Ανήσυχοι δηλώνουν έμπειροι και έγκυροι παρατηρητές στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού για την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, παρά το νέο πακέτο βοήθειας προς τη χώρα μας, που ανακοινώθηκε την περασμένη Πέμπτη.

Εκτιμούν ότι δεν είναι αρκετό, λόγω του αρνητικού περιβάλλοντος, το οποίο εξακολουθεί να υφίσταται τόσο στη γηραιά ήπειρο, όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ας δούμε, λοιπόν, για ποιους λόγους εκτιμούν ότι ο κίνδυνος μετάδοσης της κρίσης χρέους παραμένει.

Ο πάτος του βαρελιού δεν έχει ακόμα εντοπιστεί. Για να γίνει αυτό, πρέπει το χρέος να σταματήσει να αυξάνεται, το οποίο όμως δεν θα συμβεί με το πακέτο.

Ενώ υπάρχουν όροι στη σωστή κατεύθυνση, όπως το χαμηλότερο επιτόκιο, η ανάπτυξη θα παραμείνει νωθρή και η ύφεση ίσως συνεχιστεί. Όσο το τελευταίο παραμένει το ζητούμενο, ακόμα και ένα επιτόκιο στο 3,5% θα επιδεινώσει τα δημόσια οικονομικά και την κατάσταση του χρέους.

Μη χρηματοδοτούμενες υποχρεώσεις στα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία, δημιουργούν μια σημαντική τρύπα και εμπόδια στη διαδικασία ανάκαμψης. Αν δεν ληφθεί μέριμνα για αυτές τις υποχρεώσεις, τα δημοσιονομικά θα επιδεινωθούν στα επόμενα χρόνια.

Υπάρχει ένα οικονομικό τσουνάμι στη λειτουργία του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος, ειδικά του ευρωπαϊκού, που είναι υποεκτιμημένο. Είναι υποχρεωτική η κατασκευή φραχτών και τειχών προστασίας, αλλιώς το πακέτο διάσωσης θα είναι άκυρο.

Οι πιέσεις στις υπόλοιπες περιφερειακές οικονομίες θα κορυφωθούν στο άμεσο μέλλον, επειδή το πακέτο δεν είναι ολοκληρωμένο και δεν μπορεί να πείσει τις αγορές ότι τα προβλήματα έχουν τακτοποιηθεί, ειδικά αν η αμερικάνικη οικονομία υποβαθμιστεί.

Η ανακούφιση, που προσφέρεται από τον ιδιωτικό τομέα – κοντά στο 21% του συνολικού πακέτου – είναι χαμηλή και ανεπαρκής. Θα έπρεπε να είναι της κλίμακας του 35%-40%.

Τόσο χαμηλό ποσοστό θα απαιτήσει περισσότερα μέτρα λιτότητας στην πορεία. Οι μεγαλύτερες ιδιωτικές τράπεζες με έκθεση στο ελληνικό χρέος πρέπει να διακηρύξουν την υποστήριξή τους στην προσφορά για rollover και επαναγορές.

Μια μορφή Brady bonds είναι πιθανή, όπου θα χρησιμοποιηθούν ως εγγυήσεις για τα αναδιαρθρωμένα ομόλογα. Από οικονομικής άποψης, αυτό μπορεί να αποδειχθεί δύσκολο, επειδή οι κανόνες της απομείωσης τη δεκαετία του ΄80 χρησιμοποιήθηκαν ως επιτόκιο απομείωσης, τέτοιο που διασφάλιζε ότι η εγγύηση θα κόστιζε όχι περισσότερο από 10 σεντς στο δολάριο.

Σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων παγκοσμίως, η απομείωση σήμερα υπονοεί ότι τα ευρωπαϊκά ομόλογα μηδενικού κουπονιού θα κοστίζουν περίπου 35 σεντς, που μπορεί να είναι πολύ δαπανηρό και/ή απρόσιτο.

Οι πόροι για αυτές τις εγγυήσεις θα εκτραπούν από την ανάγκη πιθανής διάσωσης άλλων χωρών, και, δεδομένου ότι ούτε το φάσμα αρμοδιοτήτων του EFSF διευρύνθηκε, ούτε υπήρξαν σχετικές δεσμεύσεις, η αβεβαιότητα θα παραμείνει στις αγορές.

Το σχέδιο παίρνει ως υπόθεση ότι η ζημιά για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα θα είναι κοντά στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ. Μια τέτοια εκτίμηση μπορεί να είναι πολύ χαμηλή, και για αυτό το τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει με πολύ μεγαλύτερες ζημιές.

Δεδομένων όλων των παραπάνω, και ενώ χειροκροτούμε τα θετικά βήματα που έγιναν, η απειλή μετάδοσης της κρίσης μπορεί να αναζωογονηθεί στους προσεχείς μήνες.