Μπαράζ αυξήσεων με την επιβολή έμμεσων φόρων σε πολλές και διαφορετικές φοροδοτικές πηγές περιλαμβάνει η νέα πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης για να κλείσουν οι «τρύπες» στο συνολικό πακέτο μέτρων 5,5 δισ. ευρώ για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό της τριετίας 2016-2018.
Εφόσον λάβουν το «πράσινο φως» των δανειστών, τα σενάρια της νέας… φοροκαταιγίδας θα φέρουν, μεταξύ άλλων, και αύξηση κατά 0,10 ευρώ στην αμόλυβδη, η οποία μαζί με το νέο «τσουνάμι» ανατιμήσεων σε σειρά προϊόντων θα καταστήσουν για ακόμα μια φορά βαρύ τον πέλεκυ για τους φορολογουμένους.
Εν μέσω μίας πρωτοφανούς «παγωμάρας» στις σχέσεις Αθήνας – ΔΝΤ και τη διακοπή μίας ημέρας στις διαπραγματεύσεις, οι διαβουλεύσεις εισέρχονται στην τελική ευθεία με στόχο το κλείσιμο της συμφωνίας. Κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών εκφράζουν πάντως την αισιοδοξία τους για ολοκλήρωση της αξιολόγησης έως την ημερομηνία – ορόσημο του Eurogroup της 22ας Απριλίου, ενώ χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά του ΔΝΤ ως απόπειρα επίδειξης δύναμης.
Τα μέτρα ύψους 1,8 δισ. ευρώ που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση αντιστοιχούν στο 1% του ΑΕΠ, σε μία προσπάθεια να πείσει τους δανειστές πως ο μνημονιακός στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 μπορεί να επιτευχθεί χωρίς περικοπές σε μισθούς και συντάξεις.
Πιο αναλυτικά, στο μέτωπο των έμμεσων φόρων η Αθήνα έχει βάλει στο τραπέζι:
– Την αύξηση του ΕΦΚ στα καύσιμα
– Την αύξηση του ΕΦΚ στα τσιγάρα και τα ποτά
– Την αύξηση φόρου στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα
– Την αύξηση τελών στην συνδρομητική τηλεόραση και την κινητή τηλεφωνία
Μετά την κατηγορηματική άρνηση από τους δανειστές της πρότασης για επιβολή φόρου 1 τοις χιλίοις στις τραπεζικές συναλλαγές, η ελληνική πλευρά εξετάζει ένα τέλος επί των τραπεζικών επιταγών της τάξης 0,15 ευρώ. Εάν η πρόταση γίνει αποδεκτή, τον λογαριασμό θα κληθούν να πληρώσουν μόνο οι υγιείς επιχειρήσεις στις οποίες εκδίδουν σήμερα μπλοκ επιταγών οι ελληνικές τράπεζες.
Παρά το γεγονός πως την Τρίτη δεν ήταν προγραμματισμένο κανένα ραντεβού μεταξύ οικονομικού επιτελείου και δανειστών οι δύο πλευρές βρίσκονταν επί τω έργω, καθώς οποιαδήποτε πρόταση όχι μόνο θα πρέπει να έχει και ένα «Plan B», αλλά και να έχει εκτιμηθεί η επίπτωσή της στην πραγματική οικονομία.