Πτωτική τάση παρουσιάζει η αναλογία των κλειστών επαγγελματικών στεγών στην εμπορική αγορά της Αθήνας μετά από την κορύφωση που σημείωσε το Σεπτέμβριο του 2013 στο επίπεδο του 32,3%, όπως προκύπτει από την εξαμηνιαία έρευνα του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ για την αποτύπωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στις κεντρικές εμπορικές αγορές.

Στην τωρινή καταγραφή επιβεβαιώνεται η οριακή αποκλιμάκωση που σημειώθηκε στην προηγούμενη καταγραφή (26,4% το Σεπτέμβριο 2015) αλλά φαίνεται ότι καταγράφεται μια περαιτέρω πτωτική τάση, καθώς η αναλογία των κλειστών φτάνει σήμερα το 25,9%.

Σε αντίθεση με την Αθήνα στην εμπορική αγορά του Πειραιά η αύξηση των λουκέτων συνεχίστηκε μέχρι και το Σεπτέμβριο του 2014, όπου σημείωσε το οριακό ποσοστό του 34,9%. Στην καταγραφή του Μαρτίου 2015, ένα χρόνο πριν στον Πειραιά εμφανίζεται σχετική υποχώρηση του ποσοστού των κλειστών επιχειρήσεων μεγαλύτερη από 1 ποσοστιαία μονάδα, στο 33,5%, η οποία φαίνεται να επιβεβαιώνεται από τις δυο τελευταίες καταγραφές, καθώς το ποσοστό των κλειστών κυμαίνεται περίπου στα ίδια επίπεδα και στην τωρινή καταγραφή φτάνει το 33,7%, γεγονός που σηματοδοτεί την σταθεροποίηση του.

Ως γενικό συμπέρασμα, για την περιοχή της Αθήνας, όσον αφορά το φαινόμενο των «λουκέτων» αναφέρεται από την ΕΣΕΕ ότι ύστερα από τη σταθεροποίηση που σημειώνει από το Σεπτέμβριο του 2014, στην τωρινή καταγραφή παρουσιάζει μια «υπαρκτή» πτωτική τάση. Δηλαδή, η μεγάλη ύφεση που κλόνισε τον επιχειρηματικό κόσμο της πρωτεύουσας μπορεί να είχε ως αποτέλεσμα να βάλουν «λουκέτο» πολλές επιχειρήσεις, αλλά πλέον τα «λουκέτα» φαίνεται όχι μόνο να σταθεροποιούνται αλλά η τωρινή καταγραφή αφήνει ορισμένα περιθώρια αισιοδοξίας.

Για την Αθήνα έχουν οριστεί 4 ζώνες εκ των οποίων η καθεμία έχει διαφορετική «αντοχή» απέναντι στο φαινόμενο των λουκέτων. Το «εμπορικό τρίγωνο», συγκριτικά με τις υπόλοιπες εμπορικές ζώνες, παρουσιάζει το μικρότερο ποσοστό κλειστών επιχειρήσεων με το 21,2% να είναι ανενεργές, έπειτα ακολουθεί το «Κολωνάκι» 24,9%, και οι δυο ζώνες συγκεντρώνουν μικρότερη αναλογία «λουκέτων» από το συνολικό ποσοστό κλειστών της περιοχής. Σε χειρότερη θέση φαίνεται να βρίσκεται η ζώνη των «Εξαρχείων» με 35,1% κλειστά και η ζώνη κεντρικών οδικών αρτηριών (Σταδίου, Πανεπιστημίου και Ακαδημίας) με 33,3%.

Ομοίως με την Αθήνα, έτσι και στον Πειραιά έχουν οριστεί εμπορικές ζώνες για την περιοχή. Για τον Πειραιά ήδη από τις προηγούμενες καταγραφές, έχουμε οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι το εμπορικό κέντρο συρρικνώνεται γεωγραφικά, και περιορίζεται στην ονομαζόμενη ζώνη «κέντρο Πειραιά» όπου εκεί παρατηρείται πολύ υψηλή συγκέντρωση επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η διαφοροποίηση αυτή είναι αξιοσημείωτη σε κάθε καταγραφή και δείχνει ότι το έντονο φαινόμενο των κλειστών επιχειρήσεων δεν πλήττει με την ίδια σφοδρότητα το «κέντρο του Πειραιά» σε σύγκριση με τις άλλες δυο περιοχές-ζώνες (Λιμάνι και Τερψιθέα), οι οποίες σημειώνουν ποσοστό κλειστών στο επίπεδο του οριακού ποσοστού του 40%, συνθέτοντας ζώνες με εικόνα «ερημοποίησης». Το ότι στη ζώνη «Κέντρο Πειραιά» συγκεντρώνεται η πλειονότητα της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αποτελεί το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ζώνης αυτής έναντι των άλλων δυο, το οποίο είναι ένας κύριος παράγοντας που περιορίζει αρκετά το ποσοστό των λουκέτων (28%).

Τι γίνετε σε Θεσσαλονίκη και Πάτρα

Θεσσαλονίκη

Η αναλογία των κλειστών επαγγελματικών στεγών στην εμπορική αγορά στις Θεσσαλονίκης μετά από την κορύφωση που σημείωσε το Σεπτέμβριο του 2013 παρουσίασε πτωτική τάση το επόμενο εξάμηνο και μετέπειτα σταθεροποίηση, περίπου στο 26% έως και ένα χρόνο πριν (Μάρτιος 2015). Στις δυο τελευταίες καταγραφές φαίνεται ότι η αναλογία των στεγών που παραμένουν μη αξιοποιήσιμες παρουσιάζει μια μικρή ανοδική τάση προσεγγίζοντας το 27%.

Πάτρα

Στις προηγούμενες δυο καταγραφές η αναλογία κλειστών κυμαίνεται περίπου στο 23,5%, ενώ στην τωρινή καταγραφή φαίνεται να υπάρχει μια τάσης αποκλιμάκωσης, καθώς το ποσοστό των λουκέτων διαμορφώνεται στο 22,4%.

Κεντρικές αγορές της Αττικής

Η ανάλυση των δεδομένων της καταγραφής υποδεικνύει τη διαφοροποίηση του φαινομένου των λουκέτων ανάλογα με τα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά των υπό μελέτη περιοχών στην Αττική.

Η εμπορική αγορά της Καλλιθέας εμφανίζει την υψηλότερη αναλογία κλειστών σε σύγκριση με τις υπόλοιπες 6 αγορές της Αττικής, έχοντας και υπερβεί αρκετά το επικίνδυνο όριο του 40%.

Δεύτερη υψηλότερη αναλογία κλειστών επαγγελματικών στεγών διαπιστώνεται στην εμπορική αγορά του Περιστερίου. Το γενικό ποσοστό κλειστών παραμένει στο επίπεδο του 30%, ενώ στην Β ζώνη του Περιστερίου (‘Αγιος Ιερόθεος) το φαινόμενο των λουκέτων είναι σημαντικά εντονότερο(37,5%), προσεγγίζοντας το οριακό ποσοστό του 40%. Αντιθέτως, οι περιοχές των Βορείων προαστίων στο σύνολο τους διατηρούν σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά κλειστών επιχειρήσεων, στο εύρος του 20%. Ωστόσο, το μικρότερο ποσοστό κλειστών σημειώνεται στη Γλυφάδα μια αγορά με μεσοαστική φυσιογνωμία, που εξυπηρετεί σημαντικό τμήμα των καταναλωτών των νοτίων προαστίων.

Η εικόνα βέβαια σε κάθε περιοχή απογραφής, όπως σημειώνεται, δεν είναι ομοιογενής καθώς υπάρχουν δρόμοι οι οποίοι λόγω των ιδιαίτερων γεωγραφικών και όχι μόνο συνθηκών (πχ ύψος ενοικίων κλπ) εμφανίζουν ποσοστά «ρεκόρ» ως προς τα κλειστά καταστήματα (βλ. Εξαμηνιαία Δελτία). Η εικόνα αυτή είναι εντονότερη στο κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά, την Θεσσαλονίκη και την Πάτρα.

Τέλος, αξιοσημείωτο είναι ότι σε επίπεδο Αττικής, όπου συμπεριλαμβάνεται τόσο η Αθήνα και ο Πειραιάς όσο όμως και τα κέντρα 7 σημαντικών εμπορικών Δήμων (Γλυφάδα, Καλλιθέα, Κηφισιά, Μαρούσι, Νέα Ιωνία, Περιστέρι και Χαλάνδρι) τα κλειστά καταστήματα ανέρχονται σε 5.291 που αντιστοιχεί στο 28,63% της συνολικής επιχειρηματικής δραστηριότητας που απογράφεται.

Δείκτης επιβίωσης επιχειρηματικότητας στο εμπορικό κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά

Χρησιμοποιώντας τις τελευταίες έντεκα καταγραφές κατασκευάστηκαν μοντέλα παλινδρόμησης ώστε να προβλεφθεί η επόμενη τιμή του Δείκτη Επιβίωσης σε κάθε περιοχή θεωρώντας ως ανεξάρτητη μεταβλητή το χρόνο, με βήμα ένα εξάμηνο. Το μοντέλο που κρίθηκε ότι προσαρμόζεται καλύτερα στα δεδομένα τόσο στην περίπτωση της Αθήνας όσο και του Πειραιά είναι το πολυωνυμικό τρίτου βαθμού και παρουσιάζονται στα γραφήματα με μαύρη γραμμή, καθώς και οι αντίστοιχες εξισώσεις των μοντέλων.

Βάσει του πολυωνυμικού μοντέλου την επόμενη χρονική στιγμή, δηλαδή τον Σεπτέμβρη του 2016 υπολογίστηκε ότι ο Δείκτης Επιβίωσης θα πάρει την τιμή 0,757 για την Αθήνα και 0,696 για τον Πειραιά.

Με βάση και την ανάλυση του {ΔΕΕ} εξάγεται το γενικό συμπέρασμα ότι στον Πειραιά, η τάση αποκλιμάκωσης του φαινομένου των λουκέτων παρουσιάζει χρονική υστέρηση σε σύγκριση με την Αθήνα, καθώς μόνο στην καταγραφή ένα χρόνο πριν (Μάρτιος 2015) διαπιστώνεται μικρή μείωση των λουκέτων, η οποία στις δυο τελευταίες καταγραφές φαίνεται να συντηρείται.

Αλεξανδρούπολη

Η έρευνα καταγραφής προβλέπεται να επεκταθεί και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Έτσι έγινε καταγραφή για την Αλεξανδρούπολη. Ο σημαντικότερος εμπορικά Δήμος της Περιφέρειας είναι ο Δήμος Αλεξανδρούπολης ο οποίος περιλαμβάνει τους οικιστικούς πόλους της Αλεξανδρούπολης και των Φερών. Συγκεντρώνει το 12,39% της συνολικής ενεργής εμπορικής δραστηριότητας, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 1.010 εμπορικές επιχειρήσεις. Στον πίνακα που ακολουθεί, παρουσιάζεται η κλαδική διάρθρωση του Δήμου, το ποσοστό που καταλαμβάνει η κάθε κατηγορία λιανικού εμπορίου, καθώς και ο βαθμός ενδοπεριφερειακής εξειδίκευσης. Σε επίπεδο κλαδικής διάρθρωσης ο Δήμος Αλεξανδρούπολης φαίνεται να εμφανίζει:

• Υψηλή λειτουργική ενδοπεριφερειακή εξειδίκευση στο λιανικό εμπόριο κοσμημάτων (LQ=1,46) συγκεντρώνοντας 33 επιχειρήσεις, αριθμός που αντιστοιχεί στο 18,03% της συνολικής ομοειδούς επιχειρηματικότητας στην Περιφέρεια.

• Υψηλή λειτουργική ενδοπεριφερειακή εξειδίκευση στο λιανικό εμπόριο ειδών οικιακού εξοπλισμού (LQ=1,30) συγκεντρώνοντας 112 επιχειρήσεις, αριθμός που αντιστοιχεί στο 16,14% της συνολικής ομοειδούς επιχειρηματικότητας στην Περιφέρεια.

• Σχετικά υψηλή λειτουργική ενδοπεριφερειακή εξειδίκευση στο λιανικό εμπόριο ειδών ένδυσης, υπόδησης και αθλητικού εξοπλισμού (LQ=1,20) συγκεντρώνοντας 189 επιχειρήσεις, αριθμός που αντιστοιχεί στο 14,92% της συνολικής ομοειδούς επιχειρηματικότητας στην Περιφέρεια.