Στο ποσό των 54,244 δισ. ευρώ αναμένεται να διαμορφωθούν τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού (τακτικού προϋπολογισμού και Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων) το 2018 έναντι 52,142 δισ. ευρώ φέτος.
Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού ( τακτικού και ΠΔΕ) προβλέπεται να ανέλθουν στα 55,188 δισ. ευρώ έναντι 57,265 δισ. ευρώ φέτος.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 7,051 δισ. ευρώ ή 3,8% του ΑΕΠ.
Στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού επισημαίνεται ότι «βασική προτεραιότητα της δημοσιονομικής στρατηγικής παραμένει και για το έτος 2018 η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων που περιλαμβάνονται στη Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (ΣΧΔ) καθώς και των βιώσιμων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης με την εδραίωση του κλίματος εμπιστοσύνης για μακροπρόθεσμες επενδύσεις δίνοντας παράλληλα ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική συνοχή. Η δημοσιονομική στρατηγική προβλέπει στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος της Γενικής Κυβέρνησης ύψους 3,5% του ΑΕΠ.
Η επίτευξη του στόχου αυτού επιδιώκεται με τη συνέχιση της υλοποίησης δράσεων, αλλά και την έναρξη νέων όπως:
- η περαιτέρω ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης (συμμετοχή σε κληρώσεις με χρηματικά έπαθλα, διαμόρφωση αφορολογήτου με βάση το ύψος των ετήσιων ηλεκτρονικών πληρωμών),
- το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων,
- οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και η αναμόρφωση των μηχανισμών εποπτείας και ελέγχου της αγοράς,
- ο εκσυγχρονισμός του συστήματος δημόσιας υγείας, κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας,
- οι παρεμβάσεις για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους και η εισαγωγή σύγχρονου μηχανισμού για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό,
- η εφαρμογή διαρθρωτικών παρεμβάσεων με αναπτυξιακή προοπτική,
- η προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και οι παρεμβάσεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας,
- η ολοκλήρωση της υλοποίησης του προγράμματος εξόφλησης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προς την πραγματική οικονομία,
- η επισκόπηση δαπανών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των δημοσίων δαπανών και να ενισχυθούν οι δαπάνες σε τομείς με υψηλή κοινωνική αποτελεσματικότητα, αποφέροντας για το σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης προβλεπόμενη εξοικονόμηση ποσού ύψους περίπου 260 εκατ. ευρώ και
- η εφαρμογή κανόνα προσλήψεων-αποχωρήσεων 1:3.
Επισημαίνεται ότι στο 2018 έχουν προβλεφθεί πιστώσεις συνολικού ύψους 260 εκατ. ευρώ περίπου, που προέρχονται από την επισκόπηση δαπανών, τα οποία θα διατεθούν για την υλοποίηση δράσεων κοινωνικής προστασίας.»
Αναλυτικά σε ότι αφορά στην πορεία των εσόδων προβλέπονται τα ακόλουθα:
– Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 50,509 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,795 δισ. ευρώ έναντι του 2017.
– Τα έσοδα από τους άμεσους φόρους προβλέπεται ότι θα διαμορφωθούν στα 20,766 δισ. ευρώ, αυξημένοι κατά 478 εκατ. ευρώ έναντι του 2017.
Ειδικότερα:
Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 8,725 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 456 εκατ. ευρώ έναντι του 2017, κυρίως λόγω της εκτιμώμενης απόδοσης των παρεμβάσεων που αφορούν στην κατάργηση του 25% του αφορολόγητου σε βουλευτές και δικαστικούς λειτουργούς, τη φορολόγηση της βραχυπρόθεσμης μίσθωσης ακινήτων, την κατάργηση της έκπτωσης στις ιατρικές δαπάνες, καθώς και της έκπτωσης 1,5% στην παρακράτηση φόρου.
Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων προβλέπεται να παρουσιάσουν μείωση κατά 111 εκατ. ευρώ έναντι του 2017 και να διαμορφωθούν στα 3,322 δισ. ευρώ, λόγω της επίδρασης της αυξημένης προκαταβολής του έτους 2017.
Τα έσοδα από τους φόρους περιουσίας προβλέπεται να φθάσουν στα 3,379 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 179 εκατ. ευρώ έναντι του 2017, η οποία οφείλεται, κυρίως, στην μετακύλιση της τελευταίας δόσης του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) του έτους 2017, στον Ιανουάριο του 2018.
Τα έσοδα από τους άμεσους φόρους Παρελθόντων Οικονομικών Ετών ( ΠΟΕ) αναμένεται να διαμορφωθούν στα 1,718 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 103 εκατ. ευρώ έναντι του 2017, ενώ τα έσοδα από τους λοιπούς άμεσους φόρους θα διαμορφωθούν στα 2,362 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 8 εκατ. ευρώ έναντι του 2017.
– Τα έσοδα από τους άμεσους φόρους προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 27,390 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 473 εκατ. ευρώ έναντι του 2017.
Ειδικότερα:
Τα έσοδα από ΦΠΑ αναμένεται να ανέλθουν στα 15,845 δισ. ευρώ αυξημένα κατά 78 εκατ. ευρώ έναντι του 2017.
Τα έσοδα από τους φόρους κατανάλωσης θα διαμορφωθούν στα 9,706 δισ. ευρώ αυξημένα κατά 439 εκατ. ευρώ έναντι του 2017, κυρίως λόγω της αύξησης των εσόδων από καπνικά προϊόντα ύστερα από την αποθεματοποίηση που συντελέστηκε το έτος 2016 και επηρέασε αρνητικά τα έσοδα του 2017.
Τα έσοδα από τους έμμεσους φόρους ΠΟΕ θα διαμορφωθούν στα 851 εκατ. ευρώ, μειωμένοι κατά 71 εκατ. ευρώ έναντι του 2017.
Τα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για το έτος 2018 προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 3,735 δισ. ευρώ σε ταμειακή βάση, και στα 3,764 δισ. ευρώ σε δεδουλευμένη βάση, χωρίς να παρουσιάζουν απόκλιση από το στόχο.
Σε ότι αφορά την πορεία των δαπανών ο προϋπολογισμός προβλέπει τα ακόλουθα:
– Οι συνολικές δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού για το έτος 2018 προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 48,438 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 916 εκατ. ευρώ σε σχέση το στόχο του Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021, κυρίως λόγω της μείωσης της δαπάνης τόκων, της επανεκτίμησης της επιχορήγησης στον ΕΦΚΑ για την πληρωμή των συντάξεων του Δημοσίου, της μείωσης του ελλείμματος του ΕΛΕΓΕΠ, της επανεκτίμησης των αποδιδόμενων πόρων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και της επανεκτίμησης των δαπανών για καταπτώσεις εγγυήσεων σε φορείς εκτός Γενικής Κυβέρνησης.
– Οι πρωτογενείς δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού προβλέπεται ότι θα διαμορφωθούν στα 43,238 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 216 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου του ΜΠΔΣ 2018-2021.
– Οι δαπάνες αποδοχών και συντάξεων προβλέπεται να ανέλθουν στα 12,298 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 371 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2017, κυρίως λόγω των αυξημένων εργοδοτικών εισφορών του κράτους ως εργοδότη υπέρ του ΕΦΚΑ για τους υπαλλήλους που υπάγονταν στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου έως 31/12/2016 (από 3,33% το 2017 σε 6,67% το 2018), της αναμόρφωσης των ειδικών μισθολογίων, καθώς και της συνεχιζόμενης από το 2017 μείωσης του αριθμού των αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης.
– Οι δαπάνες που αφορούν πρόσθετες παροχές προβλέπεται να ανέλθουν στα 417 εκατ. ευρώ, έναντι 348 εκατ. ευρώ για το έτος 2017. Η αύξηση οφείλεται κυρίως στη μεταφορά της δαπάνης της ειδικής αποζημίωσης για νυχτερινή απασχόληση στα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας από τη μείζονα κατηγορία των αποδοχών και συντάξεων στην κατηγορία πρόσθετες και παρεπόμενες παροχές, σύμφωνα με νομοθετικές παρεμβάσεις που περιελήφθησαν στα ειδικά μισθολόγια.
– Οι καταναλωτικές δαπάνες προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 1,951 δισ. ευρώ, καλύπτοντας κυρίως, τις καταναλωτικού χαρακτήρα δαπάνες λειτουργίας των φορέων της κεντρικής διοίκησης, τις δαπάνες για προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών και τις δαπάνες μετακίνησης του προσωπικού για εκτέλεση υπηρεσίας.
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται και δράσεις συνολικού ύψους 260 εκατ. ευρώ περίπου για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής που χρηματοδοτούνται από την επισκόπηση των πρωτογενών λειτουργικών δαπανών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
– Για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων και έκτακτου χαρακτήρα δαπανών έχουν προβλεφθεί πιστώσεις ύψους 1 δισ. ευρώ, όπως είχε προβλεφθεί αρχικά και στον προϋπολογισμό του 2017.
– Οι δαπάνες για μεταβιβαστικές πληρωμές προβλέπεται να διαμορφωθούν στα 20,272 δισ. ευρώ και θα καλύψουν κυρίως ανάγκες επιχορήγησης της κοινωνικής ασφάλισης, των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και των δαπανών για την κοινωνική προστασία (επιδόματα πολυτέκνων, επίδομα θέρμανσης, επιχορήγηση στο ΑΚΑΓΕ, καθώς και άλλες δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα).
Στις παραπάνω δαπάνες περιλαμβάνονται και δράσεις για:
- την πλήρη εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης (ύψους 760 εκατ. ευρώ),
- την επιχορήγηση του ΕΦΚΑ για την πληρωμή των συντάξεων του Δημοσίου και
- τη συνεισφορά του Δημοσίου για την προστασία της κύριας κατοικίας των υπερχρεωμένων νοικοκυριών (ύψους 50 εκατ. ευρώ).
– Οι δαπάνες για τόκους θα ανέλθουν στα 5,2 δισ. ευρώ, έναντι των 6 δισ. ευρώ της εκτίμησης του 2017.