Την ώρα που εκπρόσωποι των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών συνεχίζουν τις διαπραγματεύσεις για την αύξηση του ορίου δανεισμού της αμερικανικής κυβέρνησης, οι οίκοι αξιολόγησης φαίνονται αποφασισμένοι να υποβαθμίσουν την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ ακόμα και αν τελικά επιτευχθεί συμφωνία για το χρέος πριν τις 2 Αυγούστου που είναι η καταληκτική ημερομηνία πριν οι ΗΠΑ κηρύξουν «στάση πληρωμών».

Όπως σημειώνει σε ανάλυσή του τα πρακτορείο Reuters, ο οίκος Standard & Poor’s (S&Ρ) θα είναι ο πρώτος που θα ρίξει την αξιολόγηση της αμερικανικής οικονομίας για πρώτη φορά κάτω από την ανώτατη κλίμακα ΑΑΑ.

Μια τέτοια απόφαση θα συμπαρέσυρε και τους άλλους δύο οίκους, ο οποίοι άλλωστε έχουν προειδοποιήσει ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο.

Γιατί όμως να υποβαθμιστεί η αξιολόγηση των ΗΠΑ αν τελικά, όπως εκτιμούν οι περισσότεροι αναλυτές, τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων και της Γερουσίας των ΗΠΑ καταλήξουν σε συμφωνία έστω και την ύστατη στιγμή;

Όπως σημειώνει το Reuters, οι τρεις οίκοι έχουν ανακοινώσει ότι η αξιολόγηση της αμερικανικής οικονομίας βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο, όχι μόνο λόγω χρέους, αλλά και λόγω του υψηλού δημοσιονομικού ελλείμματος.

Σημειώνεται ότι το έλλειμμα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης κυμαίνεται στο 9,1% του ΑΕΠ και υπολογίζεται ότι απαιτούνται αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα διάρκειας 10 ετών για να μειωθεί δραστικά.

Σύμφωνα με τις S&P, Moody’s και Fitch η κυβέρνηση της Ουάσινγκτον θα έπρεπε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα περικοπών ύψους 4 τρισ. δολαρίων για γλιτώσει την αμερικανική οικονομία από την υποβάθμιση.

Επειδή όμως οι επόμενες εκλογές για την ανάδειξη προέδρου είναι κοντά θεωρείται απίθανο να εφαρμόσει ο αμερικανός ηγέτης μια τόσο σκληρή οικονομική πολιτική που θα υποθήκευε το πολιτικό του μέλλον.

Συνεπώς το φάσμα μιας υποβάθμισης είναι κοντά περισσότερο από κάθε άλλη φορά για τη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη. Και προφανώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν θα επιβάρυνε μόνο το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ αλλά θα προκαλούσε ισχυρές αναταράξεις στις διεθνείς χρηματαγορές σε μια περίοδο έντονης ανησυχίας και για την ευρωπαϊκή οικονομία.