Στο 1ο Business Forum Ιταλίας – Ελλάδας μίλησε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, Κωνσταντίνος Μίχαλος.
«Είναι γνωστό ότι οι δύο χώρες, πέραν της γεωγραφικής γειτνίασης, ενώνονται και με μακραίωνους ιστορικούς δεσμούς. Μοιράζονται στοιχεία πολιτισμού, κουλτούρας, κοινωνικής οργάνωσης. Μοιράζονται παραδόσεις και αξίες.
Τα τελευταία χρόνια μοιράζονται και τις μεγάλες οικονομικές προκλήσεις, που αφορούν το σύνολο των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Αντιμετωπίζουν τις απειλές της στασιμότητας, της ύφεσης και της ανεργίας, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες. Αντιμετωπίζουν από κοινού την ανάγκη για βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις, με στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας τους, για τον εκσυγχρονισμό του φορολογικού συστήματος, για την αναβάθμιση της δημόσιας διοίκησης. Αντιμετωπίζουν από κοινού την ανάγκη για αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, για στήριξη της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Βεβαίως, μεταξύ των δύο χωρών υπάρχουν και σημαντικές διαφοροποιήσεις. Παρά τα διαρθρωτικά προβλήματα, η Ιταλία εξακολουθεί να είναι ένας οικονομικός κολοσσός. Είναι η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στην ευρωζώνη, η τέταρτη σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η όγδοη στον κόσμο. Είναι μια οικονομία με ισχυρή παραγωγική βάση και εξωστρεφή προσανατολισμό. Είναι όγδοη παγκοσμίως σε αξία εξαγωγών και δέκατη σε αξία εισαγωγών. Στηρίζει την εξαγωγική της δραστηριότητα σε κλάδους όπως η ένδυση, η επίπλωση, οι αυτοματισμοί και ο αγροδιατροφικός τομέας, έχοντας δημιουργήσει ένα αναγνωρίσιμο, ισχυρό και ελκυστικό brand name, συνώνυμο της ποιότητας. Και το πιο σημαντικό: στο επίκεντρο αυτής της δραστηριότητας βρίσκονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της, οι οποίες όχι μόνο επωφελούνται, αλλά συνδιαμορφώνουν και σε μεγάλο βαθμό τη στρατηγική προώθησης των ιταλικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές.
Από αυτά τα χαρακτηριστικά, από την εμπειρία και τις πρακτικές της Ιταλίας σε θέματα παραγωγής και εξωστρέφειας, μπορεί να αντλήσει σημαντικά διδάγματα η Ελλάδα. Επενδύοντας στην επιχειρηματική συνεργασία, μπορεί να αντλήσει σημαντική γνώση και να αξιοποιήσει πλεονεκτήματα. Μπορεί να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες, με όφελος τόσο για τις ελληνικές επιχειρήσεις όσο και για τους εταίρους τους από τη γειτονική χώρα.
Το έδαφος βεβαίως υπάρχει. Οι ισχυροί δεσμοί Ελλάδας και Ιταλίας αποτυπώνονται ήδη στις μεταξύ τους οικονομικές και εμπορικές σχέσεις. Η Ιταλία αποτελεί κορυφαίο εξαγωγικό προορισμό για τα ελληνικά προϊόντα, απορροφώντας σχεδόν το 11% των εξαγωγών. Η αξία των ελληνικών εξαγωγών προς την Ιταλία ξεπέρασε τα 2,4 δισ. ευρώ το 2014, ενώ αντίστοιχα υψηλά επίπεδα αναμένεται να καταγραφούν και για το 2015 παρά τις αντίξοες οικονομικές συνθήκες που επικράτησαν στη διάρκεια της χρονιάς.
Τα προϊόντα του αγροδιατροφικού τομέα και ιδιαίτερα το ελαιόλαδο, αλλά και τα φρούτα και τα ψάρια και τα προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας είναι αυτά που πρωταγωνιστούν στις εξαγωγές προς την Ιταλία. Σημαντική ζήτηση υπάρχει, όμως, και για προϊόντα μετάλλου όπως ο χαλκός και του αλουμίνιο, και για κατηγορίες φαρμακευτικών και χημικών προϊόντων.
Η συμβολή του τουρισμού στην ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων Ελλάδας – Ιταλίας, ειδικά στον αγροδιατροφικό τομέα, είναι αναμφισβήτητη. Η χώρα μας αποτελεί βασικό τουριστικό προορισμό για τους κατοίκους της Ιταλίας, κατέχοντας τη δεύτερη θέση στις προτιμήσεις τους μετά την Ισπανία. Περισσότερο από 1 εκατομμύριο τουρίστες επισκέπτονται κατά μέσο όρο την Ελλάδα κάθε χρόνο. Έρχονται σε επαφή με την ελληνική οινο-γαστρονομία, γνωρίζουν τα ελληνικά προϊόντα, εκτιμούν την ποιότητα και τη διατροφική τους αξία.
Πάνω σε αυτές τις ισχυρές βάσεις, μπορεί να αναπτυχθεί μια ακόμη στενότερη, πιο παραγωγική και προσοδοφόρα συνεργασία στον τομέα των τροφίμων και ποτών. Υπάρχουν σπουδαίες δυνατότητες, για την αξιοποίηση των οποίων χρειάζεται δράση σε δύο βασικούς άξονες. Ο πρώτος, που αφορά κυρίως την Ελλάδα, είναι η περαιτέρω επένδυση και ανάπτυξη της τεχνογνωσίας των ελλήνων παραγωγών σε θέματα τυποποίησης και πιστοποίησης αγροτικών προϊόντων – κυρίως δε του ελαιολάδου. Πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο οφείλουμε να επικεντρώσουμε, ως Πολιτεία και ως επιχειρηματική κοινότητα, αξιοποιώντας βεβαίως την εμπειρία και τις καλές πρακτικές από τη γείτονα χώρα.
Ο δεύτερος άξονας προτεραιότητας αφορά βεβαίως τη δικτύωση, με ιδιαίτερη έμφαση στη διευκόλυνση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Σε αυτό τον τομέα αναπτύσσεται ήδη μια εξαιρετική δραστηριότητα εκ μέρους του Ελληνο – Ιταλικού Επιμελητηρίου, την οποία στηρίζει έμπρακτα η ελληνική επιμελητηριακή κοινότητα. Τόσο το ΕΒΕΑ όσο και τα τοπικά επιμελητήρια της Δυτικής Ελλάδας κυρίως, συμμετέχουν ενεργά στις δράσεις που διοργανώνονται, με στόχο την προώθηση των διμερών επιχειρηματικών επαφών και την προβολή των ελληνικών προϊόντων.
Η σημερινή διοργάνωση πιστεύουμε ότι θα αποτελέσει ένα ακόμη σημαντικό βήμα σε αυτή την προσπάθεια, δίνοντας την ευκαιρία σε επιχειρήσεις να ενημερωθούν, να δικτυωθούν και να ανοίξουν δρόμους συνεργασίας με την ιταλική αγορά. Εμείς από την πλευρά μας, θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τις προσπάθειες εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων».