεγγυότητας και του κινδύνου. Το στίγμα αυτό, που υπονομεύει ήδη κάθε πρωτοβουλία του ιδιωτικού τομέα, πρέπει να εκλείψει.
Δεύτερη προϋπόθεση είναι η δημιουργία ενός φιλικότερου περιβάλλοντος για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις. Γιατί δεν αρκεί να ζητάμε πρωτοβουλίες από τους επιχειρηματίες, ούτε να προσκαλούμε ξένους επενδυτές. Χρειάζονται γενναία μέτρα και μεταρρυθμίσεις, ώστε η ανάληψη επιχειρηματικής δράσης στην Ελλάδα να πάψει να ισοδυναμεί με αυτοκτονία – όπως δυστυχώς ισχύει σήμερα. Συνοπτικά, θα αναφέρω:
Τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου, σταθερού και ανταγωνιστικού φορολογικού πλαισίου.
Την απλούστευση και την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης νέων επιχειρήσεων και επενδύσεων, ειδικά σε διεθνώς εμπορεύσιμους κλάδους.
Τη ριζική αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, την πάταξη της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς.
Τη μείωση της κρατικής παρέμβασης στην οικονομική δραστηριότητα.
Την αποσαφήνιση των όρων και προδιαγραφών για τις χρήσεις γης
Επιπλέον, χρειάζεται η δημιουργία ενός βιώσιμου «οικοσυστήματος», ειδικά για τις νέες καινοτόμες επιχειρήσεις. Ένα σύστημα, το οποίο θα περιλαμβάνει:
Δυνατότητες δικτύωσης, με στόχο να διευκολυνθεί η πρόσβαση στην έρευνα, στη χρηματοδότηση και σε εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.
Νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και περαιτέρω βελτίωση των υφιστάμενων, ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επιχειρήσεων – αλλά και στις συνθήκες της ελληνικής οικονομίας.
Προγράμματα κατάρτισης για νέους επιχειρηματίες και εργαζόμενους, σε κλάδους που παρουσιάζουν προοπτικές ανάπτυξης.
Στενότερη σύνδεση των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με τις ανάγκες της οικονομίας.
Δεν φτάνουν όμως οι αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο. Χρειάζεται ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε μια νέα αντίληψη για την επιχειρηματικότητα, διαφορετική σε σχέση με αυτή που κυριάρχησε μέχρι σήμερα.
Γιατί όλα τα προηγούμενα χρόνια, ως κοινωνία, υιοθετήσαμε μια φιλοσοφία που εχθρεύεται την ιδιωτική πρωτοβουλία. Δημιουργήσαμε ένα σύστημα που αποθαρρύνει τη δημιουργία και την ανάληψη ρίσκου.
Και βεβαίως, δεν προσπαθήσαμε καν να καλλιεργήσουμε επιχειρηματική συνείδηση στις νεότερες γενιές. Με αποτέλεσμα ικανοί νέοι άνθρωποι να αποστρέφονται την επιχειρηματικότητα. Να περιορίζουν τις φιλοδοξίες τους σε μια θέση στο δημόσιο, ή σε ένα προστατευμένο επάγγελμα, ή σε δραστηριότητες χαμηλών προσδοκιών.
Ακόμα και η λέξη «επιχείρηση» στο εκπαιδευτικό μας σύστημα θεωρήθηκε – και δυστυχώς θεωρείται ακόμα από ορισμένους – ως μίασμα. Κάποιοι προσπάθησαν και κατάφεραν να επιβάλουν την άποψη ότι η εκπαίδευση υποβαθμίζεται από την επαφή με τις ανάγκες της αγοράς. Κι όχι π.χ. από την παντελή έλλειψη αξιολόγησης, από τον ανορθολογισμό και την αποσπασματικότητα.
Και φτάσαμε έτσι στο σημείο τα πανεπιστήμιά μας, αντί να αποτελούν πυρήνες καινοτομίας, να λειτουργούν ως «στρατηγεία» κουκουλοφόρων.
Η δημιουργία επιχειρηματικής κουλτούρας αποτελεί για μας στο ΕΒΕΑ προτεραιότητα εξίσου σημαντική όσο και η διεκδίκηση θεσμικών μέτρων και παρεμβάσεων.
Θέλουμε να αναδείξουμε την επιχειρηματικότητα, όχι ως λύση ανάγκης, αλλά ως θετική επιλογή για προσωπική και συλλογική πρόοδο.
Θέλουμε να αναδείξουμε την επιχειρηματικότητα που ανοίγει νέους δρόμους, αντί να περιορίζεται στα εσκαμμένα και στις εύκολες επιλογές.
Θέλουμε να βοηθήσουμε ώστε η έννοια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας να αποκτήσει νέο περιεχόμενο. Που θα συνδέεται λιγότερο με τη λέξη «αποκατάσταση» και περισσότερο με τις λέξεις «δημιουργία» και «πρωτοβουλία».
Βλέπω σ’ αυτή την αίθουσα δεκάδες ανθρώπους, που ενσαρκώνουν αυτή τη νέα κουλτούρα.
Αξίζει να τους στηρίξουμε. Όχι μόνο γιατί έχουν τη δυνατότητα να προκόψουν και να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της οικονομίας μας. Αλλά και γιατί, με το παράδειγμά τους, μπορούν να εμπνεύσουν και να κινητοποιήσουν.
Όλοι μαζί, Πολιτεία, φορείς και επιχειρήσεις, έχουμε χρέος να προσπαθήσουμε γι’ αυτό. Να στρέψουμε στην επιχειρηματικότητα τη νέα γενιά της πατρίδας μας – όλα αυτά τα νέα, τα ικανά και φιλόδοξα παιδιά, που σήμερα εγκαταλείπουν τη χώρα και αναζητούν διέξοδο στο εξωτερικό.
Οφείλουμε να τους παρέχουμε ενθάρρυνση, κίνητρα και ευκαιρίες, ώστε να μείνουν εδώ. Να δοκιμάσουν τις δυνάμεις και τις ιδέες τους, να ρισκάρουν, να προσπαθήσουν, και να πετύχουν.
Ελπίζω ότι αυτή η διοργάνωση, θα αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Σας ευχαριστώ και εύχομαι κάθε επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου».