Τη δυσμενή κατάσταση του συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα επισήμανε, σήμερα στις Βρυξέλλες, ο επίτροπος, αρμόδιος για θέματα απασχόλησης, Λάζλο Άντορ, παρουσιάζοντας, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, έκθεση της Επιτροπής για επαρκείς, ασφαλείς και βιώσιμες συντάξεις στην ΕΕ.
Σύμφωνα με τον Λ. Άντορ, στην επιδείνωση του συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα συμβάλλει η τεράστια ανεργία των νέων, η οποία τείνει στο 50%.
«Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη σοβαρότητα της κατάστασης και να δούμε πώς μπορεί να ανατραπεί αυτό το κλίμα», είπε ο επίτροπος απασχόλησης και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η προσπάθεια που γίνεται για τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών της χώρας και τη μείωση του δημόσιου χρέους της, θα οδηγήσει, μετά από κάποια χρόνια ύφεσης, στην ανάκαμψη της οικονομίας.
«Η συρρίκνωση της οικονομίας, μόνο ανεργία και μεταναστευτικά κύματα δημιουργεί», αναγνώρισε ο Λ. Άντορ και τόνισε ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς πρέπει να συμφωνήσουν στο κατάλληλο πακέτο μέτρων και μεταρρυθμίσεων και να γίνουν συγκεκριμένες και σοβαρές προσπάθειες για να ξεφύγει η χώρα από αυτή τη δεινή θέση.
Κληθείς να σχολιάσει τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας, ο Λ. Άντορ είπε ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικές, τονίζοντας, ωστόσο, ότι οι μεταρρυθμίσεις δεν θα πρέπει να αφορούν μόνο την αγορά εργασίας, αλλά τον ευρύτερο τομέα.
Ειδικότερα, επισήμανε την ανάγκη συρρίκνωσης του δημόσιου τομέα και τη βελτίωση του συστήματος φορολόγησης.
Συνεχίζοντας, ο Λ. Άντορ ανέφερε ότι ο Ανδρέας Λοβέρδος, το 2010, προέβη σε μια ιδιαίτερα φιλόδοξη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, επισημαίνοντας ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την υλοποίησή της και την εξέλιξη της κατάστασης.
«Είναι δύσκολο να πούμε ποια είναι τα επόμενα βήματα, που πρέπει να γίνουν για το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας», τόνισε ο Λ. Άντορ.
Και πρόσθεσε ότι «είναι ζήτημα διαπραγματεύσεων σε εσωτερικό επίπεδο. Όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς, μαζί και τα συνδικάτα, πρέπει να συμφωνήσουν στις παραμέτρους της δημοσιονομικής σταθεροποίησης», υπογράμμισε δε ότι για να βρεθεί λύση χρειάζεται καλύτερη συνεργασία με τα συνδικάτα και τους κοινωνικούς εταίρους.